United States or Niue ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε είπε και τους λάλησε τ' Αντραίμου ο γιος ο Θόας, πρώτο των Αιτωλών σπαθί, πιδέξος με κοντάρι, γερός και σ' αμαξοσφαγή, και λίγοι τον νικούσαν στη συντυχιά όταν όλοι οι νιοι παράβγαιναν στο λόγο. Αφτός με λόγια γνωστικά τους μίλησε έτσι κι' είπε 285 «Ωχού, κι' αφτό ναι απ' τ' άγραφα που βλέπω τώρα ομπρός μου!

Μόλις ησθάνθη τον εαυτόν του ελεύθερον από τα δεσμά, και αμέσως έδραμεν εις Άγραφα με την επιθυμίαν του να αναλάβη τον πρώτον τρόπον του ζην διά να εκδικηθή και δι' όσα υπέφερε. Κατ' εκείνην την εποχήν ήκμαζον οι Κατζαντωναίοι, οι οποίοι όσον κατεδιώκοντο, τόσον ελαμπρύνοντο με τα κατορθώματά των, και ηύξανον τας δυνάμεις των.

Εφονεύθη όμως εις ταύτην την μάχην ο Βακογιάννης, ο οποίος συνετέλεσε πολύ και εις το να λάβη τα Άγραφα ο Καραϊσκάκης και εις το να τα διαφυλάξη, και τον οποίον ηγάπα και εσέβετο ο Καραϊσκάκης διά την φρόνησιν και γλυκολογίαν του.

Τέσσαροι υιοί της, ο ένας μετά τον άλλον, έτρεχον με τους κλέφτας ανά τα Άγραφα, αναζητούντες και συγκρουόμενοι μετά του Τόσκη. Αλλά ο ένας μετά τον άλλον εύρισκον όλοι τον θάνατον υπ' αυτού. Αι συμφοραί αύται έπληξαν καιρίως την μητρικήν καρδίαν της Μαλάμως, αλλά δεν κατέβαλον την υπερηφάνειάν της.

Τ' Άγραφα που τον γέννησαν ομοιάζει το κορμί του, Και την κορφή του Πίνδου μου η άσπρη κεφαλή του, Κρατείτο χέρι του δαυλί με φλόγα.

Τούτο εδυσαρέστησεν όλους εν γένει τους στρατηγούς, προ πάντων όμως τον Καραϊσκάκην, ο οποίος επιθυμών επιμόνως να κατασταθή εις Άγραφα, δεν ήθελε να δώση παραμικράν αιτίαν υποψίας ή δυσαρεσκείας εις την Διοίκησιν, μάλιστα εφρόντιζε να αθωωθή εντελώς και να συγχωρηθή διά όλα τα διατρέξαντα προλαβόντως.

Αλλ' αφού τοσαύτα είπομεν περί του ακράτου ρωμαντισμού του ποιητού, μη στέργοντος να ψαλλιδίση της φαντασίας του τα πτερά, αδύνατον είναι να μη παραθέσωμεν απόγευμα και της τοιαύτης εμπνεύσεως, προς τούτο δε εκλέγομεν τους στίχους, των οποίων αυτός ο ποιητής συνίστα ημίν επιμόνως διά της τελευταίας επιστολής του την ανάγνωσιν και την παραβολήν προς ομοίαν εικόνα εν τω «Κανάρη» του απομονωθέντος σήμερον Παράσχου: Βλαχάβα ποιος σ' εγέννησε, ποιά μάνα, ποιος πατέρας; Ο Όλυμπος αγάπησε την ώμορφη την Όσσα. . . . . Μια νύχτα ήταν άνοιξη, χαρά Θεού γαλήνη . · . . Κρυφομιλούνε τα βουνά, ολονυχτίς ρωτιώνται· Και σαν εβγήκε ο Αυγερινός κι' αρχίσανε τα ρόδα Να ξεφυτρώνουν της αυγής ψιλά στα κορφοβούνια, Ο Όλυμπος εκύτταξε την ώμορφη την Όσσα, Την είδε που κοκκίνιζε σαν ντροπαλή παρθένο, Και γέρνει, γέρνει την κορφή και τη φιλείτο στόμα, Κι' ευθύς μ' εκείνο το φιλί πούναι ζωή και φλόγα· Ανάφτουν, ζωντανεύουνε της νειόνυφης τα σπλάγχνα, Και δεν επέρασε καιρός, χρόνοι πολλοί και μήνες Π' ακούστηκε σα μια βοή μες τ' Άγραφα τον Πίνδο Τ' αρματωλού το πάτημα του φοβερού Βλαχάβα.

Κι' ως τότε ο Ήλιος π' άγγιζε τα μεσουράνια απάνου, έβρισκαν κι' απ' τους διο οι ρηξές κι' ισόπεφτε τ' ασκέρι· μα όταν το πίσω πήρε πια στρατί για να ξεζέψει, τότες πια τέλος άγραφα νικήσανε οι Αργίτες 780 κι' έσυραν όξω το νεκρό απ' τις ρηξές, και πήγαν πέρα μακριά και τ' άρματα του βγάλανε οχ τους ώμους. Όρμησε πάλι ο Πάτροκλος να πετσοκόψει Τρώες.

Μ' όλον ότι οι ιατροί, αφ' ου εδοκίμασαν το πάθος του, δεν τον έδωκαν ελπίδας ζωής, αυτός μην υποφέρων την εις τας νήσους διατριβήν, και ων φύσεως ανησύχου, εξήλθε πάλιν εις Μεσολόγγιον και εζήτει να διορισθή αρχηγός των όπλων της επαρχίας Αγράφων αλλ' εκεί, ωφεληθείς από την απουσίαν αυτού, είχεν ήδη στερεωθή ο Γιαννάκης Ράγκος, ο οποίος ενώ είχε βοηθήσει τον Καραϊσκάκην εις το να κατασταθή εις Άγραφα και είχε συμμεθέξει της εξουσίας, ύστερον είχεν αποβληθή.

Και τώρα καθόμουνα μόνος εδώ και κάθε μου νεύρο έτρεμε σ' ένα ψυχικό συγκλόνισμα, τόσο σύνθετο και τόσο φοβερό, που μόλις μπορώ να το περιγράψω. Μολαταύτα έλπιζα πως θα ζήση το παιδί μου, το πίστευα μάλιστα. Ταυτόχρονα όμως είχα το συναίστημα πως έπρεπε να γράψω τώρα, τώρα ή ποτέ, Ήξερα σχεδόν κάθε λέξη, που έπρεπε να γραφή στα φύλλα, που είχα μπρος μου λευκά κι άγραφα.