Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025
Σκηνή εν τω γαλλικώ στρατοπέδω. Ο Ληρ κοιμάται επί κλίνης παρ' αυτώ ο ιατρός και έτεροι άρχοντες και υπηρέται. ΚΟΡΔ. Καλέ μου Κεντ, θα δυνηθώ ποτέ να ξεπληρώσω την τόσην καλωσύνην σου; Όση ζωή κι' αν έχω δεν θα μου φθάση — δεν αρκεί ό,τι και αν σου κάμω! ΚΕΝΤ Είναι πλουσία πληρωμή τα λόγια σου, κυρία. Με όσα είπα έμαθες την καθαράν αλήθειαν, και τίποτε δεν σ' έκρυψα. ΚΟΡΔ. Φορέματα ν' αλλάξης.
Στενάζετε, ή βλέπετ' εκείνον στενάζοντα υπό τον πυρετόν, τυραννούμενον υπό της αϋπνίας και κυλιόμενον εν αγωνία, επί της κλίνης του. Φαντάσθητε δε, — και διατί να το φαντασθήτε, αφού πολλάκις βεβαίως το επάθετε — το φοβερόν επί του ασθενούς αποτέλεσμα της αιφνιδίας εκείνης των μαινομένων λύκων ωρυγής! Και διατί ταύτα πάντα; Διά να μη προσβληθή ίσως η συνταγματική ελευθερία του έλληνος πολίτου;
Θα σοι είπω· διότι έτυχε να κάθημαι εις τα δεξιά του πλησίον της κλίνης, εις έν χαμηλόν κάθισμα· εκείνος δε εις κάθισμα πολύ υψηλότερον του ιδικού μου. Αύριον λοιπόν, είπεν, ίσως, Φαίδων, θα κόψης αυτά τα ωραία μαλλιά . Έτσι φαίνεται, είπον εγώ, Σώκρατες. Όχι αύριον, είπεν ο Σωκράτης, αν βεβαίως με πιστεύσης. Άλλα διατί; είπον εγώ.
Κρατών διά της αριστεράς του λύχνον, ανεσήκωνε διά της δεξιάς την μεταξύ των καρφίων πλευράν του υφάσματος βλέπων το υπό το κέντημα. Αίφνης γονατίζει επί της κλίνης, πλησιάζει τον λύχνον εις τον τοίχον και κύπτει την κεφαλήν διά να ίδη καλλίτερα. Έπειτα, χωρίς να προφέρη λέξιν, προσπαθεί διά των δακτύλων ν' αποσπάση του τοίχου το επί της κάτω γωνίας καρφίον. — Τι κάμνεις εκεί; ηρώτησα πλησιάζων.
Πρωίαν τινά του χειμώνος του έτους 1880 ηγέρθην της κλίνης δύσθυμος άνευ λόγου, και αφού ενεδύθην τρέμων εκ του ψύχους εις τον ανήλιον κοιτώνα μου, προσεπάθουν να θερμάνω σώμα και καρδίαν διά του πρωινού καφέ, ότε βίαιος αίφνης κωδωνισμός της θύρας με διέκοψεν. Εταράχθην, αγνοώ διατί, ως ταρασσόμεθα πολλάκις αλόγως λαμβάνοντες απροσδόκητον τηλεγράφημα, και τρέμομεν να το ανοίξωμεν.
Ουδέποτε την είχε παρατηρήσει ούτως, επί της κλίνης κειμένην, αν και συγκατώκουν εκ μακρού χρόνου υπό την αυτήν στέγην.
Ο Βινίκιος έμεινε γονυπετής πλησίον της κλίνης, εν προσευχή. Η ψυχή του ετήκετο εις απεριόριστον έρωτα. Ελιποθύμησεν. Ο Θεοκλής εισήλθεν επανειλημμένως εις τον κοιτώνα. Πολλάκις ανασηκώνουσα το παραπέτασμα της θύρας, η Ευνίκη επρόβαλλε με την κατάχρυσον κεφαλήν της. Τέλος οι γερανοί, τους οποίους είχον ανεγείρει εις τους κήπους, ήρχισαν να κροτώσιν, αγγέλλοντες την αυγήν.
Την είδε κύπτουσαν επί της κλίνης του, ενδεδυμένην ως δούλην ωραίαν, ως θεάν επουράνιον: Οι οφθαλμοί του εστράφησαν ακουσίως προς το λάβαρον και προς τον μικρόν εκείνον σταυρόν, τον οποίον του είχε δώσει όταν τον εγκατέλιπε. Θα ανταμείψη λοιπόν πάντα ταύτα διά νέας αρπαγής; Και ησθάνθη αιφνιδίως ότι δεν ήρκει να την έχη πλησίον του.
Μες τα βάθη της ψυχής μου στρέφεις τα μάτια μου, και αυτού μαυράδια βλέπω 'πού δεν ξεβάφουν. ΑΜΛΕΤΟΣ Α! να ζης 'ς τον σαπημένον ίδρον μιας κλίνης λιγδερής, 'πού την ζεσταίνει αχνός σιχαμερός, γλυκά λόγια να λέγης, τον έρωτα να κάμνης μες τ' αχούρι, — ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Φθάνει· μη μου ομιλήσης, παύσε· ωσάν μαχαίρια μπαίνουν τα λόγια σου 'ς τ' αυτιά μου· παύσε, αγαπημένε Αμλέτε, παύσε.
Αλλ' οποίαν νύκτα επέρασεν προ της κλίνης εκείνης, εν η τα κάλλη της Ιωάννας εφαίνοντο ακόμη εν σχήματι λάκκου εντετυπωμένα! Δεκαπέντε ημέρας έμεινεν εκεί ερωτών «ί ν α τ ί δ έ δ ο τ α ι τ ο ί ς ε ν π ι- κ ρ ί α φ ω ς κ α ι ζ ω ή τ α ί ς ε ν Ο δ ύ ν η ψ υ χ α ί ς . Αλλά τέλος ευσπλαγχισθείς αυτόν έδραμεν εις βοήθειάν του ο εν ουρανώ άγιος προστάτης του Βονιφάτιος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν