United States or Caribbean Netherlands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σεβόμενος όμως την όχι τόσον κακήν τύχην του και τον δαίμονα, ο οποίος ελυπήθη και αυτόν και τον δράστην και απεμάκρυνε το κακόν ώστε να μη γίνη αθεράπευτον εις τον παθόντα, εις δε τον δράστην κατηραμένη συμφορά, εις αυτόν λοιπόν τον δαίμονα χαριζόμενος και μη εναντιούμενος κανείς πρέπει από μεν τον θάνατον να απαλλάξη τον δράστην, να γίνη όμως μετακόμισις αυτού εις την γειτονικήν πόλιν δι' όλην του την ζωήν, και να απολαμβάνη όλην του την περιουσίαν.

Έληγεν ήδη η τέλεσις του βαπτίσματος και ο Αστρονόμος, όστις εξετέλει κατά την εσπέραν εκείνην χρέη νεωκόρου, απεμάκρυνε την κολυμβήθραν ο δε Μανώλης, όστις είχε παραδώσει την βαπτιστικήν του προς την μαίαν, παρετήρει μετά περιεργείας την στίλβουσαν κεφαλήν του Μπαρμπαρέζου, όστις ήτο ο μόνος μεταξύ των χωριανών φαλακρός.

Εις την θέαν εκείνων, ο Καίσαρ απεμάκρυνε τον σμάραγδον εκ του οφθαλμού του με έκφρασιν περιφρονήσεως και μνησικακίας, αλλ' ο Τιγγελίνος, όστις ήθελεν αντί πάσης θυσίας να νικήση τον Πετρώνιον, έκυψε και είπε: — Μη υποκύψης, θεσπέσιε· έχομεν τους πραιτωριανούς.

Οι ούτω αποχωρισθέντες ως εθελονταί παρεδόθησαν εις απόσπασμα στρατού, το οποίον, αφού τους απεμάκρυνε, τους περιεκύκλωσε και τους εφόνευσε διά λογχισμών. Έπειτα απεκόπησαν αι κεφαλαί των και εξεσφενδονίσθησαν εις το μέρος όπου εφυλάσσοντο τα γυναικόπαιδα. Εν τω μεταξύ οι άτακτοι ελεηλάτουν και κατέστρεφον ό,τι έμενεν ακόμη εις το Αρκάδιον, και εβεβήλουν τον ναόν.

Πέντε ή έξ παιδία, με στοιχειώδη ιματισμόν και ανυπόδητα, όρθια ή καθήμενα γύρω, και μία μαύρη γάτα παρετήρουν λαιμάργως τους ροδοκοκκίνους πλακούντας, οίτινες εσχημάτιζον πυραμίδας εις πινάκια μεγάλα. Και ενώ ανέστρεφε τους πλακούντας εις το τηγάνι και έρριπτε νέους εις το θορυβωδώς αναβράζον έλαιον, η Πηγιώ επετήρει και την γάταν και εκ διαλειμμάτων την απεμάκρυνε με την πυράγραν.

Αίφνης η νυκτερινή αύρα απεμάκρυνε τον καπνόν, απεκάλυψε κεφαλήν γέροντος με ψαρόν γένειον. Εις την θέαν ταύτην, ο Χίλων συνεταράχθη και συνεσφίχθη ως όφις πληγείς, και από το στόμα του έφυγε κραυγή ομοία μάλλον προς κρωγμόν κόρακος ή με φωνήν ανθρωπίνην. — Ο Γλαύκος! ο Γλαύκος! Από του ύψους του καιομένου πασσάλου, ο ιατρός Γλαύκος προσέβλεπε.

Πλην δεν είχεν εισέτι ανακαλύψει το μέσον, διά του οποίου θα απεμάκρυνε τον Καπετάνιον, χωρίς να κινδυνεύση να χάση την τόσον καλήν προστασίαν του. Υπόνοιαν είχε συλλάβει ότι ο Καπετάνιος, άνθρωπος ιδιόρρυθυμος, ησθάνετο μεγάλην ψυχικήν ανακούφισιν να διανυκτερεύη εν τω Βυζαντινώ υπογείω των, ιδίως την νύκτα του Μεγάλου Σαββάτου.