United States or Panama ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πνίξε τον πόνο σου, Αρετούλα, πνίξ' τονα για το χατίρι της μάννας μας. Δέσπω. Σώπα, εσύ, ακριβή μου, κι άφινέ τα εμένα τα μυρολόγια. Μην κλαίτε, παιδιά μου, αν κλαίτε σεις και στενάζετε, η μάννα σας τι να κάμη! Δόστε μου τα μένα τα δάκρια σας, που δε μούμειναν της κακόμοιρης! Δόστε μου τα να κλάψω, και να την πλημμυρίσω αυτή την αυλή που ανάθρεψα τη μονάκριβή μου. Αρετ.

Ο Καλάφ τον ερωτά μήπως το βασιλόπουλο ήτον γνώριμόν του. Α, κύριε, απεκρίθη εκείνος, έτσι να μη το είχα γνωρίση. Εγώ είμαι ο λαλάς του, που το ανάθρεψα με τα χέρια μου, και ήλπιζα, να το ιδώ εις τον θρόνον του πατρός του, και τώρα η κακή μου τύχη με έφερε να το ιδώ εις τέτοιον τρόπον θανατωμένον.

Αψόθυμος είσαι, δεν είσαι κακός. Κι' αν μ' αποπέρνης καμμιά φορά, εγώ πάντα σ' αγαπάω. Μέσα στα χέρια μου σ' ανάθρεψα. Σε λίγο. Πες μου, κύριε Τάσσο, τι έχεις σήμερα; Κάτι σε βασανίζει. ΦΛΕΡΗΣΔεν έχω τίποτα, Αργύρη. Τίποτα. Ησύχασε. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΔε θέλεις να μου πης. Ας είναι. Ο Θεός να τα φέρη δεξιά. Εγώ πάω τις βαλίτσες μέσα. ΦΛΕΡΗΣΆκουσε, Αργύρη.

Θύμωσε τότες κι' απαντάει η κρουσταλλόκορφη Ήρα 55 «Θάταν κι' αφτό απ' τα λόγια σου που συνηθάς, καλέ μου, αν δα Αχιλέα κι' Έχτορα τιμήστε έτσι ίσα κι' ίσα. Μά 'ταν θνητός ο Έχτορας, βυζί γυναίκας πήρε, μα ο Αχιλέας θέαινας παιδί, που εγώ που βλέπεις με χάδια την ανάθρεψα και στον Πηλιά γυναίκα 60 την έδωκα, άντρα απ' τους θεούς περίσσα αγαπημένο.

Πώς! Είσαστε σεις εκείνη η μικρούλα πριγκηπέσσα, που την ανάθρεψα ως την ηλικία των έξη χρονών και που φαινόταν από τότε, πως θα γινότανε τόσο ωραία, όσο είστε σεις; — Είμαι η ίδια! Η μητέρα μου τετρακόσια βήματα από δω, είναι κομματάκια κάτου από ένα σωρό πτώματα. Του διηγήθηκα, τι μας συνέβη.

Τη Χλόη τούτη μήτε την έκαμα, μήτε την ανάθρεψα, παρά την εγέννησαν άλλοι· κι αφισμένη μέσα σε σπηλιά Νυμφών την ανάθρεψε μια προβατίνα. Το είδα ο ίδιος· κι όταν το είδα εθαύμασα· κι αφού εθαύμασα την ανάθρεψα· το μολογάει κ' η ομορφιά της, επειδή δε μας μοιάζει καθόλου· το μολογάνε και τα σημάδια, επειδή είναι τόσο πλούσια, που δε μπορεί να τάχη ένας βοσκός.

Βασίλισσα μου, εγώ έχω έναν σκλάβον Αράπην, τον οποίον τον ανάθρεψα παιδιόθεν και τώρα αυτός έχει δύο χρόνους που είνε παραλυτικός, και κανένας ιατρός δεν εδυνήθη να τον ιατρεύση, όμως δεν ηξεύρω το αίτιον, από τι του προήλθεν· όθεν τον έφερα εις τα ποδάρια της βασιλείας σου ελπίζοντας να τον ιδώ ιατρευμένον δι ανάπαυσίν μου.

Ένα πες μόνο ναι, στην προσταγή του Καίσαρα και θα γυρίσης στην πρώτη πάλι τη ζωή, στης δόξες και στα λούσα, ω! μπουμπούκι μου, που χρόνο με το χρόνο λαχταριστά σ' ανάθρεψα και σε κορφολογούσα.