Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Αλλ' ενώ ταύτα πάντα έπραττε μηχανικώς, ο οφθαλμός αυτής πανταχού ανεζήτει τον Φλώρον, και το πνεύμα επτερύγιζε περί την κλίνην της ως μέλισσα περί άνθος, πολλάκις δε εις το διάστημα της ημέρας εκείνης εψιθύρισεν ως Προφητάναξ «Τις δώσεί μοι πτέρυγας ωσεί περιστεράς και πετασθήσομαι και καταπαύσω! »

Σήκω τώρα να πηγαίνουμε. Θα είνε παρά πάνω από δέκα η ώρα . . . Το φεγγάρι όσο πάει και γέρνει εκεί κάτω, και θα τα βρούμε σκούρα στον κατήφορον, ανάμεσα στα ρέμματα και στον ελαιώνα. Πάμε, μπάρμπ’-Αλέξανδρε. Εσηκώθη κ' εφόρτωσε τα πράγματα εις το ζώον. Αλλά την τελευταίαν στιγμήν ανεζήτει το ψάθινο καπέλλο του, και δεν ενθυμείτο πού το είχε πετάξει. Εγώ είχα φορέσει το υπόδημά μου.

Εν τοσούτω ο Βινίκιος ανεζήτει εις μάτην την Λίγειαν και τω επήλθεν η ιδέα ότι δεν θα την έβλεπε πλέον ζωντανήν. Ευτυχώς ο φύλαξ των Λάκκων ήλθεν εις βοήθειάν του. — Πρέπει να μεταφέρετε τους νεκρούς αμέσως, είπεν ούτος, εάν δεν θέλετε να αποθάνετε σεις και οι φυλακισμένοι. — Είμεθα δέκα δι' όλα τα υπόγεια, παρετήρησεν ο δεσμοφύλαξ, και όμως πρέπει να κοιμηθώμεν.

Συγχρόνως ορμήσας την ενηγκαλίσθη και το στόμα του ανεζήτει τα χείλη της, ψιθυρίζον λόγους αγρίου ερωτικού παροξυσμού. Η κόρη τον απώθει και επροσπάθει να τον αποφύγη ανακλίνουσα την κεφαλήν. Αλλά ποία δύναμις ήτο ικανή να λύση τους βραχίονας οίτινες την περιέσφιγγαν; Η δύναμις αυτή ευρέθη εις έν όνομα, το οποίον βλέπουσα το μάταιον της αντιστάσεώς της η Πηγή, επρόφερε: — Ο Στρατής! ο Στρατής!

Εκ δε της Κω φθάσας διά νυκτός εις την Κνίδον ηναγκάσθη υπό των παραινούντων Κνιδίων να μη αποβιβάση τους ναύτας, αλλά, ως είχε, να πλεύση ευθύς εναντίον των είκοσι πλοίων των Αθηναίων, τα οποία έχων ο Χαρμίνος, εις των στρατηγών της Σάμου, παρεμόνευε τα εικοσιεπτά εκείνα πλοία, τα οποία ήρχοντο εκ της Πελοποννήσου και τα οποία ανεζήτει ο Αστύοχος.

Είχε κολακεύσει τον πλούσιον μυλωθρόν, ότι ήτο κυνηγός από το καντόνιόν του εκείνος, που έρριπτε τας καλυτέρας βολάς και ετιμάτο από όλους τους άλλους. Τώρα πράγματι ήτο ο Ρούντυ το αγαπημένο της τύχης παιδί: αυτό το πράγμα χάριν του οποίου περιώδευσε εδώ, και εδώ επί τόπου είχε σχεδόν λησμονηθή, τον ανεζήτει αυτό.

Η Αϊμά αισθανθείσα ψύχος περί την αυγήν, είχε συσταλή εις μίαν κόγχην και έκλινε την κεφαλήν. Ανοίξασα δε τους οφθαλμούς μετ' ολίγον, εύρεν εαυτήν μόνην, και ανεζήτει τον Πρωτόγυφτον. Αλλ' ούτος είχε γείνει άφαντος ήδη. Η Αϊμά ήλθε μέχρι της θύρας και περιέβλεψε μήπως ίδη αυτόν. Αλλ' ουδαμού ήτο ο Πρωτόγυφτος. Είδε μόνον η Αϊμά τον Πλήθωνα, καθήμενον μακράν του σπηλαίου και εμβλέποντα προς αυτήν.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν