United States or Costa Rica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι' είχαν τριγύρω στο νεκρό πολλά μπηχτεί κοντάρια, πολλές σαΐτες φτερωτές δοξαροτιναγμένες, και τις ασπίδες έκροσγαν πολλά χοντρά κοτρώνια, σαν πολεμούσαν κύκλω του. Κι' ο ξακουστός Κεβριόνης 775 κοίτουνταν μες στον κουρνιαχνό μακρύς εδώ κι' ως πέρα με δίχως πια μιαλό και νου για αμαξοσύνες κι' άτια.

Απόθεσαν το βασιλικό λείψανο σε θήκη μαλαματένια στολισμένη με την πορφύρα και με την κορώνα, και το μεταφέρανε στην Πρωτεύουσα. Εκεί στο μεγαλόπρεπο μέσα Παλάτι, καταμεσή στο μεγάλο το Τρίκλινο, απάνω σ' αψηλό Επιτάφιο, τριγυρισμένο μ' αμέτρητους φανούς και λαμπάδες, κοίτουνταν το λείψανο του πρώτου Χριστιανού Βασιλέα.

Πρώτος νομάτο σκότωσε ο αντριωμένος Αίας το λιονταρόψυχο Επικλή, του Σαρπηδού συντρόφι, ρήχνοντας πλάκα, π' άξυστη μεγάλη, απάνου απάνου 380 κοίτουνταν μέσα απ' το τειχί κοντά στην πολεμίστρα. Τέτια έφκολα δεν κουβαλάει, όσο γερός κι' αν είναι, με διο του χέρια άντρας θνητός σαν τους θνητούς τούς τώρα· μα μ' ένα αφτός τη σήκωνε.

Άσπρισαν τα μαλλιά μου, κι ακόμα τρέμω σαν την ανιστορήσω την καταστροφή εκείνη του σπιτιού, του χωριού, της μάννας μου και της αδερφούλας, σα συλλογιούμαι πως την ώρα που με σήκωναν από το χάλασμα και με βάζανε στην τέντα με το σπασμένο το πόδι, κοίτουνταν κ' οι δυο τους άψυχες κάτω από τις μαύρες τις πέτρες. Μια φορά μοναχά μου τα είπε ο γέρος.

Μα εγώ μου τόπε μου η καρδιά να πάω ναν τον χτυπήσω απ' αψηφιά μου ... είμουν μαθές πιο νιος στα χρόνια απ' όλους. Και βγήκα εγώ, και μούδωσε νίκη τρανή η Παλλάδα. Άλλο άντρα εγώ δε σκότωσα πιο δυνατό ή μεγάλο, 155 τι εδώ κι' ως πέρα κοίτουνταν μακρύς ξεκαρφωμένος. Νιος έτσι ακόμα ας είμουνα, τα κότσα ας μου βαστούσαν! δε θ' άργιε τότε ο Έχτορας να δει κοντάρι ομπρός του.

Είταν Αύγουστος μήνας, και μέσα σταρχοντικό του απάνω σε μαλακό καναπέ κοίτουνταν κατάχλωμος και ζαρωματιασμένος ο γέρος. Τα χέρια του σαλεύανε δε σαλεύανε, κι ως τόσο τα δάκτυλά του, που χρόνια τώρα η θέλησή του να τα πη δεν μπορούσε δικά της, τρέμανε σα μισόξερα φύλλα έτοιμα να πέσουνε στη μάννα τη γης.

Δώδεκα εγώ, είπε, γέννησα, μα διο η Λητό μονάχα· μα αφτοί, και διο όντας, σκότωσαν τα δώδεκά της όλα. Μέρες στο αίμα κοίτουνταν εννιά, και ναν τους θάψει 610 δεν είχε μείνει πια κανείς, γιατί ο μεγάλος Δίας έκανε πέτρες το λαό· μα εκεί στις δέκα μέρες τους θάβουν τ' ουρανού οι θεοί.

Εξόν από το καθαυτό το Παλάτι έχουμε κι άλλο της εξοχής, τη «Μαγναύρα», στα κατάβαθα του Κατάστενου μέσα. Βορειοδυτικά του Παλατιού κοίτουνταν το «Αυγουσταίον», μεγαλόπρεπος φόρος, τριγυρισμένος με λαμπρά δημόσια χτίρια, ως χίλια πόδια μάκρος και τριακόσα φάρδος.