United States or Jersey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θύμωσε τότες κι' απαντάει η κρουσταλλόκορφη Ήρα 55 «Θάταν κι' αφτό απ' τα λόγια σου που συνηθάς, καλέ μου, αν δα Αχιλέα κι' Έχτορα τιμήστε έτσι ίσα κι' ίσα. Μά 'ταν θνητός ο Έχτορας, βυζί γυναίκας πήρε, μα ο Αχιλέας θέαινας παιδί, που εγώ που βλέπεις με χάδια την ανάθρεψα και στον Πηλιά γυναίκα 60 την έδωκα, άντρα απ' τους θεούς περίσσα αγαπημένο.

Μουλάρια πρώτα θέριζε κι' ασπροτριχάτους σκύλους, 50 μα και τους άντρες έπειτα με τις πικρές σαΐτες βαρούσε· κι' όλο καίγανε πολλές φωτιές νεκρώνε. Μέρες εννιά πυκνόπεφταν μες στο στρατό οι σαΐτες, μα αφτού στις δέκα συντυχιά κηρύχνει ο Αχιλέας, γιατί τον φώτισε η θεά, η κρουσταλλόκορφη Ήρα, 55 τι θλίβουνταν τους Αχαιούς σα θώραε που πεθαίνουν.

Τότες η κόρη απάντησε του Δία, η Αφροδίτη «Ήρα μου, σεβαστή θεά, του Κρόνου θυγατέρα, λέγε τι θες· μετά χαράς θα κάνω ότι μ' ορίσεις, 195 αν γίνεται η δουλιά που λες κι' αν μου περνά απ' το χέριΤότες της λέει με διαβολιά η κρουσταλλόκορφη Ήρα «Δώσ' μου λοιπόν τον έρωτα, και δώσ' μου την αγάπη π' όλους στον κόσμο εσύ νικάς μ' αφτή, θεούς κι' αθρώπους.

Έτσι είπε, και την άκουσε η κρουσταλλόκορφη Ήρα, και πάει ευτύς και συγυρνάει τα χρυσοστέφανα άτια, η Ήρα η αρχιθέαινα, του Κρόνου η θυγατέρα. Και μες στου Δία η Αθηνά το γονικό παλάτι χάμου αμολάει στο πάτωμα τ' αφράτο φόρεμά της, 385 ξομπλιό σκουτί, που κέντησε μονάχη μ' επιστήμη, και τα τσαπράζα βάζοντας του Συγνεφοσυνάχτη φορούσε τ' άρματα να βγει στη δακροδότρα μάχη.

Έτσι είπε, κι' έστρεξε η θεά, η κρουσταλλόκορφη Ήρα, κι' όπως της είπε ορκίστηκε, και τους νομάτισ' όλους τους κατατάρταρους θεούς που λέγουνται Τιτάνες. Έτσι λοιπόν σαν άμωσε και τέλιωσε τον όρκο, 280 φέβγουν κι' αφίνουν τα νησά της Λήμνος και της Νίμπρος, κόβοντας δρόμο γλήγορα, σε καταχνιά χωμένοι.

Μα τέλος πια σαν έφτασαν εκεί που καρτερούσαν 780 οι πιο πολλοί και δυνατοί, τριγύρο πυκνωμένοι στον άξιο του Τυδέα γιο, παρόμιοι σα λιοντάρια, ή σαν κάπρια άγρια π' αχαμνή δεν είναι η δύναμη τους, στάθηκε εκεί και χούγιαξε η κρουσταλλόκορφη Ήρα, μιασμένη σαν το Στέντορα πούχε φωνή χαλκένια 785 και τόσο μόνος φώναζε σαν άλλους ως πενήντα «Ντροπής, Αργίτες! Άνατροι, φανταχτεροί στα κάλλη!