United States or United Kingdom ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και το καλό που σου συμβαίνει αυτη τη στιγμή είναι το πως, ανΤι να σε μαλλώσω για δεύτερη φορά, γι' αυτά που λες, προτιμώ να βγω όξω. ΓΙΑΓΙΑ Φεύγεις παιδί μου : ΦΙΝΤΗΣ Ναι, πάω στο εργοστάσιο. Θέλω να ρίξω μια ματιά στο γραφείο. Θα σου πω, γιαγιά μου, ένα πράμα, μα να μη με μαλλώσης. ΓΙΑΓΙΑ Μα γιαΤι να σε μαλλώσω; Είναι κακό αυτό που θέλεις να μου πης; ΑΝΝΟΥΛΑ Δεν ξέρω.

Α σκληρέ Καλάφ, ποίος σου είπε να έλθης εδώ να συγχύσης την ανάπαυσίν μου; ποίος εστάθη εκείνος που σε ηνάγκασε να έλθης να υποχρεώσης με την άκραν σου χάριν, με την πολλήν σου σταθερότητα να ρίξω την αγάπην μου εις εσένα, που ακόμη δεν ήξευρα τι ήθελε ειπή αγάπη προς άνθρωπον, και τώρα να γροικώ μίαν μεγάλην κλίσιν δι' εσένα; Η αγάπη λοιπόν του Βασιλέως πατρός μου, που δείχνει δι' εσένα, και οι μεγάλες χάρες που έχεις, με κάνουν να αποφασίσω διά να σε δεχθώ διά νυμφίον μου, διατί άλλος δεν είναι που να σε ομοιάση.

Εμάς τους δύο θέλουν και καλά να μας πάνε στον παράδεισο. — Γωύ! έκαμνεν αρνητικώς ο κύων. — Με το στανιό θέλουν να μας αγιάσουνε. — Γωύ! — Δεν μας σώνουν τα άλλα τα βάσανά μας, μας αφήνουν και νηστικούς. — Γαυ! έκαμεν ο κύων καταφατικώς. — Να είχα τουλάχιστον ένα κόκκαλο να σου ρίξω εσένα, και μένα δεν με μέλει, ειμπορώ να μείνω και νηστικός.

Εχόλωσε και αντείπε του τότε ο πλανήτης Ίρος• 25 «Θε μου, 'γοργά 'που φλυαρεί, 'σαν καμινεύτρα γραία, τούτος ο χάφτης! ήθελα κακά να τον κτυπήσω και με τα δυο, και όλατην γη τα δόντια να του ρίξω, ωσάν της γρούνας, 'που χαλά χωράφι σιτοφόρο. τώρ' έλα ζώσου, όλοι μαζή να μας ιδούν και τούτοι 30 να κτυπηθούμε• και πώς συ με νέον θα παλαίσης

Ω πλούτε, σ' αποστρέφομαι. . . γιατί λοιπόν να κλαίω; γιατί 'στα ξένα έρημος τους πόνους μου να πνίγω; γιατί εις την ατμόσφαιραν των χοίρων ν' αναπνέω; αφού κι' η Βέρα έφυγε, κι' εγώ λοιπόν ας φύγω. Εκεί εις τας Αθήνας μου θα εύρω την γαλήνην, ας ρίξω πέτρα 'πίσω μου χωρίς αναβολήν . . . είπα και του εμπόρου μου την σκέψιν μου εκείνην, κι' εκείνος μ' ενθουσιασμόν την ήκουσε πολύν.

Ναι, δε σου λέω, παιδί μου, μα ξέρουμε κάτι και μεις οι γυναίκες. Εκείνο που έχω μες στην καρδιά μου και με τρώει είνε, μην τύχη και πέση το πουλάκι μας σάπονα χέρια. Χίλιες φορές καλλίτερα να το θάψω παρά να το ρίξω απάνω στ' αγκάθια το χαδεμένο μου. Αγάπη, Κωσταντή μου, και καλή γνώμη. Κι όλα τάλλα έρχουνται μοναχά τους. Να σου πω τώρα. Είνε ένα παλληκάρι που πάει να λωλαθή με την αδερφή σου.

Τώρα θα τον πιάσω με κομμάτι ψημένο τυρί. — Να το χειρόφτι μου. Θα το ρίξω εις τα μούτρα ενός γίγαντος! — Τι έγιναν οι στρατιώται μου;... Α! Πώς επέταξε το πουλάκι! 'Σ το σημάδι, 'ς το σημάδι!... Αι, συ, το σύνθημα! ΕΔΓΑΡ Μαντζουράνα. ΛΗΡ Καλός! Πέρνα! ΓΛΟΣΤ. Την γνωρίζω αυτήν την φωνήν.

— «Αχ! έλεγα μέσα μου, πότε θα φτάσω ψηλά σ' εκείνη τη ράχη, για να ιδώ απέκει ό τι ωνειρεύομουν δέκα πέντε τόσα χρόνια στα Ξένα, και να ρίξω το ντουφέκι του ξενιτεμένου, για να μάθη το Χωριό τον ερχομό μου! «Και λέγοντας αυτά, χτυπούσα το κακόμοιρο τ' άλογο με τους φτερνιστήρές μου, κι' αυτό το καημένο πηδούσε αγκομαχώντας, και μου φαίνονταν, ότι πηδούσε στα σύννεφα, αλλ' ο δρόμος δεν τελείωνε!

Έπειτα έχει και λεφτά στην τράπεζα.» «Τα μέτρησες εσύ, βλάκα; Α, Έφις, μα την πίστη μου σε ταΐζουν κουτόχορτο, αντί για ψωμί. Πες μου, πόσα σου χρωστάνε τώρα οι ευγενικές σου κυράδες;» «Τίποτα δεν μου χρωστάνε. Εγώ χρωστάω τα πάντα σ’ αυτές.» «Πάψε, γιατί θα σε ρίξω στο ποτάμι. Άκου, τώρα θα συνεχίσετε να κάνετε χρέη, για να συντηρείτε το νεαρό.

Δεν σημαίνει· έκαμες κακά να μην πάρης παράδες. — Γιατί; — Γιατί ο Μανώλης θα σε πέρασε για πληρωμένον, αυτό να το ξέρης σίγουρα. — Τώρα το κατάλαβα κ' εγώ, και γι' αυτό, ούτε ξαναπάω πλειά να ρίξω ψήφο. — Είσαι κουριόζος άνθρωπος, μπαρμπα-Διοματάρη, εστέναξεν ο Βατούλας. — Το ξέρω κ' εγώ . . . Δεν θα υπάρχουν πολλοί τέτοιοι σαν εμένα.