Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025


Η Αφέντρα ιδούσα την μητέρα της ελθούσαν αντί του συζύγου, υπέθεσεν ότι ο τελευταίος θα είχε μείνει εις την πολίχνην να διανυκτερεύση, όπως ενίοτε έκαμνε, και δεν επαραξενεύθη πολύ. Αλλ' άμα ανέβησαν εις τον θάλαμον, η γρηα-Συνοδιά ιδούσα ότι έλειπεν ο Αγάλλος ηρώτησε·Πού είνε ο άντρας σου; Η Αφέντρα την εκύτταξεν εν απορία. — Δεν τον άφηκες στο χωριό;

Ότε δε άπαξ είς των συμμαθητών του, τολμηρότερος των άλλων, απέτεινεν εις αυτόν πλαγίαν περί τούτου ερώτησιν, ύψωσεν εκείνος τους ώμους, εμειδίασε μειδίαμα παράδοξον, πολύ της ηλικίας του ωριμώτερον, και αντί να απαντήση ηρώτησε·Θάλθης απόψε εις την αμπάριζα; Αίφνης περίστασίς τις απροσδόκητος έγεινεν αφορμή να γνωρίσωμεν τον πατέρα του Αλεξάνδρου και να στερηθώμεν συγχρόνως εκείνον.

Και ο μεν Ευθύδημος εσιώπησεν· ο δε Διονυσόδωρος εγύρισε τον λόγον εις την προηγουμένην απάντησιν του Κτησίππου και τον ηρώτησε·Λοιπόν σου φαίνεται πως είναι καλόν να έχη κανείς και χρυσόν; — Βέβαια, και μάλιστα και πολύν, απήντησεν ο Κτήσιππος. — Και δεν φρονείς ότι τα καλά πράγματα πρέπει να τα έχη κανείς παντού και πάντοτε; — Αναμφιβόλως, είπεν.

Καλώς ορίστε! Και ευθύς προσέθηκε·Πόσα καντάρια ρουβάδα έχετε; Γενικός καγχασμός υπεδέχθη την ερώτησιν. Είτα επανέλαβε·Δεν ακούτε; Μας φέρατε πολλή ρουβάδα; πόσην έχει ο καθένας σας; Ο γέλως επανελήφθη, αλλ' ουδεμία απάντησις εδόθη. Και τρίτον ηρώτησε·Έχετε δηλωτικό για τη ρουβάδα;

Ξέρει πολύ καλά πως δεν είμαι ικανή να προδώσω την τιμή του. Μα ξέρει και τούτο, πως δεν μπορώ να ζήσω στα ξένα. Ο νέος δεν ήτο ήσυχος. Υπώπτευεν ότι η γυνή ήτο δολία και εφαντάζετο τον εαυτόν του ως θύμα. Αποτόμως την ηρώτησε·Γίνεται να μη σ' αγάπησε κανένας χωριστά απ' τους άλλους;... και θα τον ήθελες και συ... πριν πανδρευθής... ή ύστερα αφού υπανδρεύθης;

Άπαξ ή δις μάλιστα ενόμισεν ότι εστάθη, το έφερεν εις τα ώτα του, και αποτεινόμενος εις μικρόν τινα, ωχρόν και καχεκτικόν νεανίσκον, όστις έγραφε κεκυφώς επί παρακειμένου τραπεζίου και εξετέλει παρά τω Περδίκη το διπλούν έργον γραμματέως συνάμα και υπηρέτου, τον ηρώτησε·Τι ώρα έχεις Δημήτρη; α! λησμόνησα ότι δεν έχεις ρωλόγι.

Άλλοτε το σχολείον είχε και βοηθόν, αλλά τελευταίον το δημοτικόν συμβούλιον δεν εψήφισεν ή ο νομάρχης δεν ενέκρινε το κονδύλιον χάριν οικονομίας. Ο διδάσκαλος, καπνίζων το τσιγάρον του, εσήμανε τον κώδωνα κ' εζήτησε να εξετάση μίαν των ανωτέρων κλάσεων. Προσήλθον έξ ή επτά παιδία και τα ηρώτησε·Την εμάθετε την ιερά ιστορία;

Δε γίνεται, είπεν ο χωρικός· τόσα κομμάτια δεν μπορεί να στείλη ο αφαλός της θάλασσας στο μάτι της λίμνης· να ήτον να τα κατάπινε από ένα ένα το μάτι, μπορούσε να τα βγάλη πίσω ο αφαλός. Ο πραγματευτής εφαίνετο επιθυμών να ερωτήση τι και διστάζων. Τέλος αποφασίσας, εστράφη προς τον χωρικόν και τον ηρώτησε·Και ξέρεις του λόγου σου εις ποιο μέρος της λίμνης βρίσκεται αυτό το μάτι;

Είτα δε, ωσεί φαεινή τις ιδέα επήλθεν αίφνης απαντώσα εις το ενδιάθετον αυτό ερώτημα, έστη αποτόμως επιστραφείς ενώπιον της συζύγου του και ηρώτησε·Θέλεις, Ερμιόνη μου, να σιωπήσουν οι γείτονές μας, και να παύση όλη αυτή η διασκέδασις και ο θόρυβος; — Όχι τους καϋμένους! απήντησεν εκείνη περίτρομος, τις οίδεν οποία υποθέτουσα τα σχέδια του συζύγου της.

Ποιος σου το είπε; Ο Πρωτόγυφτος ηδύνατο εκ του διαλόγου τούτου να λάβη αφορμήν, όπως την ερωτήση πώς ευρέθη εκεί, και πώς κατώρθωσε να εξέλθη εκ του Μοναστηρίου, ακολουθήσασα τον άνθρωπον εκείνον. Αλλ' όμως δεν έπραξε τούτο. Ίσως επεθύμει ν' αποφύγη πάσαν αφορμήν προς εξήγησιν. Η Αϊμά τον ηρώτησε·Και ποιος ήτον; — Δεν τον γνωρίζω. Ο Γύφτος έλεγε την άλήθειαν.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν