United States or Montenegro ? Vote for the TOP Country of the Week !


&Ορισμός του μέσου.& — Επειδή δε προηγουμένως είπαμεν ότι πρέπει να εκλέγωμεν το μέσον και όχι την υπερβολήν ούτε την έλλειψιν, το δε μέσον είναι καθώς υπαγορεύει ο ορθός λόγος, ας ορίσωμεν τόρα τούτο.

Όσα όμως συντελούν εις την υγείαν ή εις την ευεξίαν και είναι ηδονικά, αυτά θα τα επιθυμήση με μέτρον και όπως πρέπει, και τα άλλα ηδονικά όσα δεν είναι εμπόδια εις αυτά, ή δεν είναι έξω από το καλόν, ή δεν υπερβαίνουν τα οικονομικά του. Διότι όστις είναι τοιούτος εκτιμά τας ηδονάς περισσότερον από όσον αξίζουν, ενώ ο σώφρων δεν είναι τοιούτος, αλλά καθώς υπαγορεύει ο ορθός λόγος.

Άρά γε λοιπόν, έχεις και συ παρομοίαν ιδέαν δι' αυτήν, ή φρονείς ότι η Επιστήμη είναι ωραίον πράγμα και ικανόν να κυβερνά τον άνθρωπον, και ότι αν κανείς γνωρίζη τα καλά και τα κακά, δεν είναι δυνατόν να κυριευθή από κανέν πράγμα, ώστε να κάμνη άλλα παρά εκείνα τα οποία υπαγορεύει η γνώσις, αλλά ότι η φρόνησις είναι ικανή μόνη να σώση τον άνθρωπον;

ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Θα ακολουθήσω ακόμη την πληγωμένην τύχην του Αντωνίου, μολονότι η λογική μου υπαγορεύει να πράξω το εναντίον. Αλεξάνδρεια. Δωμάτιον εν τοις ανακτόροις. Εισέρχεται ο ΑΝΤΩΝΙΟΣ μετά πολλών υπηρετών. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ακούσατε· η γη μου απαγορεύει να βαδίσω πλέον επ' αυτής, αισχύνεται να με φέρη! — Πλησιάσατε, φίλοι. Τόσον πολύ εβραδυπόρησα εις τον κόσμον, ώστε έχασα διά παντός τον δρόμον.

Πλάνη τις ίσως υπαγορεύει τους λόγους σου. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Σύνηθες είναι να συστέλλεται τις ενώπιον των νέων φίλων, και μάλιστα όταν περί γάμου πρόκηται. ΑΧΙΛΛΕΥΣ Αλλ' ουδέποτε εγώ, βασίλισσα, υπεσχέθην γάμον μετά της θυγατρός σου, ούτε εκ των Ατρειδών εγένετο προς εμέ τοιαύτη πρότασις.

&Αν είναι δυνατόν να αδική κανείς τον εαυτόν του.& — Και τόρα είναι φανερόν από όσα είπαμεν, αν είναι δυνατόν ή όχι να αδική κανείς τον εαυτόν του. Δηλαδή μερικά μεν δίκαια τα υπαγορεύει ο νόμος συμφώνως προς όλην την αρετήν, λόγου χάριν δεν υπαγορεύει ο νόμος να αυτοκτονούμεν. Όσα δε δεν υπαγορεύει, τα απαγορεύει.

Ομοίως δε και τα έργα όσα είναι σύμφωνα με τας άλλας αρετάς και τας κακίας τα μεν πρώτα τα υπαγορεύει, τα δε δεύτερα τα απαγορεύει, ορθώς μεν ο νόμος όστις είναι νομοθετημένος ορθώς, κακώς δε ο απρομελέτητος. Αυτού του είδους λοιπόν η δικαιοσύνη είναι μεν τελεία αρετή, όχι όμως απολύτως αλλά ως προς άλλο πρόσωπον.

Αλλά η τοιαύτη έκφρασις είναι μεν αληθής, δεν είναι όμως σαφής. Διότι και εις τας άλλας επιμελείας, εις όσας περιστρέφεται η επιστήμη, τούτο είναι αληθές, ότι δηλαδή δεν πρέπει ούτε περισσότερα ούτε ολιγώτερα να φιλοπονούμεν ή να παραμελούμεν αλλά τα μεσαία και καθώς υπαγορεύει ο ορθός λόγος.

Και επειδή δεν ημπορούν να τα κρατήσουν και νομίζουν ότι είναι ανώτεροι από τους άλλους, εκείνους μεν τους περιφρονούν, αυτοί δε κάμνουν ό,τι τύχη. Διότι μιμούνται απλώς τον μεγαλόψυχον, ενώ δεν του ομοιάζουν, τούτο δε το κάμνουν εις όσα ημπορούν. Και λοιπόν όσα υπαγορεύει η αρετή δεν τα εκτελούν, αλλά μόνον περιφρονούν τους άλλους.