Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Οι έτοιμοι προς απόπλουν νησιώται, και οι περιμένοντες επιβάτας, επήγαινον, ήρχοντο, ωμίλουν, εφώναζον, εχώριζον τα πράγματά των, τα εφόρτονον εντός των ολίγων λέμβων της Σκάλας· εν συνόλω η βοή και ο θόρυβος δεν μας επέτρεπον να συνομιλήσωμεν ησύχως μετά του Κ. Μελέτη, και αν έτι είχομεν πολλήν προς τούτο διάθεσιν. Αφού απεγεύθημεν, εξήλθομεν του καφενείου.

Μικρά αποσπάσματα πραιτοριανών, πεζών ή ιππέων, εχώριζον τους ομίλους των αχθοφόρων και έκαστον όμιλον επέβλεπον φύλακες με μαστίγια φέροντα εις το άκρον μόλυβδον ή σίδηρον.

Αυτή η δούλη, είνε ιδική σου;. — «Τι σε μέλλειαπήντησεν η Ηρωδιάς. Οι συμπόται επλήρουν την αίθουσαν του συμποσίου, η οποία είχε τρεις νάρθηκας ως εκκλησία, και την οποίαν εχώριζον στήλαι εκ ξύλου κέδρου με ορειχάλκινα λαξευτά κιονόκρανα.

Δύο ή τρεις οικίαι εχώριζον την δευτέραν από της πρώτης. Από εκείνην λοιπόν την νεόκτιστον οικίαν είχεν έλθει τόσον παράωρα η Αμέρσα, ήτις δεν εφοβείτο τα στοιχειά την νύκτα, ήτο δε τολμηρά και αποφασιστική κόρη, — Κ' εσηκώθης; . . . κ' ήρθες να ιδής; — Ξαφνίστηκα μέσ' τον ύπνο μου, μανούλα. Είδα πως πέθανε το κορίτσι, και πως εσύ είχες ένα μαύρο σημάδι στο χέρι σου. — Μαύρο σημάδι;

Διότι το Σάββατον ήτο θεσμός όχι μόνον μωσαϊκός αλλ' αρχέτυπος, και κατέστη το μάλλον διακριτικόν και το μάλλον εμπαθώς τηρούμενον εξ όλων των δογμάτων, τα οποία εχώριζον τους Ιουδαίους από των εθνικών ως ιδιαίτερον λαόν. Ήτο ενταυτώ το σημείον των αποκλειστικών προνομίων των και το κέντρον της αγόνου τυπολατρείας των.

Μετά διαμονήν μηνών τινων εις την πόλιν πλησίον ενός θείου της, επανήλθε με νέα δικαιώματα να υπερηφανεύεται και να περιφρονή χωριάτισσες και χωριάτες, από τους οποίους δεν την εχώριζον τώρα μόνον φυσικά, αλλά και επίκτητα χαρίσματα. Από την χώραν το Μαρούλι επέστρεψε με νέα ενδύματα, νέους τρόπους, νέαν γλώσσαν, νέον όνομα και νέαν μύτην.

Η οδός ήτο τραχεία και απεριποίητος, αλλά και ο Γεροθανάσης και το κτήμα του εφαίνοντο συνηθισμένοι εις τας πέτρας, αίτινες επηύξανον το δύσβατον του εδάφους. Τοίχοι χαμηλοί, ξηροτρόχαλοι, άνευ πηλού ή ασβέστου, εχώριζον εκατέρωθεν τους αμπελώνας. Καθ' όσον δε η οδός απεμακρύνετο, διεδέχοντο τους αμπελώνας αγροί θερισθέντες ήδη.

Εστάθην ακίνητος παρά τον τοίχον, προσέχων μη ηκούσθη του πηδήματός μου ο κρότος. Σιωπή περί εμέ άκρα. Ούτε σκύλου γαύγισμα, ούτε φωνή ανθρώπου. Ολίγα βήματα με εχώριζον από την κατοικίαν του κηπουρού. Η θύρα ήτο κλειστή, αλλ' έστρεψα τον μάνδαλον και ευρέθην εντός της καλύβης.

Αν και είχε νυκτώση από αμνημονεύτου χρόνου και πάντες εκοιμώντο περί ημάς, η ώρα ήτο μόλις ογδόη. Άλλαι λοιπόν εννέα εχώριζον ημάς ακόμη από του ηλίου της επιούσης, και ούτε ύπνου υπήρχεν ελπίς ούτε ήτο η ανάγνωσις δυνατή εκ της ανεπαρκείας του φωτισμού.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν