United States or Uzbekistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Χρωστάω κ' εγώ, θα με βάλουν φυλακήΒρε αμάν, βρε ζαμάν, είχα και το κορίτσι που μου πέθανε· να το θάψω δεν είχα. Τίποτα ο γέρος. Θα το πουλήσω το αμανάτι, Νικόλα παιδί μου, κι' όσα πιάσω, ας ζημιωθώ κι' όλαΕίπε πως τα πούλησε, ο Θεός κ' η ψυχή του. Μου πέθανε και το κορίτσι. Εκεί που το κλαίγαμε και δεν είχαμε και να το θάψωμε, να σου τον ο γέρος! Με τα δάκρυα στα μάτια. «Ζωή σε λόγου σας.

Δε χρειάζεται· του είπε ο Αλαμάνος με κρυφή χαρά· ξημέρωσε πια. Πέθανε· τον έθαψαν τον Αρχαιολόγο. Κ' έμειναν εκείνοι καλά κ' εμείς εδώ καλήτερα. 1903. Μπαμ!... εξάφνισε τον αντίλαλο του δάσου κ' έκοψε των πουλιών το λάλημα.

Ο αληθινός φταίστης ήταν ο Δημητράκης με τη λιγομυαλιά και με τα πείσματά του. Αυτός ο μισοπάλαβος, ο αγράμματος, ο προδότης! Και τι έκαμε; Την πήρε μαζί του και να! την πέθανε· Αν έμενε στο σπίτι της, θα ζούσε ακόμα!... Και τη θέση της λύπης πήρε τώρα το μίσος του· μίσος κι αποστροφή για τον αδερφό του. Έτσι πήρε τον ανήφορο κ' έφτασε λαχανιάζοντας στο σπίτι της Ελπίδας.

Λεν πως πρέπει ο χρόνος να σωθή, για να γίνη το κακό. Αχ! γιατί ο πατέρας να πεθάνη; Να ζούσε, θα είμαστε δεκατέσσερεις. Πρόπερσι πέθανε· μεγάλωσαν τα παιδιά και μας τάβαλαν πια κι αφτά στο τραπέζι μαζί μας. Έτσι θέλησε ο παπούς. Έτσι το θέλησε η κακή μου η τύχη! Η μητέρα μου τόλεγε πέρσι. Είχε δίκιο. Όχι! δεν την άκουσα. Να μην καθήσουνε στο τραπέζι δεκατρείς. Δεν την άκουγα και γελούσα.