United States or Fiji ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτω και η ημετέρα ηρωίς, αφού παρεχώρει εις τον εταίρον της σύντομον παρηγορίαν ή ταχύν ασπασμόν, ως ρίπτει τις δεκάλεπτον εις την χείρα πτωχού, έστρεφεν έπειτα εις αυτόν την ράχιν, την μεν νύκτα ίνα κοιμηθή, την δε ημέραν, ίνα συναναστραφή μετά των βιβλίων ή των αυλικών της, ων αι επισκέψεις διεδέχοντο αλλήλας από πρωίας μέχρι νυκτός.

Εκείνο όμως το οποίον περισσότερον απ' όλα μ' εβασάνιζε και μ' εστενοχωρούσεν ήτο, ότι σπανίως κατώρθωνα να ιδώ μόνην και ήσυχην την Χριστίναν. Ούτε στρατάρχης κατά την παραμονήν κρισίμου μάχης ηδύνατο να είνε όσον εκείνη απησχολημένος. Τα τρεξίματα εις τα εμπορικά διεδέχοντο τα συμβούλια με τας φιληνάδας της.

Ο Πετρώνιος, όταν του ανέφεραν τους λόγους τούτους, ανέκραξεν: «Αφού ήρχισε τώρα να συγκρίνη τον εαυτόν του και με τον Βρούτον, όλα εχάθησανΕν τοσούτω αι ημέραι διεδέχοντο τας ημέρας. Τα αμφιθέατρα ήσαν έτοιμα. Ήρχισαν να διανέμουν τα εισιτήρια διά τους εωθινούς αγώνας. Αλλά την φοράν αυτήν, λόγω της ανηκούστου αφθονίας, επί εβδομάδας και μήνας.

Η Δεκέλεια πρώτον μεν υπό όλου του στρατού τειχισθείσα κατά το θέρος εκείνο, ύστερον δε κατεχομένη υπό των φρουρών, τας οποίας έστελλαν αι ομόσπονδοι πόλεις και αι οποίαι διεδέχοντο η μία την άλλην, πολύ έβλαπτε τους Αθηναίους, και η απώλεια την οποίαν ένεκα της περιτειχίσεως αυτής υπέστησαν, τόσον εις χρήματα, όσον και εις ανθρώπους, εδείνωσε τα πράγματα.

Έπειτα την μελαγχολίαν της διεδέχοντο εξάψεις νευρικαί, θυμοί αδικαιολόγητοι, δάκρυα, αναμνήσεις του μακαρίτου του συζύγου της, παιδαριώδη καμώματα, συχναί επισκέψεις εις τον μικρόν καθρέπτην προ του οποίου εκαλλωπίζετο η Μαργή, ενίοτε δε γέλωτες αδικαιολόγητοι. Επέρασαν περί τους τρεις μήνες και έφθασαν αι εορταί των Απόκρεων.

Αι στιγμαί διεδέχοντο αλλήλας εντός της νυκτός· εκ των μεγάλων ορνιθοτροφείων των κήπων της Δομιτίας έφθασε μέχρις αυτών το άσμα του αλέκτορος. Εκείνος έμεινε γονυπετής, ακινητών ως άγαλμα. Τέλος ηρώτησε: — Τι οφείλω να πράξω πριν αποθάνω, δέσποτα;

Σώστην ούτε εικόνες υπήρχον ούτε, πιθανώς, κηρία. Αι ώραι διεδέχοντο αλλήλας ανιαραί και ατελεύτητοι, την δε στενοχωρίαν ημών ηύξανε προ πάντων το άδηλον του αριθμού των όσαι απέμενον ακόμη να διανύσωμεν ριγούντες επί του ξηροβράχου. Η θέσις ημών ήτο ως δυστυχούς καταδικασθέντος υπό σκληρού δικαστηρίου εις την ποινήν αορίστου αριθμού ετών προσκαίρων δεσμών!

Μας εξένιζε δε ακόμη και πάντοτε ανεξήγητος μας εφαίνετο η ενδυμασία του συμμαθητού μας και η αιφνιδία της πολλάκις μεταβολή. Τα καινουργή του φορέματα διεδέχοντο αίφνης άλλα ωραιότερα, χωρίς τινα λόγον, ταύτα δε επαλαιούντο πάλιν εις τους ώμους του και κατέπιπτον σχεδόν εις ράκη, εν μέσω χειμώνος πολλάκις, χωρίς ποτέ να παρεμβή κλωστή ή βελόνη προς διόρθωσιν ή αναπλήρωσιν της φθοράς.