United States or Saudi Arabia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άσπασαί μοι την Πογγίαν, την Βεάτην και την Πίαν, τας αγαπητάς μοι εν Χω αδελφάς. Να τας συμβουλεύης να μη δοθώσιν εις την άσκησιν και εις την σκληραγωγίαν, διότι τούτο θα τας κάμη να φαίνωνται ως γραίαι, και θ' αποβάλωσι το κόσμημα του κάλλους, το οποίον είνε έν εκ των επτά αγίων χαρισμάτων. Όλος ασπασίως εις σε, μένω. Ο φίλος, Άγγελος Δερμίνιος, μοναχός εκ του τάγματος του Αγ. Βενεδίκτου.

Και πού ευρίσκεται τώρα η αδελφή σου; Ο Μάχτος ουδεμίαν είχεν αφορμήν ίνα ψευσθή, και απήντησεν ότι ευρίσκετο εις το γυναικείον μοναστήριον. Εντεύθεν λοιπόν εγίνωσκεν ο Σκούντας το καταφύγιον της Αϊμάς, καθ' ον χρόνον ο Τρανταχτής τω ανέθηκεν την απροσδόκητον εκείνην αποστολήν, ίνα κομίση προς την Βεάτην την αντικλείδα, ην αυτός ο Μάχτος είχε πάλιν κατασκευάσει.

Και έπειτα λέγει ο Ρωμαίος σατυρικός, ότι ημείς οι άνθρωποι θεοποιούμεν την τύχην. Περί όρθρον της επιούσης εγερθείς ο Σκούντας ήρχισε την οδοιπορίαν, και μικρόν μετά την ανατολήν του ηλίου έφθασεν εις το μοναστήριον. Ο πυλωρός τω προέτεινε δυσκολίας. Αλλ' ο Σκούντας εζήτησε θαρραλέως την Βεάτην, και μετ' ολίγον ήλθεν αύτη εις τον Πυλώνα.

Η Βεάτη εσκέφθη ότι ίσως η ξένη εκοιμάτο, και αφού το πράγμα ούτως είχεν, η Σιξτίνα μη έχουσα ν' αποτείνη τον λόγον πρός τινα, δεν ήτο ανόητος να ομιλή μόνη της, και ούτω συνέβαινεν ώστε αυτή, η Βεάτη, καίπερ τείνουσα υπερμέτρως τα ώτα, ουδέν όμως ήκουεν. Η εικασία αύτη εφάνη εις την Βεάτην η λογικωτάτη, εξ όσων είχε κάμει ποτέ. Εν τούτοις ηκροάτο εισέτι.

Κατόπιν της επιστολής τη έστειλεν ο Μάχτος και άλλον φίλον. Προ δύο ωρών ο Σκούντας και η Βεάτη είχον αναβή τας τέσσαρας κλίμακας τας αγούσας εις το υπερώον, και συνωμίλησαν μετά της Αϊμάς διά του μέσου του γνωστού εις την Βεάτην. Ο Σκούντας μετεβίβασεν εις την Αϊμάν τους χαιρετισμούς του Μάχτου! Η Αϊμά τον ηρώτησεν, αν θα έλθη ο Μάχτος ταχέως καθώς τη είχεν υποσχεθή διά της επιστολής.

Ο Σκούντας τη εσύριξε μακρόθεν το όνομα του Τρανταχτή και η μοναχή έσπευσε να διατάξη να τον εισαγάγωσιν. Ο Σκούντας δι' ολίγων λέξεων εξήγησεν ότι ο φίλος του Τρανταχτής, τυρβάζων περί σπουδαίας υποθέσεις, δεν εσχόλαζε να έλθη, και έπεμψεν αυτόν προς την Βεάτην. Η μοναχή ευηρεστήθη εκ της προθυμίας και εκ των φιλοφρόνων τρόπων του Σκούντα, και τον προσεκάλεσεν εις το μαγειρείον.

Αλλά δεν μ' είπες τι συμφέρον έχει ο Τρανταχτής εις την υπόθεσιν αυτήν. Ο Σκούντας ηναγκάσθη ν' αυτοσχεδιάση ιστορίαν τινά, και να διηγηθή αυτήν προς την Βεάτην. — Ο Τρανταχτής ήλπιζεν ότι την βλέπεις καθ' ημέραν, και διά τούτο ήθελε να σου την συστήση να την περιποιήσαι. Ο Τρανταχτής είνε φίλος της οικογενείας της.

Τη στιγμή ταύτη εφάνη εις την Βεάτην ότι ήκουσεν ως πνοήν ή στεναγμόν τινα, κίνημά τι ανθρώπου αφυπνιζομένου. Ηκροάσθη. Δεν ήκουσε πλέον τίποτε. Ενόμισεν ότι ηπατήθη την πρώτην φοράν. Ητοιμάζετο να κρούση και εκ τρίτου. Αλλά συγχρόνως ήκουσε βήματα εκ του αντιθέτου μέρους. Διά της κλίμακος ην είχεν αρτίως αναβή, ανέβαινέ τις.

Εγώ; όχι, Μα το Ναι. — Και τι έλεγες πρωτήτερα; — Διά να πάγω εγώ; Εχωράτευα, είπεν ο Σκούντας. — Ώστε έχεις και συ δουλειά; — Δεν πιστεύω, αλλά τι με μέλει; — Δεν σε μέλει λοιπόν διά την δυσκολίαν του φίλου σου; — Ποίαν δυσκολίαν; — Είνε μία δυσκολία αυτό δι' εμέ, είπεν ο Τρανταχτής. Δεν θέλω να δυσαρεστήσω την Βεάτην. Ο Σκούντας έσεισε τους ώμους. — Λοιπόν δεν γίνεται; είπεν ο Τρανταχτής.