United States or Timor-Leste ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΒΑΣΙΛΕΑΣ Διατί, Λαέρτη, τόσο γιγαντώδες σχήμα η ανταρσία σου επήρεν; — Άφησε να κάμη, Γελτρούδη, και διά μας μη φοβηθής· η Χάρις τόσο φρουρεί τους βασιλείς, 'πού η προδοσία μόνον από μακράν προσβλέπειτον σκοπόν της και δεν τον εκτελεί. — Λαέρτη, τώρα ειπέ μου, διατί 'σαι τόσο θυμωμένος; — Συ, Γελτρούδη, άφησε τον να κάμη. — Άνθρωπε, δεν λέγεις; ΛΑΕΡΤΗΣ Ο πατέρας μου πού 'ναι;

Αλλ' ενώ λογικώς πρέπει να πιστεύσωμεν ότι ο Αμλέτος προσβλέπει ανυπομόνως εις το εξαγόμενον του στρατηγήματός του, έξαφνα βλέπομεν ότι το πνεύμα του εγκαταλείπει πάλιν την πραγματικότητα, ότι κυριεύεται από καθολικάς σκέψεις, αι οποίαι όχι μόνον δεν έχουν σχέσιν προς το προκείμενον πρακτικόν πείραμα, αλλ' είναι τοιαύτης φύσεως ώστε απομακρύνουν τον άνθρωπον από οιανδήποτε ενέργειαν.

Και όταν οι φίλοι τού διηγούνται το φοβερόν όραμα, ο Αμλέτος δεν παραδίδεται εμπαθώς και απερισκέπτως εις την πρώτην εντύπωσιν, αλλά κύριος του εαυτού του με πολλήν σύνεσιν και υπομονήν υποβάλλει εις λεπτομερή εξέτασιν την αντίληψίν των και άμα πείθεται ότι το μυστηριώδες εκείνο φαινόμενον δεν ήταν πλάνη της φαντασίας των αλλά πραγματικόν, αμέσως υπακούει εις την φωνήν του καθήκοντος, όπου του επιβάλλει να αντιμετωπίση, και με κίνδυνον της ζωής του υπερφυσικήν εμφάνισιν, από την οποίαν αυτός περιμένει κάποιαν φοβεράν αποκάλυψιν· ανυπομόνως προσβλέπει εις την στιγμήν οπού θ' απαντηθή με το Πνεύμα του πατρός του· η υπόνοιά του έγινε δι' αυτόν βεβαιότης και ήδη έχει την πεποίθησιν ότι

Τότε εισέρχεται ο έντιμος Α . . . , βγάζει το καπέλλο του, ενώ με προσβλέπει, έρχεται κοντά μου, και λέγει σιγά σιγά: — Σου συνέβη κανένα δυσάρεστον: — Εμένα; είπα. — Ο κόμης σε έδιωξεν από την συντροφιά. — Να την πάρη ο διάβολος! είπα· ευχαριστήθηκα που βγήκα εις τον καθαρόν αέρα. — Καλά, είπε, που το παίρνεις ελαφρά!

Όταν τότε ευρίσκω τον περιπλανώμενον πολιόν ραψωδόν, ο οποίος επάνω στην εκτεταμένην έρημο ζητεί τα ίχνη των πατέρων του, και αλλοίμονο! βρίσκει τα μνήματά των, και τότε θρηνώντας προσβλέπει το αγαπητό αστέρι της εσπέρας, που κρύπτεται εις την κυμαινομένη θάλασσα, και οι χρόνοι του παρελθόντος επανέρχονται ζωηροί εις την ψυχήν του ήρωος, εκείνοι όταν η καλόβολη ακτίνα εφώτιζε τους κινδύνους των ανδρείων, και η σελήνη το καράβι που ξαναγύριζε στεφανομένο, νικηφόρο.

Προσβλέπει την Καρολίναν μειδειώσα, υψώνει απειλητικώς το δάκτυλο, και δύο φοράς στρεφομένη αναφωνεί το όνομα «Αλβέρτος» με σημαντικόν τόνον. Εν ενί λόγω εταράχθην, τα έχασα, και εισήλθα κατά λάθος μεταξύ άλλου ζεύγους, ώστε επήλθε μεγάλη σύγχυσις, και εχρειάσθη εκ μέρους της Καρολίνας όλη η παρουσία του πνεύματος και τράβηγμα απ' εδώ κι' απ' εκεί διά να επανέλθη γρήγορα η τάξις.