Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Ιουνίου 2025
Κρύψε με από του θεού το βλέμμα, διότι θα κεραυνοβολήση τον αντάρτην. . . Σιωπάς;. .! Με ανεγνώρισες τώρα και έκπληκτος θεωρείς το δημιούργημά σου το μωρόν, το οποίον ετάνυσε πτέρυγας και επέταξε προς τον κόσμον πλήρες ζωής, αλλ' επανήλθεν εξ αυτού συρόμενον, και γεμάτον από θάνατον και χλεύην!. . Ιδού η Χ ρ υ σ ή Δ ι α θ ή κ η σου· την ρίπτω και πάλιν προ των ποδών σου.
Είναι τ' αφορεσμένο το πουλί του πόνου, που έκραξε στην πόρτα σου! Κερά μου. Βγάλετο το μαγεμένο το βραχιόλι! Τα τρία κορίτσια, έτοιμες, ντυμένες για τα μαγαζειά. Ο λ γ ί ν α. Ο πατέρας δεν κατέβηκεν ακόμη. Ά! ξέχασα! Έμεινε για να συνοδεύσουν με τη μαμά την κ. Βιλή Έ μ μα. Ο λ γ ί ν α. Λ έ λ α. Έ μ μ α. Εσύ να σιωπάς. Ο λ γ ί ν α. Κάμε τον κατάλογο, τι έχωμεν να πάρωμεν και που να πάμε.
Αφού η μάγεισσα έδειρεν εκείνον τον ταλαίπωρον νέον, διά να ευχαριστήση τον θυμόν της, έτρεξε με προθυμίαν εις το παλάτι των δακρύων της, όπου είχε τον αγαπητικόν της, και πλησιάζοντας εις το κρεββάτι, εκεί που ενόμιζε ότι είναι ο αγαπητικός της, εγονάτισεν από το όπισθεν μέρος, και άρχισε να αναστενάζη και με δάκρυα να λέγη· πού είσαι, φως μου; πού είσαι, ζωή μου; έως πότε σιωπάς; αποφάσισες να με αφήσης να αποθάνω από την θλίψιν χωρίς να μου ειπής ακόμη μίαν φοράν ότι με αγαπάς; αχ ψυχή μου, ειπέ μου καν ένα μόνον λόγον, σε εξορκίζω εις την αγάπην μας, διά να με παρηγορήσης.
Αλλά σπεύδε και λέγε αδιάκοπα και να μη σιωπάς μόνον. Και αν τύχη να ομιλής περί αδικήματος ή μοιχείας γενομένης εις τας Αθήνας, να διηγηθής τι γίνεται εις τας Ινδίας και τα Εκβάτανα. Εις όλα δε αυτά να αναμιγνύης τον Μαραθώνα και τον Κυναίγειρον, διότι άνευ αυτών δεν δύναται να γίνη τίποτε.
Όσοι, φίλε, σε κυττάζουν, Και να παρασκυθρωπάζουν, Δεν μπορούν να κρατηθούν, Να γελάσουν θα βαλθούν· Γιατί είσαι άξιος γέλιου, Κάδε ίδος περιγέλιου, Ή μιλείς ή σιωπάς, Ή χοντρογελοκοπάς. Μ ω ρ ό σ φ ο ς Πως ο Πάνσοφος εξέχει Με το πνέμα αυτό που έχει, Φανερά τ' ομολογώ· Και πως δείχνει νου και φρένας Σπάνια να 'χη κι' άλλος ένας, Συμφωνώ μ' εσάς κι' εγώ.
Διατί, σας παρακαλώ, αφήνετε τους ιεροσύλους και τους ληστάς και τόσους υβριστάς, βιαστάς και επιόρκους και αντ' αυτών πολλάκις κεραυνοβολείτε μίαν δρυν, μίαν πέτραν ή πλοίου ιστόν, το οποίον δεν κάνει τίποτε κακόν, ενίοτε δε και αγαθόν τινα και ευσεβή οδοιπόρον; Διατί σιωπάς, ω Ζευ; Ή ούτε τούτο δεν επιτρέπεται να γνωρίζω; ΖΕΥΣ. Όχι βέβαια.
Συ λοιπόν, καλέ Σωκράτη, διατί σιωπάς, αφού τόσην επίδειξιν έκαμε ο Ιππίας, και διατί δεν αποφασίζεις ή να επαινέσης μαζί κανέν από όσα είπε, ή να εξελέγξης, εάν σου φαίνεται ότι κάποιον πράγμα δεν το είπε καλά; Μάλιστα δε αφού πλέον εμείναμεν μόνοι, όσοι κυρίως έχομεν την αξίωσιν ότι και ημείς εχρηματίσαμεν εις τας φιλοσοφικάς σπουδάς. Σωκράτης.
Εξακολούθησε την ομιλίαν σου! — Τι να ειπώ, αδελφέ; Μου έκοψες τας ιδέας μου. — Λοιπόν απάγγειλε. — Ν' απαγγείλω!... Τι ν' απαγγείλω; — Ό,τι θέλεις! Την Ιλιάδα. — Δεν μου έρχεται ούτε στίχος εις τον νουν. — Ειπέ το Πιστεύω, ειπέ ό,τι θέλεις, αλλά μη σιωπάς!
— Λοιπόν, τον ηρώτησεν ο Ευθύδημος, όταν σιωπάς δεν σιωπάς όλα τα πράγματα; — Μάλιστα, του απεκρίθη. — Σιωπάς επομένως και τα λαλούντα, αφού βέβαια και τα λαλούντα περιλαμβάνονται μέσα εις το: όλα τα πράγματα. — Και πώς; είπεν ο Κτήσιππος, όλα τα πράγματα δεν σιωπούν; — Όχι βέβαια, απήντησεν ο Ευθύδημος. — Όλα λοιπόν τότε ομιλούν, αγαπητέ μου; — Εκείνα τουλάχιστον που ομιλούν. — Δεν είναι αυτό που σε ερωτώ, είπεν ο Κτήσιππος, αλλά, αν όλα τα πράγματα ομιλούν ή σιωπούν; — Ούτε το ένα ούτε το άλλο, αλλά και τα δύο μαζί, επετάχτηκε και είπεν ο Διονυσόδωρος· και είμαι βέβαιος ότι δεν θα έχης να αντιτάξης τίποτε εις αυτήν την απάντησιν.
Μα ύστερ' από δύο ημέραις τον έβγαλαν, γιατί ευρέθη, πως, όταν έγεινε το φονικό, εκείνος ήταν στο χωριό μας. Ποιος το ξεύρει· Ίσως κ' εψευτομαρτύρησαν... Μα τώρα, που ήρθες πια και συ, παιδί μου, μην αφήστε τον αδερφό σας ανεκδίκητο. Μη με βλέπεις έτσι και σιωπάς!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν