United States or Sri Lanka ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι εκεί οπού ανέμενεν αγρυπνών μια δυο βραδειαίς ο ιερεύς είδε μετά λύπης του τον Φραγκούλαν, ένα ακτένιστον και ξυπόλυτον καλόγηρον, ο οποίος σύρων τα ράκη του εις τα βουνά εμβήκε και εις τον Άγι-Αντώνην και αφού εσυγύρισε πανταχού τον ναΐσκον, έμπηξε φρέσκα λουλούδια εις τας αγίας εικόνας, άναψε τα κανδηλάκια του, και άρχισεν έπειτα να κάνη μετάνοιες.

Ήσαν εικόνες τέσσαρες και αι τέσσαρες στολισμέναι με λουλούδια φρέσκα, προ μικρού κοπέντα από το κηπάριον της μικράς αυλίτσας του ναΐσκου.

Ολόκληρη η σελίδα αύτη ήτο υγρά από φρέσκα δάκρυα και εύρον γραμμένους επάνω στο περιθώριο της τους εξής αγγλικούς στίχους: Για μένα στάθηκες, αγάπη μου, Ό,τι η ψυχή μου επόθησε . . . Ένα καταπράσινο νησί στην αγκαλιά της θάλασσας, Μια πηγή και ένας βωμός, Πλημμυρισμένα από άνθη και μαγευμένους καρπούς, Και όλα αυτά ήσαν δικά μου. Όνειρο τόσο μαγικό που δεν μπορούσε να βαστάξη!

Ο Μπάρμπα-Σταύρος θάνε σαν ρουφός μεςτον πάγο, φρέσκος-φρέσκος, όπως διατηρούν φρέσκατην Αθήνα τα ψάρια. — Ας μη λαχταράη το ψάρι, παρετήρησεν ο Κομποδήμος, και περίμενε νατο κάνη φρέσκο το χιόνι. Τι, θάλασσα είνε το χιόνι νάχη φρέσκα ψάρια; Αίφνης ο ποιμήν ο οδηγός εσταμάτησε κατηφής.

— Σ' αρέσει το λοιπόν η φρέσκα μπογάτσα; Ο αχθοφόρος δεν απήντησεν, αλλά προσείδε μόνον τον αστυνόμου. Και το βλέμμα του εκείνο ήτο δίωρος κοινοβουλευτική ρητορεία. — Κόψ' του ένα κομμάτι! διέταξεν ο οικτίρμων δημόσιος λειτουργός τον οπτανέα. Δος του να φάη του κακομοίρη! — Αμ' ένα κομμάτι μοναχά, αφεντικούλη μου; Τι να το κάμω ένα κομμάτι; — Μα πόσο θέλεις το λοιπόν; Μη θες να τη φας ολάκερη;

Όλα είναι φρέσκα, αθώα και όμορφα όπως όταν είμαστε μικρά παιδιά και το σκάμε από το σπίτι για να τρέξουμε μέσα στον υπέροχο κόσμο. Η εκκλησία ήταν ανοιχτή, εκείνες τις μέρες της σαρακοστής, και ο Έφις πήγε να γονατίσει στη θέση του, κάτω από τον άμβωνα. Η Μαγδαληνή κοίταζε, χαρούμενη κι αυτή, σαν ισπανίδα κυρία, φιλοξενούμενη των Βαρόνων, που έχει βγει στο μπαλκόνι του Κάστρου.

Τι τάχατις; Δεν έχουμε και μεις τους δικούς μας; Στην Εβρώπη, και μάλιστα, στο Παρίσιαλήθεια όμως! πού να συγκριθή το Παρίσι με την Αθήνα; — τόσο κακά δεν κρίνουν όσοι ξέρουν. Η τωρινή μας φιλολογία δεν τους φαίνεται για ρίξιμο. Λεν πως είναι σα λουλούδι που έχει δικιά του φρέσκα μυρουδιά και που τέτοιο δε φυτρώνει στου Παρισιού τους δρόμους. Έχει τη χάρη του, έχει την ομορφιά του.

Τι νάτανε τάχα του υπαξιωματικού οι δυο αυτές γυναίκες; Αδελφές, εξαδέλφες, γνώριμες, δε μπορούσε να καταλάβει. Τα πρόσωπά τους δεν είχανε καμιάν ομοιότητα με το τραχύ πρόσωπο του υπαξιωματικού, ενώ μοιάζανε με τα στρογγυλά πρόσωπα των ναυτόπαιδων, τα φρέσκα και χωρίς γένεια. Ύστερα άκουσε και τις γυναίκες να μιλούν.

ΑΡΓΓΑΝ Μου διέταξε σούπα. ΤΟΥΑΝΕΤΑ Αμαθέστατος! ΑΡΓΓΑΝ Πουλερικά. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αμαθέστατος! ΑΡΓΓΑΝ Βιδέλο. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αμαθέστατος! ΑΡΓΓΑΝ Βραστά. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αμαθέστατος! ΑΡΓΓΑΝ Αυγά φρέσκα. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αμαθέστατος! ΑΡΓΓΑΝ Το βράδυ, δαμάσκηνα για μαλακτικά. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αμαθέστατος! ΑΡΓΓΑΝ Και προ πάντων να πίνω το κρασί μου πολύ νερωμένο. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Ο και η αμαθής, το αμαθές.

Κ' ενώ έτρωγαν κ' εφιλιόντανε περισσότερο από όσο έτρωγαν, εφάνηκε ένα ψαροκάικο που επήγαινε γιαλό-γιαλό. Δεν εφυσούσε καθόλου, παρά ήτανε γαλήνη κι' αναγκαζόντανε να λάμνουν· κ' ελάμνανε δυνατά, επειδή εβιάζονταν να πάνε στην πολιτεία για μερικούς πλούσιους φρέσκα ψάρια. Κι όπως συνηθίζουν οι ναύτες όλοι να κάνουνε για να ξεχνούν την κούραση, το ίδιο έκαναν κ' εκείνοι.