United States or Togo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πάντα μαλώματ' αγαπάς, και πόλεμους και μάχαις. Ει δε πολ' είσαι δυνατός, τούτ' ο Θεός σε το 'δωσ'. Ύπαγετην πατρίδα σου με τους δικούς σου φίλους, Και μ' όλα τα καράβια σου, και δα τους Μυρμηδόνας Βασίλευε. Κ' εσέν' εγώ δεν σε ψηφώ, αλλ' ούτε Φροντίζω, αν εθύμωσες· αλλά και σε καυχηούμαι.

« Αν αρχινήσω και σας 'πω » Ταις μάχαις πώχω κάμει » Τι θε να 'πήτε;» — » ω, . . κ' εγώ » Αν θα σας 'πω, παιδιά μου » Το πώς μου 'τσάκισε ο Αλή » Πασσάς τα κόκκαλά μου, » Φώναξε ο Δράκος, · θα χυθούν. » Τα δάκρυα σας ποτάμι.» « Βελεστινέ · μου!

Αλλά μ' ευρήκε » Βόλιτο μέτωπο ζεστό » Και μεςτη γη μ' αφήκε. » Τρέχουν μ' αρπάζουν τα παιδιά. » Και η ψυχή μου βγαίνει.» «'Σ το Μεσολόγγι, Μάρκο μου. » Θυμάσαι; 'ς το πλευρό σου » Πολέμησα!.» Χωρίς, χωρίς Να σηκωθή ο Γρίβας Ο Θοδωράκης · φώναξε, Άλλος νέος Αννίβας. « Και πόσαις μάχαις έκαμα » Μετά το θάνατό σου!...»

Είπε και απ' το καλόκτιστο παλάτι εξήλθ' εκείνος, κ' επήγεν εις τον Πείραιον, 'που πρόθυμα τον δέχθη. τότ' οι μνηστήρες κύτταζαν ένας τον άλλον και όλοι κεντούσαν τον Τηλέμαχον και ανάπαιζαν τους ξένους· και κάποιος τότε ωμίλησε των αποτόλμων νέων· 375 «Τηλέμαχε, κακόξενος, ως είσαι, δεν είν' άλλος· τούτον ως έχεις τώρα εδώ τον ρυπαρόν πλανήτην, 'που τρώγει πίνει αχόρταστος, ούτετην εργασία ούτεταις μάχαις έμπειρος, της γης χαμένο βάρος. και άλλος σηκώθη πάλι εδώ τον μάντη να σου κάμη· 380 αλλ' αν μ' ακούσης πλειότερην ωφέλεια θ' αποκτήσης· εις κάραβο πολύσκαρμον ας φορτωθούν οι ξένοι ν' αποσταλούντους Σικελούς, κέρδος καλό να πάρης».

Έσβυσ' εκείνη η φλόγα της. Πλην μεςτα σωθικά της Καίει μια άσβεστη φωτιά, Που καρτερεί μια 'μέρα Ν' ανοίξη μια τρυπούλα της, Να πάρη 'λίγο αέρα, Να βγάλη φλόγα τρομερή Και πάλι η φωτιά της. Πόσαις φοραίς απ' ταις 'ψηλαίς Του γέρου Πίνδου ράχαις Αγνάντεψα την καταχνιά Μακρυά, 'ς την Άγια Μαύρα, Και είπα ότι άναψε Και πάλ' εκείνη η λάβρα, Κ' είπα πως πάλι άναψαν Του Έλληνος η μάχαις! . . .

Δεν ψάλλω εδώ της Αθηνάς τα έργα και τη δόξα, 35 Ή του πανούργου Έρωτα τα φλογισμένα τόξα. Μον τραγουδώ τον άπονο τον ταραχώδην Άρη, Που στα νεκρά κορμιά πατάει με πρόθυμο ποδάρι· Της μάχαις πάντα ορέγεται, τον κόσμο ανακατόνει, Για να πληθαίνει ο πόλεμος, για ν' αβγατάν οι φόνοι. 40 Και μ' απερίγραφτη ασπλαχνιά και μ' άγρια σκληροσύνη Των ζωντανών τα αίματα ωσάν ποτάμι χύνει.

Ε πόσο δα θα ευφρανθή ο Πρίαμος, κ' οι υιοί του, Και θα χαρούν πάρα πολλά κι' οι άλλοι Τρωαδίτες, Αν μάθουν όλα τούτα σας, και ότι πολεμηέσθε Εσείς των Δαναών οι πρώτ' εις ταις βουλαίς και μάχαις. Πεισθήτε όμως, ότ' οι δυω νεώτεροί μου είσθε. Εγώ συνέζησα ποτέ μ' άνδρας καλλίτερούς σας, Κ' εκείν' εμένα πώποτε δεν με καταφρονούσαν.

Γνωστά τοις πάσιν είνε τα κατορθώματα του ιερού αυτών λόχου, ουχί όμως επίσης πασίγνωστον ότι η φιλία, η συνδέουσα και καθιστούσα τους ήρωας τούτους ανικήτους εν ταις μάχαις, προήρχετο εκ της υπό το σχήμα μεταλήψεως του Ορέστου και Πυλάδου. Τοιαύτα και μύρια άλλα, ων μακρά ήθελεν αποβή η αφήγησις, των οπωρών τούτων τα κατορθώματα.