United States or Saint Helena, Ascension, and Tristan da Cunha ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και κατά τας στιγμάς εκείνας του συνέβαινε να μένη ως απολιθωμένος εις αφαίρεσιν, με το βλέμμα προσηλωμένον εις το κενόν, χωρίς να βλέπη και χωρίς ν' ακούη. Και εις την ψυχήν του έσταζε μελαγχολία, παραπλησία προς την νοσταλγίαν, με την διαφοράν ότι η νοσταλγία του νεαρού βοσκού δεν είχεν ωρισμένην διεύθυνσιν. Επόθει το άγνωστον· δεν είχε μάλιστα συνείδησιν ότι επόθι τι.

Κυρίως το βράδυ, εάν κάποιο αηδόνι κελαηδούσε, η νοσταλγία τον βασάνιζε. «Τι να σκέφτεται άραγε ο ντον Πρέντου που με περιμένει με την απάντηση της Νοέμι; Ο Θεός όμως θα φροντίσει και θα φροντίσει καλά, τώρα που εγώ, με το θανάσιμο αμάρτημά μου και τον αφορισμό μου είμαι μακριά από αυτές

Αισθάνομαι ότι έγκειται εν τη ψυχή μου η νοσταλγία του μηδενός, ο πόθος της ανυπαρξίας. Μόνον η αναίσθητος φύσις δεν φοβείται την ανυπαρξίαν, διότι δεν αισθάνεται την ύπαρξιν. Τελειοποίησις άρα των όντων μη είνε η εις την ύλην επιστροφή; Επί τεσσαράκοντα έτη εθώπευσα επί της καρδίας μου τα δόγματα του θείου Πλάτωνος, ζητών παρ' αυτών αναψυχήν και παραμυθίαν. Αλλά και ούτος με ηπάτησεν.

Έλυσε την μαντίλα από τον στολισμένο της λαιμό και άρχισε να μιλάει με νοσταλγία για το πανηγύρι. «Όλοι είναι εκεί, και τα εγγόνια μου, η Παναγιά μαζί τους. Όλοι εκεί είναι και δροσίζονται, επειδή βλέπουν τη θάλασσα….» «Γιατί δεν πήγατε κι εσείς;» «Και το σπίτι, κυρά μου; Όσο φτωχικό κι αν είναι ένα σπίτι δεν πρέπει να το αφήνει κανείς μόνο, αλλιώς θα μπει το στοιχειό.

Ναι, μοιάζει ίσως περσότερο με την ήσυχη πίστη για το μέλλον, που ζει στην ψυχή αντρών, που μέσα τους δεν πεθαίνει ποτέ όλως διόλου ο νέος. Ζούσε και στη δική μου ψυχή σα νοσταλγία και περάσανε δεκάδες χρόνια όσο να μπορέσω νακούσω το μήνυμά της.

Η μουσική, χαρούμενη και αισθησιακή, καλούσε στο χορό, μερικές φορές όμως άλλαζε στο παράπονο, σαν να την κούραζε η χαρά, σαν να ανακαλούσε με νοσταλγία την απόλαυση που περνά και να θρηνούσε για τη ματαιότητα όλων των πραγμάτων. Τότε και τα μελαγχολικά μάτια των φοράδων ακόμη έμοιαζε να τα πλημμυρίζει μια νοσταλγική γλυκύτητα.