United States or Vatican City ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τώρα πλέον θα πάμε 'στό σπήτι μας, Αϊμά.. .. χμ..· θα ζήσωμεν ήσυχα από 'δώ κ' εμπρός. Κανένας δεν θα μας πειράξη. Πέρασες καλά αυταίς ταις ημέραις; Η Αϊμά δεν απήντησε. — Ο Βούγκος και ο Μάχτος, επανέλαβεν ο Πρωτόγυφτος, είνε καλά, έμαθα, τα δύο μας παιδιά. Να δουλεύουν τάχα το αργαστήρι, ή μη το παράτησαν; Εκείνη η στρίγλα η μάννα τους τα φταίγει όλα.

Να σου ειπώ, αδερφή, της λέγει· Μια φορά πασάνας φταίγει, Μόν ο φρόνιμος σαν πάθη, Υστερώτερα θα μάθη Να νογάη, και να προβλέπη Να φυλάγεται όπως πρέπει· Έτζι εγώ μες το τριφύλλι Δε μ' απόσταινε τ' αχείλι, Άνοιξι και καλοκαίρι, Να λαλώ το μεσημέρι· Μόν αφόντης μ' έχουν πιάση, Η ανάγκη μ' έχει βιάση Το συνήθιο μου ν' αφήσω, Κι' άλλα μέτρα ν' αποχτήσω.

Τι λέγεις λοιπόν; — Δεν τον είδα πού πήγε. Τον είδα μόνον ποίον δρόμον επήρε. — Και δεν τον ακολούθησες; Ο βοσκός εκύτταξε τον ιππότην, ως να εζήτει παρ' αυτού δικαιολογίαν. Εφαίνετο λέγων αυτώ: Δεν μοι έδωκες παραγγελλίαν να τον ακολουθήσω. Ο ιππότης λαβών τον λόγον είπε·Δεν φταίγει αυτός, αρχηγέ. — Ποίος λοιπόν; — Δεν τω είπα εγώ να τον ακολουθήση. — Αλλά τι τω είπες;

Αν ο τρίτος του παγαίνει, Επειδή και δεν προσμένει Να του κάμη ο γιατρός, Όσα η τέχνη υπαγορεύει, Ο Ματζούκας μας λαθεύει, Ή του φταίγει ο καιρός; Μον αυτά των σύντεχνών του Λόγια ενάντια στο σκοπόν του Δεν τα βάνει παντελώς.

Εξήλθεν εις την θύραν όπως μάθη τι συνέβανε, φορών έτι τα εμβλήματα της ιερωσύνης, ά περιεβάλλετο κατά τας τελετάς, ή κατά τας παρωδίας εκείνας. Ο Θεόδωρος πλήρης φόβου και ανησυχίας έσπευσε προς αυτόν. — Δεν ειξεύρω. Δεν είνε τίποτε. Ένα σκυλί φωνάζει. Ησυχάσατε, κύριέ μου. Φταίγει αυτός ο κούτσαυλος, οπού μου έφερεν εδώ αυτό το μανδρόσκυλο.

Ο Ματζούκας τάχα φταίγει, Του αρρώστου του άντα λέγει Να ρουφήση αυγό ψητό, Και ο άρρωστος πεθαίνει, Αφορμής παραχορταίνει Απ' αυγό σφιχτά βραστό; Αν τον αστενή διορίση Το καθάρσιο να στραγγίση, Κι' ο εμπαθής, να καταπιή Μη μπορόντας, το αφίνει, Και λαβαίνει κακοσύνη, Πιος του είπε να μη πιή!

« Κι' αμέσως ο πανάθλιος » Με δακρυσμένο 'μάτι » Εσήκωσε τα χέρια του «'Σ τον ουρανό και λέγει: » Θεέ! ... Μεγαλοδύναμε! ... » Ποιος άνθρωπος δεν φταίγει; » Να με σχωρέσης, ένανε » Φρικτό σου 'παναστάτη