United States or Uruguay ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ήρχισεν εκείνας τας ημέρας την επίπονον εργασίαν πίσω εις τα δάσος με τους ανθρακείς. Συνέπεσε δ' απροσδοκήτως να εύρη και πολλήν ανακούφισιν του πένθους του μέσα εις τον ναΐσκον εκείνον του Αγίου Αντωνίου όπου πλέον κάθε βράδυ εξεπέζευεν από το γαδουράκι του.

Η εργασία μετά των ανθρακέων εξηκολούθει εις το δάσος πίσω, εις την Κεχριάν. Μετ' ολίγον θα ετοιμάζοντο και τα καμίνια διά τα κάρβουνα. Ο παπά-Κονόμος κάθε βράδυ επέστρεφεν από τον Άγι-Αντώνη με το γαδουράκι του. Εξεπέζευε, και εμβαίνων εις τον ναΐσκον εκάθητο εις το στασιδάκι του, πότε διαβάζων εκεί τον εσπερινόν του, και πότε διαλογιζόμενος περί ψυχών πάντοτε και περί μελλούσης δόξης.

Εστάθη όρθιος, και έκαμε τον σταυρόν του. Μία μέρα ήλθε κουρασμένος από μίαν μακρυνήν λειτουργίαν, από τον Πλατανιά. Ήτα φθινόπωρον, ήτο ζέστη· το γαδουράκι εκεί οπού το άφησε να βοσκήση στης καλαμιαίς των θερισμένων αγρών, εδραπέτευσε, και ήλθε πεζός ο παπά-Κονόμος. Κ' εκράτει κ' ένα ταγαράκι γεμάτο φρέσκα φασουλάκια που τον εφίλεψαν.

Όταν απερνούσεν από τον Άγι-Αντώνηκαι απερνούσε κάθε βράδυ, εκείναις ταις ημέραις ο παπά-Κονόμος, καβάλα στο γαδουράκι τουησθάνετο μεγάλην χαράν να ξεπεζεύση εις την αυλίτσαν του μικρού εξωκκλησίου, να έμβη μέσα, να χαιρετίση τας αγίας εικόνας και έπειτα να καθίση στο μόνον στασιδάκι, όπου υπήρχεδιά τον ψάλτηνκαι να ξεκουρασθή, αφαιρούμενος σιωπηλός με τα μικρά κανδήλια, οπού εφεγγοβολούσαν εκεί, στην αράδα, την γαλήνην και την ανάπαυσιν, πραγματικήν εκεί και ζωντανήν ανάπαυσιν, αντανακλώντα το ακίνητόν των φως εις τας ακινήτους μορφάς των αγίων.

Κάθε χρόνο την είχαμε την καλοπέραση τούτη.... Σηκωθήκαμε πρωί πρωί, τοιμαστήκαμε, μανταλώσαμε τα παράθυρα, κλειδώσαμε τις πόρτες, και τραβήξαμε κατά τον κάμπο, με το γαδουράκι του γέρου φορτωμένο δισάκκια, ζεμπίλια, και στρωσίδια. Ήρθαμε και τα βρήκαμε όλα σε τάξη.

Τρελλή ξετρελλή, την παίρνουν οι λεβέντηδες και την καθίζουνε στο γαδουράκι μπρος οπίσω. Σέρνουν το γαδουράκι, και καθώς έμπαιναν από την πόρτα της, ανέβαινε κι ο δόλιος ο γέρος από την Αγορά. Θεός ξέρει πώς του φάνηκε εκείνη η παράταξη! Ακούμπησε στον τοίχο, έπεσε κάτω, και πια δεν ξανασηκώθηκε. Τι απόγεινε η κερά Πιπίνα, το ξέρεις. Κατάντησε να μαζεύη ελιές.