Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025


Επεστρέψαμεν μετά σπουδής εις το πλοίον και ανεχωρήσαμεν και όταν ήρχιζε να φωτίζη, διεκρίναμεν ξηράν και εμαντεύσαμεν ότι είνε η ήπειρος η αντίθετος προς την ιδικήν μας.

Και τα ερείπια δε ήσαν αξιοπερίεργα, μολονότι, καθ' όσον ενθυμούμαι, αι αρχαιολογικαί διασαφήσεις του Κυρίου Σχολάρχου, όστις ήτο και αυτός εκ των της συνοδίας, μου εφάνησαν μάλλον φαντασιώδεις. Επεστρέψαμεν από τον περίπατον πολύ εξώρας. Ο Κ. Μελέτης έβλεπεν ανά πάσαν στιγμήν το ωρολόγιόν του.

Χθες το βράδυ εβγήκε περίπατο με την Μαριάννα και τη μικρή Αμαλία· το ήξευρα και τας συνήντησα και επήγαμεν μαζί. Μετά πορείαν μιάμισης ώρας επεστρέψαμεν εις την πόλιν, παρά την βρύσιν, η οποία τόσον μου ήτο πολύτιμος και τώρα χιλιάκις πολυτιμοτέρα. Η Καρολίνα εκάθησεν εις τον μικρόν τοίχον, εμείς δε εστεκόμεθα μπροστά της.

Την επομένην εβδομάδα επεστρέψαμεν εις την Σύραν, μετά τετράμηνον διαμονήν εις την Ζιάν, αφού ανέκτησα την πριν ησυχίαν μου, όλην μου την πεζότητα και δυο οκάδες περισσότερον βάρος, ως επείσθην ζυγισθείς κατά την απόβασιν εις τον στατήρα του τελωνείου.

Πού λοιπόν αι υποσχέσεις ασφαλείας ; Πού η ελπίς ότι τα δεινά ετελείωσαν ; Είχον οι γέροντες δίκαιον! Επεστρέψαμεν αμέσως εις Μεστά, βαδίζοντες ταχύτερον ή ότε ηρχόμεθα, και άνευ της προτέρας φαιδρότατος. Οι εκεί εξεπλάγησαν ότε μας είδον επιστρέφοντας, η δ' αφήγησις της εις Ελάταν σκηνής τους κατετάραξε, και η προτέρα αδημονία διεδέχθη διά μιας τας μόλις ριζωθείσας ελπίδας.

Εκεί, λευκή τις σκιά επί των υδάτων επέσυρε το βλέμμα μου. Την δεικνύω προς τους ναύτας. Κωπηλατούμεν, πλησιάζομεν. Ήτο ο λευκός της Ανδριάνας κεφαλόδεσμος. Εμείναμεν ώραν πολλήν περί το σημείον εκείνο, αλλά τίποτε δεν εφαίνετο, δεν ηκούετο τίποτε, εκ δε του πλοίου ο πλοίαρχος έκραζε να επιστρέψωμεν. Επεστρέψαμεν.

Έθλιψα εν σιωπή την χείρα του. Κατ' εκείνην την στιγμήν αντήχησεν αίφνης δριμύς ο συριγμός του ατμοπλοίου και εφάνησαν εν μέσω του προβαίνοντος σκότους, ως φάσμα, οι ιστοί και η καπνοδόχος του επί των ησύχων υδάτων του κόλπου. Ο Παντελής τρέχων προς ημάς μας προσεκάλει μακρόθεν. — Καιρός, Κύριοι, εφώναζεν. Επεστρέψαμεν προς την λέμβον.

Ήτο λαμπρά εαρινή πρωία και ότε επεστρέψαμεν εκ της εκκλησίας, αντί να μείνω εντός της οικίας, λαβών εις χείρας την νηστήσιμον τροφήν μου υπήγα να προγευθώ επί του εξώστου. Αλλ' άμα ήνοιξα την επ' αυτού θύραν και ύψωσα το βλέμμα προς το πέλαγος, είδα θέαμα, το οποίον με κατέπληξε. Παράτησα το πρόγευμα και έδραμα προς τον πατέρα μου.

Με απασχολούσε τούτο, και ότε προς την εσπέραν επεστρέψαμεν εις την οικίαν του παπά, και εις μίαν τράπεζαν επίναμεν γάλα, και η ομιλία εστράφη προς τας ηδονάς και λύπας του κόσμου δεν ηδυνήθην παρά να λάβω την ευκαιρίαν και εξ όλης καρδίας να ομιλήσω εναντίον της δυσθυμίας της ψυχής.

Και μάλιστα αυτά όλα πλέον απ' εδώ και εις το εξής σεις οι Λακεδαιμόνιοι τα διηγείσθε και τα αναπτύσσετε. Αμέ τι; Και απ' εδώ ακριβώς αρχίσαμεν την παρέκβασιν, ενώ ωμιλούσαμεν περί νόμων, παρασυρθέντες από την μουσικήν και τα μεθύσια, και τόρα πάλιν εις τα ίδια επεστρέψαμεν, κάπως με την βοήθειαν του θεού, και ο λόγος μας μας δίδει κάποιαν αφορμήν.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν