Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Η νυξ προυχώρει και εγώ, κατεχόμενος υπό πικροτάτων σκέψεων, ων αντικείμενον είναι εκείνη, η μοναδική μου υπερτάτη λατρεία, έμενα με το βλέμμα προσηλωμένον επί του πτώματος της Ροβένας. Θα ήτο περίπου μεσονύκτιον, ότε αίφνης διέκοψε τους ρεμβασμούς μου λυγμός τις, ταπεινός και ελαφρός, αλλά λίαν ευδιάκριτος, από της νεκρικής κλίνης.

Ανετινάχθην εκ της κλίνης μου, ήτις μου εδαψίλευε την ευεργετικήν θαλπωρήν της. Ήμην ο κύριος της θερμότητος εκείνης, και ουδείς ηδύνατο να μου αμφισβητήση αυτήνπλην του θανάτου· ήτο ζωή τέλος, από την οποίαν ουδείς να με απομακρύνη ηδύνατοπλην της κακίας των ανθρώπων.

Ο θόρυβος ούτος προήλθεν εκ του τελευταίου βαναύσου κινήματος του Γύφτου, όστις ηγωνίζετο ν' αποσπάση την Αϊμάν εκ της κλίνης της, εκ της αντιστάσεως αυτής και εκ της παρεμβάσεως του Μάχτου. Ο νέος ηναγκάσθη να κρατήση τας δυο χείρας του πατρός του όπως απαλλάξη την Αϊμάν εκ της ενοχλήσεως.

Επί δύο ολοκλήρους μήνας επάλαισε κατά του Δαίμονος η Ιωάννα, σκορπίζουσα φύλλα αγνού επί της κλίνης της, ως αι Αθηναίαι κατά τας εορτάς της Δήμητρος, πίνουσα αφεψήματα νυμφαίας, κατά την συμβουλήν του Πλινίου, τρώγουσα θριδάκων κορυφάς κατά την συνταγήν του Αγ.

Κ' ευθύς ηγέρθη η θειά- Ζωίτσα από της ξηράς κλίνης της, ήγειρε δε και τας δυο αδελφάς, αίτινες με χαράν επετάχθησαν, ν' απολαύσωσιν ως πάντοτε την ήρεμον εορτήν της πρωτομαγιάς εν τω ωραίω αμπελώνι αυτών. — Μας πήρεν η 'μέρα, κορίτσια! είπεν η θειά-Ζωίτσα. — Τώρα δα σήμανεν η εκκλησία, απήντησεν η Σοφούλα. — Έπρεπε πιο νύχτα. Αλλά δεν ξέρω πώς δεν έχω όρεξι.

Οι δύο βοσκοί εβοήθησαν τον παπάν να πεζεύση, εξεφόρτωσαν το δισάκκιον με τα ιερά, εισήλθον όλοι εις την καλοκτισμένην καλύβην, όπου υπήρχε θάλπος εστίας, και οσμή αγροτικής οικοκυροσύνης. Η λεχώ άμα τους είδε, χλωμή, μελαψή, ανεσηκώθη επί της κλίνης. — Ας γείνη χριστιανός, εψιθύρισεν. — Ας μβη στου Θεού τη στράτα, παιδί μου, συνεπλήρωσεν η μήτηρ της.

Εις το βάθος, υπήρχε μια κλίνη εξ εβένου με περιζώματα εκ δοράς προβάτου, και υπεράνω μια ασπίς εκ χρυσού καθαρού έλαμπεν ως ο ήλιος. Ο Αντίπας επροχώρησεν εντός της αιθούσης και εξηπλώθη επί της κλίνης. Ο Φανουήλ ήτο όρθιος. Ύψωσε τον βραχίονά του, και με στάσιν προφητικήν του λέγει. — Ο Ύψιστος αποστέλλει κάποτε εις την γην ένα εκ των υιών του. Ο Ιωχανάν είνε είς εξ αυτών.

Μην αμφιβάλλεις, ω ωραιοτάτη νέα, γυρίζοντας, προς αυτήν είπε, διά να κάμω τον Χόντζα να επιστρέψη εκείνα που χρεωστεί, όλην μου την επιμέλειαν θέλω βάλει διά να σε δείξω ευχαριστημένην, και θέλω τον στενοχωρήσει εις τρόπον, που να μην απεράσουν τρείς ώρες και τα χίλια φλωριά θα σου τα φέρη ο ίδιος· μα ακριβή μου νέα άλλην ανταμοιβήν δεν ζητώ από λόγου σου, διά την χάριν που μέλλω να σου κάμω παρά να κλίνης εις την επιθυμίαν μου, και έξω που θέλω σου εβγάλει τα χίλια φλωριά από τον αυτόν Χόντζα, θέλω σου χαρίσει και εγώ άλλες δέκα χιλιάδες φλωριά.

Δεν έδειξα δυσκολίαν διά να δεχθώ το πρόβλημα που μου είπεν. Έκαμες καλά, μου απεκρίθηκαν, να κλίνης θεληματικώς, επειδή και στανικώς, ηθέλαμεν σε φέρει εις την συντροφιάν μας.

Πάει κι' αυτό· εψιθύρισε μετά χαράς. Κ' έστρεψε την κεφαλήν προς τον πύργον, όπου όλοι ήσαν επί ποδός. Αι γυναίκες με την άτακτον ενδυμασίαν των, ως ήσαν από της κλίνης, με τα μάλλινα χρωματιστά μεσωφόρια και τον λευκόν των κεφαλόδεσμον, ησχολούντο εις διαφόρους οικιακάς υπηρεσίας· οι άνδρες και τα παιδία επηγαινοήρχοντο εις την αυλήν.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν