Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025
— Βέβαια, αφέντη· αφού το πουλί επέταξε, επόμενον ήτο να ευρέθη το κλουβί άδειο. — Και δεν ήτο κανέν παράθυρον ανοικτόν, δι' ου να εξήλθε; — Δεν ξέρω αν ήτον ανοιχτό ή κλειστό, αφέντη. Αυτό μονάχα ξέρω, ότι αυτή θα εβγήκεν από κάπου. — Και ποίαν ώραν εύρετε το δωμάτιον κενόν; — Το κελλί ευρέθη άδειο σήμερα. — Ποίαν ώραν; — Είνε κάμποσαις ώραις. — Ως πόσαι ώραι; είπεν ο Πλήθων.
Πάντα αμίλητος δεν προόδεψεν ούτε μια γραμμή σ' εξυπνάδα και κρίση. Κι' όλο έδειχνε να σκέπτεται και νάχει ομιλία μόνο με τον εαυτό του. Καμιά κίνηση στο σώμα και στο κεφάλι αυτό το άδειο από πνεύμα. Η φωτιά έσβυσεν από κει χωρίς ν' ανάψει. Ο Ρένας ξαναγύρισε πάλι στην πολιτεία και στο φως, γιατί του έκανε πολύ κακό το θέαμα του σκοτεινού κι' ακίνητου αυτού υπαξιωματικού.
Στην σκιά της εκκλησίας όμως ο Έφις άκουγε άλλες παρέες από χωριάτες να μιλούν για την Αμερική και τους μετανάστες. «Η Αμερική; Όποιος δεν την δοκίμασε δεν ξέρει τι πράγμα είναι. Την βλέπεις από μακριά και νομίζεις ότι είναι αρνί για κούρεμα. Πας κοντά και σε δαγκώνει σαν σκύλος.» «Ναι, αδέρφια μου, εγώ πήγα με το δισάκι μου μισογεμάτο και πίστευα ότι θα το έφερνα πίσω γεμάτο. Το ξανάφερα άδειο!»
Υποφέρω πολύ, γιατί έχασα ό,τι ήταν η μόνη ηδονή της ζωής μου· την ιερή ζωοποιό δύναμη, που μ' αυτήν έπλαθα κόσμους γύρω μου· πάει! — Όταν από το παράθυρό μου κυττάζω στο μακρινό λόφο, πώς ο πρωινός ήλιος σκορπά από πάνω του την ομίχλη και φωτίζει το ήσυχο λιβάδι, και το ήμερο ποτάμι έρχεται προς εμένα ανάμεσα των ιτιών, που βρίσκονται στις όχθες του ξεγυμνωμένες από φύλλα, — ω! όταν τότε η λαμπρή τούτη φύση μου φαίνεται χωρίς ψυχή, σαν μια βερνικωμένη εικόνα, και όλη η ηδονή ούτε σταλαματιά ευδαιμονίας μπορεί να τραβήξη από την καρδιά το μυαλό μου, και ο άνθρωπος ολόκληρος φαίνεται μπρος στο πρόσωπο του Θεού σαν στερεμένη βρύση, σαν άδειο βαρέλι ρίχτηκα συχνά κατά γης και εζήτησα από τον Θεό δάκρυα καθώς ένας γεωργός βροχή όταν ο ουρανός είναι μολυβένιος απάνω του και η γύρω του γη χάνεται από τη δίψα.
Χοντρά δάκρυα κυλούσαν στο πρόσωπό του, κατέβαιναν στο πηγούνι του που έτρεμε και σταγόνα σταγόνα έπεφταν στη γη. Ο Τζατσίντο τον περίμενε ξαπλωμένος μπροστά στην καλύβα. Μόλις τον είδε να ανεβαίνει με το καλάθι στο χέρι που φαινόταν να τον τραβάει προς τα κάτω παρόλο που ήταν άδειο, κατάλαβε πως τα ήξερε όλα. Τόσο το καλύτερο!
— Μα πώς εβολτατζάριζεν εδώ γύρω τόση ώρα! Είχε από το δειλινό από κάτω από το Κάστρο. Τώβλεπα τόση ώρα από το 'ρμάνι. — Μα σου είπα. από την μπονάτσα. Το ξούργιασαν τα ρέμματα. Ήταν για κάτω. — Έτσι άδειο για κάτω;
Κανείς δεν είχε το δικαίωμα να βοηθά τη γυναίκα μου στα συγύρισμα αυτής της κάμαρας, κανείς δεν είχε το δικαίωμα να πειράζη τίποτε κει μέσα. Όλα έπρεπε να τα κάνη μόνη. Κρέμασε λευκές κουρτίνες στο μικρό παράθυρο και στο άδειο του παράθυρου πίσω από τις κουρτίνες έβαλε ένα τραπέζι.
Με τον κασμά, αυτός αμέσως άρχισε να καταστρέφει το άδειο κενοτάφιο που ήταν στην μέση του μαυσωλείου. Πήρε μια μια τις πέτρες και τις έβαλε την μια πάνω στην άλλη σε μια γωνιά. Όταν γκρέμισε όλο το κενοτάφιο, συνέχισε να σκάβει την γη, και κάτω από κει είδα μια καταπακτή.
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Αλοίμονον! πώς είσαι συ, 'πού 'ς το άδειο τα μάτια προσηλόνεις, και με τον άυλον αέρα λόγους έχεις; Άγριο το πνεύμα σου 'ς τα μάτια σου προβάλλει, και ως στρατιώταις 'ς τον ύπνον, αν βοή πολέμου τους εξαφνίση, ομοίως και τα πλαγιασμένα μαλλιά σου, ωσάν ζωήν τα εκφύματα να είχαν, ορθά πετιούνται· Αμλέτ', ευγενικό παιδί μου, μέσα 'ς της ταραχής την φλόγα, οπού σε καίει, ράνε ψυχρήν υπομονήν.
Το Βουνό περικύκλωνε με τη λευκοπράσινη κορυφή του το σπίτι. Ένα σκαλιστό κολονάκι είχε πέσει από το μπαλκόνι και βρισκόταν ανάμεσα στα χαλίκια σαν το απομεινάρι ενός βλήματος. Παντού ησυχία. Ο Έφις μπήκε και είδε ότι το καλάθι που είχε στείλει με τον ντον Πρέντου ήταν σχεδόν άδειο επάνω στο κάθισμα, σημάδι πως τα κηπευτικά είχαν κιόλας πουληθεί.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν