Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


Παρακολούθησε τα τακουνάκια τους να χτυπούνε τακ-τακ σαν ξύλινο ταμπούρλο, και όταν χαθήκανε και τα κεφάλια τους ο ήχος των ψηλών τους τακουνιών εξακολουθούσε το τακ-τακ στ' αυτιά του. — Τι παράξενον ήχο, είπε, έχουνε τα γυναικεία τακουνάκια την ώρα που κατεβαίνουνε τις σκάλες.,,

Ο αδιάκοπος και ξηρός κρότος των λύκων των όπλων αντήχει ως ξηροί κάλαμοι να εκαίοντο πλησίον. Εν μέσω του σκότους εφαίνοντο οι σπινθήρες των πυρολίθων πλανώμενοι και διεκδικούντες την πληθύν και το φέγγος προς τα ιλαρά άστρα τ' ουρανού. Ο λεπτός μεταλλικός ήχος τον οποίον παρήγαν τα γιαταγάνια πίπτοντα επί των κοκκάλων και ο βαρύς βρόντος των πυροβόλων, συνεμίγνυντο εις συμφωνίαν αγρίας μουσικής.

Και ο βορράς εσύριζεν, από το πέλαγος μακρόθεν ερχόμενος, ως ήχος αυλών αναριθμήτων, αοράτων βοσκών, ήχος οξύς και λιγυρός. Και η γραία ηκροάτο ως να ωμίλει τις, και ήκουε του ανέμου τα ηχηρά κελαδήματα, τα οποία εσχημάτιζον τοιούτους μυστηριώδεις λόγους εν τη πενθούση διάνοιά της: — Ίσως και να γυρίσουν και οι δύο, ίσως και να μη γυρίσουν!

Τότ' άξαφνα πήγε στ' αφτιά του ο ήχος, κι' απ' την καλύβα βγαίνει εφτύς και τους μιλάει διο λόγια 140 «Τί, ορέ, έτσι μέσα στο στρατό γυρνάτε, ομπρός στα πλοία, με τα βαθιά μεσάνυχτα; πια ανάγκη σφίγγει τόσο

Αντί για τον Τζατσίντο όμως ήρθε ο Τσουαναντόνι με κάτι που μαύριζε επάνω στο στήθος του, σαν ψόφιο όρνιο. Από εκείνη τη στιγμή ο Έφις είχε την εντύπωση ότι έπεσε σ’ ένα παραλήρημα πυρετού. Τι εφιάλτης, η δημοσιά ν’ ασπρίζει μέσα στη νύχτα και ο ήχος του ακορντεόν να κατεβαίνει από το λόφο και να κάνει να πάψει το αηδόνι!

Πώς δε το εν ενεργεία χρώμα και ο εν ενεργεία ήχος είναι ο αυτός ή διάφορος από τας κατ' ενέργειαν αισθήσεις, την όρασιν και την άκουσιν, είπομεν εις τα περί Ψυχής. Τι δε πρέπει να είναι έκαστον αυτών, ίνα παραγάγη την αίσθησιν και την ενέργειαν αυτής, ας είπωμεν τώρα. 3.

Το φόρεμά μου ήτο «μεταξωτόν, καθόσον δε ανηρχόμην την κλίμακα, ο ήχος του μοι εφαίνετο «ως ο κρότος φάσματος διώκοντός με. Έφθασα επί τέλους εις τον κοιτώνα «μου. Ο σύζυγός μου εκοιμάτο βαθέως. Έρριψα επί της τραπέζης τον «λύχνον, αλλά δεν είχον την δύναμιν να τον σβύσω. Χωρίς δε να λάβω τον «καιρόν να εκδυθώ ερρίφθην επί της κλίνης μου.» Η μήτηρ του Μάλκομ ήτο θυγάτηρ του γέροντος Σιβάρδου.

Τα χείλια της ήσαν σιμά στα δικά του. Ανάμεσα στα δυο χείλια ένα φιλί πετούσε σα λευκή πεταλούδα που ζητούσε ένα κόκκινο άνθος να ξεκουρασθή. Μ' ένα τρεμουλιαστό πέταμα κάθισε πρώτα στα χείλια της κοπέλλας. Κ' ύστερα κάθισε στα χείλια τα δικά του. Η πεταλούδα πετούσε τρελλή από το ένα λουλούδι στο άλλο. Και δεν ακούσθηκε κανένας ήχος φιλιού στον αέρα, γιατί το φως του φεγγαριού ήπιε το φιλί τους.

Ακόμα δεν ήταν καθόλου παράξενες τώρα οι βίδες της οροφής· το φως της καντήλας στην εικόνα τ' Άη-Νικόλα δε γιάλιζε πια σα βλοσυρό μάτι, και κάτω από τα πόδια του ο ήχος της ηλεκτρομηχανής ακούονταν κανονικός, χωρίς να γαυγίζει όπως πρώτα. Πόσο άφθονο και πόσο γαλάζο ήταν πάλι το νερό κάτω από τα μάτια του! Έπρεπε να χαλάσει ο ουρανός για να βρεθεί άσχημο και κουραστικό το χρώμα κείνο.

Αλλά και εάν παν πράγμα συγχρόνως ακούη και έχη ακούσει, και αν γενικώς το παρόν αίσθημα συνενούται με το πρότερον αυτού και δεν υπάρχη γένεσις αυτών διαδοχική , αλλ' όμως δεν έχουσι την πορείαν ταύτην ούτως, όπως και ο ήχος όστις, αφού ήδη έγεινε ο κτύπος, δεν έφθασεν ακόμη εις την ακοήν.

Λέξη Της Ημέρας

στάθη

Άλλοι Ψάχνουν