Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
Είχαν πη τόσα αδιάφορα πράγματα στο τραπέζι, είχαν αραδιάση τόσα λόγια και τόρα ξεκουράζουνταν μέσα σε μεγάλη σιωπή. Γύρω τους όλο το μεγαλείο και το μάγεμμα της νύχτας, τους μεθούσε και τους συνέπαιρνε από στιγμή σε στιγμή, κ' οι καρδιές τους ανάλυοναν από μεθυστικούς χτύπους, μέσα στην αδιάκοπη αναπνοή του κοιμισμένου γέρου, π' αντηχούσε στο πλάι τους ήσυχη κι ευτυχισμένη.
Στην ψυχή μου λιγά ένα πεύκο Αττικό. Ξέρω που το ρόδινο χαίρε του ήλιου στον Υμηττό αργεί να σβύση το βράδυ. Σαν την καμπύλη των γύρω βουνών είν' η γνώσι μου ήσυχη. Τι έχω να φοβηθώ ; Ο θάνατος αν έρθη αγριωπός να πάρη ένα παληό Αθηναίο, κινδυνεύει να τον δεχτώ καθώς τη γλυκειά βροχή και τον αλαφρόν αγέρα που ρίχνει τα φύλλα.
Ψηλά-ψηλά στο κατάρτι ο Καερδέν σηκώνει το άσπρο πανί, για να το γνωρίση από μακρυά ο Τριστάνος από το χρώμα. Ο Καερδέν βλέπει κι' όλα στα βάθη, τη Βρεττάνη .... Αλλοίμονο! σχεδόν αμέσως η κάλμα ακολουθεί την καταιγίδα, η θάλασσα γίνεται γλυκειά και ήσυχη σαν λάδι. Ο άνεμος έπαψε να φουσκώνη τα πανιά, κι' οι ναύτες πηγαίνουν άδικα βόλτες το καράβι δεξιά κι' αριστερά, μπρος και πίσω.
Αν με ρωτά, εγώ θαν του πω, κάλια κι' αφτός να σύρει 45 εσύ όπως, Μαβροσύγνεφε, μας οδηγάς στη στράτα.» Είπε, και τότες των θεών κι' αθρώπων ο πατέρας μ' ένα χαμόγελο ήμερο της μίλησε έτσι κι' είπε «Αν τότες, Ήρα, δέσποινα γελαδομάτα, μένεις ήσυχη εδώ μες στους θεούς και πας καθώς παγαίνω, 50 γλήγορα τότε ο Ποσειδός θαρρώ σκοπό θ' αλλάξει όπως εμείς τα θέλουμε, κιας προτιμά άλλη στράτα.
Είμαι για πολλές μέρες ήσυχη, όταν πηγαίνω σε κείνον. Έπειτα φεύγει πάλι και μ' αφίνει μόνον. Κι όταν ύστερ' από λίγες ώρες σηκώνουμαι από την εργασία μου και πηγαίνω να τη βρω, είναι μπροστά στο μικρό κομμό του Σβεν κ' έχει στα χέρια της τα πράματα που μια φορά είτανε δικά του. Έτσι γυρίζουν πάντα οι στοχασμοί της σε κείνον που είναι νεκρός και δεν υπάρχει τίποτε που μπορεί να την εμποδίση.
Και πώς χαιρόμουνα όταν την έβλεπα να μαζεύη φαιδρή κ' ήσυχη τα παιδιά γύρω της, να τους διηγιέται και να τους διαβάζη, έτσι όπως μονάχα αυτή μπορούσε να το κάνη! Κ' οι φωνές τους αντηχούσανε χαρωπές όλες μαζί, όταν εκείνο που τους διάβαζε έδινε αφορμή σε αστεία σχόλια.
Τα μάτια της τ' αμυγδαλωτά και μαύρα μου έδιναν υπόσχεσι να με φέρουν σε μια κοιτίδα ήσυχη, ευτυχισμένη, ακούνητη· και ο κόρφος της σε κόρφους άλλους πλέον γαληνεμένους και αμμόστρωτους, να δέση ο ναύτης άφοβα τη βαρκούλα του.
Τώρα, την έχασα διά παντός! Ω Κορδηλία, στάσου, μη φεύγεις, Κορδηλία μου, ακόμη... Α! Τι λέγεις... Ήτον γλυκειά, ήτον σεμνή και ήσυχη η φωνή της, και είναι τούτο στολισμός μεγάλος 'ς την γυναίκα!... Εκείνον οπού σ' έπνιξε του πήρα την ζωήν του! ΑΞΙΩΜ. Αλήθεια. Τον εφόνευσε; ΛΗΡ Δεν είν' αλήθεια; Πε το! Ήτον καιρός που έφθανε το κοπτερόν σπαθί μου να κάμη όλους να πηδούν!
Σε τέσσερεις μήνες μέσα, από την ήσυχη μοναξιά του βρέθηκε στα Βυζαντινά τα παλάτια· και θρονιάστηκε, όχι βασιλέας που ή από κλερονομιά ή με βία πήρε την κορώνα, παρά σαν άνθρωπος που έλαβε προσταγή να πάη εκεί να κάμη το χρέος του.
Είμαι το δέντρο που ακολουθεί τη γραμμή της προσευχής όταν ανεβαίνει από ήσυχη ψυχή. Είμαι η λόγχη που κοκκίνησε στο αίμα της δύσης και φρουρεί το Αόρατο απ' την άρνηση και την ειρωνεία. Είμαι στης γιορτές του τοπείου το μαύρο ράσο που δεν τέλειωσεν ακόμα τη δοκιμασία του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν