Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Μα η Ουρανίτσα έκανε το χειρότερο ταξίδι από όλους. Ανάμεσα ουρανό και πέλαγο, κινδύνευε και θαλασσοπνιγότανε. Και το σπίτι ταξίδευε κι' αυτό, ταξίδευε με το σορόκο, σάλευε αλάκερο, έκανε νερά. Ο καπετάν Λαλεχός σήκωσε τα μάτια του από την πετονιά σ' ένα τρίξιμο δυνατό που έκαναν τα πορτοπαράθυρα. — Πρίμα ταξιδεύουμε! είπε, δεν έχομε ανάγκη. Ας φυσάη ως που να σκάση.

Ο ουρανός λίγο-λίγο θολόνονταν πλειότερο, άστρο κανένα δεν έφεγγε ψηλά του κι' ο Βοριάς άρχισε να φυσάη πολύ δυνατά. Το Μικρό Χωριό, αφού δείπνησε και &σιλάρωσε& τα ζωοπράμματά του, έκλεισε τες θύρες του και τα παράθυρά του κι' ετοιμάστηκε να κλείση τα μάτια του και να ριχτή στην αγκαλιά του ύπνου, όσο που να βαρέση το πρωινό ο παπάς το σήμαντρο της εκκλησιάς.

Τη μάθαινε ακόμη να παίζη το σουραύλι· κι όταν εκείνη άρχιζε να φυσάη, αυτός, αρπάζοντας το σουραύλι περνούσε γλήγορα τα χείλη του απάνω από τις τρύπες· και φαίνονταν πως τη διόρθωνε που έκανε λάθος, μα με τρόπο στο σουραύλι φιλούσε τη Χλόη. Κ' ενώ έπαιζε μεσημεριάτικο σκοπό και τα κοπάδια στάλιζαν, η Χλόη αποκοιμήθηκε χωρίς να το νοιώση.

Αφού λοιπόν εσηκώθηκε ο Φιλητάς και στάθηκε ορθός στο κάθισμά του, εδοκίμασε πρώτα αν φυσάνε καλά τα καλάμια· έπειτα αφού είδε, ότι ελεύθερα περνάει το φύσημα, άρχισε να φυσάη πολύ και δυνατά. Θα ενόμιζε κανένας πως ακούει φλογέρες, που επαίζανε μαζί· τόσο βούηζε το σφύριγμα. Και σιγά σιγά λιγοστεύοντας τη δύναμη, στο γλυκότερο εγύριζε το σκοπό.

«Αν κι' από πολλά χρόνια είχα μάθει τους σκληρούς θανάτους, πώχουν γείνει στο σπίτι μου, κι' ο Γιατρός-Καιρός έχυσε το σωτήριο βάλσαμό του στες ανοιγμένες πληγές της καρδιάς μου, πάλι δεν μπορούσα να μην αιστανθώ, άλλη μια φορά, όλη τη λύπη ακέρια, για τον παράκαιρο χαμό των πολυαγαπημένων μου. Τα δάκρυα μου πλημμύριζαν, σαν ποτάμια, και πάσκιζαν να με πνίξουν, αλλ' άμα έρριχνα τα μάτια μου στη μάννα μου, που τα γεράματά της, κι' η μητρική της λαχτάρα μου φυσούσαν άγιο σέβας, στη θυγατέρα μου, που η αγάπη της, κι' η δροσερή της νιότη φύτευαν στη ματωμένη μου καρδιά την πλειο γλυκύτερη χαρά και την πλειο μεγαλύτερη ελπίδα, και στην αδερφή μου και στο γαμπρό μου, που η αγάπη τους, και η ειλικρινή τους έγνοια μ' έκαναν να γεμίζω παρηγοριά, σταματούσαν τα δάκρυα μου και σκορπούσε ο πόνος μου, σαν πως σκορπίζονται τα σύννεφα στον ουρανό, όταν φυσάη ο δυνατός βοριάς. Πάντα το Τώρα νικάει το

Επί την λίμνην ούτως Αυγερινά πετάουσι Τα πλήθη των μελίσσων Όταν γλυκύ του έαρος Φυσάη το πνεύμα· Επί την άμμον ούτω Περιπατούν οι λέοντες Ζητούντες τα κοπάδια, Την θέρμην των ονύχων Έαν αισθανθώσιν Ούτως εάν την δύναμιν Ακούσουν των πτερύγων Οι αετοί, το κτύπημα Των βροντών υπερήφανοι Καταφρονούσι. Πεφιλημένα θρέμματα Ωκεανού, γενναία Και της Ελλάδος γνήσια Τέκνα, και πρωτοστάται Ελευθερίας·

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν