Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
Μόνον εστεκόμουν κάποτε να πάρω την αναπνοή μου είτε να ρίξω γύρω καμμιά ματιά, μήπως ιδώ το σκυλόψαρο να ριχθή απάνω μου. Τέλος τσιμπάω πάλι· — Ρίχτε μου τη γούμενα. — Μωρ' έλ' απάνω· τσιμπάει ο καπετάνιος ανυπόμονος. Για σένα τη θες τη γούμενα; Έχουμε και ψιλώτερο σχοινί. Έλα 'πάνω· θα σου κόψω τον αέρα — Κόβεις τον αέρα μα σχίζω το λάστιχο· του απαντώ θυμωμένα.
Ο θαυμασμός του πρωτομάστορα έδωκεν εις τον Μανώλην το θάρρος να επιχειρήση άλλον διαφορετικόν άθλον. Μίαν ημέραν ιδών τον Τερερέν διερχόμενον είπε προς τον Καρπάθιον: — Μάστορα, να σου πιάσω τον Τερερέ να τόνε ρίξω στον ποταμό, σαν ποντικό; Ο Καρπάθιος τον απέτρεψεν, αλλ' ο Συκολόγος τον ενεθάρρυνε διά νευμάτων. Ο Μανώλης όμως δεν ήθελε παρακίνησιν.
Μα η θεία μούγραψε σήμερα πρωί, πρωί, να είμαι εδώ στης εννηά ακριβώς. Ο λ γ ί ν α. Εκτός αν θέλης νάρθης μαζή μας, για να πης το γούστο σου. Και ο Κώστας; Ο λ γ ί ν α. Εβγήκε. Και θάρθη στης εννηάμιση να μας πάρη από τη ράφτρα. Ε λ έ ν η. Μήπως θάρθη απ' εδώ πριν; Ο λ γ ί ν α. Ναι. Ε λ έ ν η. Τότε κάθομαι. Έχω να γράψω ένα γράμμα, για να το ρίξω εις την πόστα κατεβαίνοντας. Χαρτί; Ο λ γ ί ν α.
— Πάψε, πάψε για όνομα Θεού! εφώναξε προς τον ιερέα, τραβών τα μαλλιά του εκ φρίκης. Και ητοιμάζετο να εξέλθη της οικίας. — Άκουσε, Δημήτρη· είπεν ο ιερεύς με ύφος συμπαθείας· να δώσης τα λεφτά και να φέρης να σου ρίξω κανένα σαραντάρι για την ψυχή. Ο Δημήτρης δεν ήκουε πλέον κ' εξήλθε της οικίας αλλοφρόνων.
Ο Μαθιός δεν παρετήρησεν ίσως ότι αυτή είχε τρέψει τον λόγον εις τον πληθυντικόν, εις το τέλος της ευχής της. Αλλ' αυθορμήτως, χωρίς να το σκεφθή, απήντησε· — Μπορώ να ρίξω εκείνη τη βάρκα στο γιαλό... Τι λες, δοκιμάζουμε; Και αυτός επίσης έθεσε τον πληθυντικόν εις το τέλος του λόγου. Χωρίς δε να συλλογισθή, ούτως, ως να ήθελε να δοκιμάση αν είχε δυνατούς τους μυώνας, ήρχισε να ωθή την βαρκούλαν.
Εχάρηκε ο πολύπαθος, ο θείος Οδυσσέας, ότι μέσα 'ς την σύνοδον άνθρωπον είδε φίλον• 200 και μ' ελαφρότερην καρδιά τότ' είπε των Φαιάκων• «Τούτον, ω νέοι, φθάσετε τώρα, κ' εγώ κατόπι και άλλον θα ρίξω είτ' ως αυτού, είτε παρέκει ακόμη, και από τους άλλους Φαίακαις όποιον βαστά η καρδιά του, τόσο αφού μ' εχολεύσετε, να δοκιμάση ας έλθη, 205 'ς το γρόνθισμα, 'ς το πάλαισμα, 'ς τα πόδια, 'ς ό,τι θέλει, απ' όλους όποιος δήποτε, αλλ' όχι ο Λαοδάμας• ότ' είνε τούτος ξένος μου• ποιος μάχεται με φίλον; ανόητος και ουτιδανός όποιος ζητεί μ' εκείνον, 'που τον ξενίζει σπίτι του, 'ς αγώναις να παλαίση 210 εις ξένον τόπο, και πολύ τον εαυτό του βλάπτει. τους άλλους όλους δέχομαι, δεν αψηφώ κανέναν• αλλά να μάθω θέλω αυτούς και να τους δοκιμάσω. τι 'ς όσα είναι αγωνίσματα κακός εγώ δεν είμαι• να ψάχνω ηξεύρω ολόγυρα το στιλβωμένο τόξο, 215 και πρώτος ρίχνοντας κτυπώ μες των εχθρών το πλήθος άνδρ' όποιον θέλω, και αν πολλοί κοντά μου παραστέκουν σύντροφοι, και τα τόξα τους εις τον εχθρό τεντόνουν.
Σα να μ' έστειλε ο Θεός και τη βρίσκω τη δύστυχη στην τρομερή αυτή μοναξιά. Δέσπω. Μήτε βογκητό μήτε στεναγμός δεν ανεβαίνει από το μαύρο το χώμα. Έρμη, έρμη έμεινα πια στον κόσμο! Ας σύρω και ας ρίξω στον γκρεμνό το κορμί μου, τα όρνια να το φαν και να πετάξουνε στα ξένα να της πουν της Αρετούλας ταμέτρητα βάσανά μου. Συνέσ.
Όταν οι δύο φιλόσοφοι θα συναντηθούν εκ νέου και αρχίσουν να συζητούν, εάν μεν ο Τιμοκλής υπερτερή, ν' αφήσωμεν να προχωρήση η συζήτησις, ενόσω θα είνε υπέρ ημών• αν όμως ίδωμεν ότι στρέφεται εναντίον μας, τότε εγώ αναλαμβάνω, αν θέλετε, να διασείσω την στοάν και να την ρίξω επάνω εις τον Δάμιν, διά να παύση ο αχρείος να μας υβρίζη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν