United States or Lesotho ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φαντασθήτε, τι κατάρα για την κόρη ενός πάπα, δεκαπέντε χρονών, που σε τρείς μήνες δοκίμασε τη φτώχεια, τη σκλαβιά, εβιάστηκε σχεδόν κάθε μέρα, είδε την μητέρα της κομμένην στα τέσσερα, δοκίμασε την πείνα και τον πόλεμο και να πεθαίνη πανωλική στην Αφρική! Ωστόσο δεν πέθανα· αλλ' ο ευνούχος μου κι' ο μπέης μου και σχεδόν όλο το σαράι πεθάνανε.

Και ανοιγείσης της θύρας, εισήλθε συγκεκινημένος ο καπετάν Νικολάκης, ανήρ έως 45 ετών, ισχυράς κράσεως, ψημένος εις τους ήλιους του Ισημερινού και της θαλάσσης την άλμην, ροδοκόκκινος ναύτης, κυρτός ολίγον περί τους ώμους, με λαιμόν κοντόν, ξυρισμένος τους μύστακας, κομμένην έχων την υπόλευκον κόμην, φέρων πίλον χαμηλόν, κασκέτον, και ιμάτια καινουργή αγγλικού στερεού υφάσματος.

Άφρισεν αμέσως εμπρός εις της μάσκαις της το θαλασσάκι, απ' εδώ και απ' εκεί, και μία ελικοειδής κίνησις συγχρόνως εσημειώθη επί της επιφανείας της θαλάσσης. Ο Καπότας, κοντός και κυφός, με την κομμένην μύτην, εκάθισεν αμέσως εις το τιμόνι, έχων τα μάτια του διαρκώς εις την κατέναντί του πυξίδα και σοβαρευόμενος με κωμικήν ακινησίαν.

Δεν είναι φρικτόν; ο ηθοποιός εκείνος, σ' ένα πλάσμα, όνειρο πάθους μόνον, ικανός εφάνητο νόημά του την ψυχήν του να υποτάξη, ώστ' άχνιζ' όλος όπως ενεργούσ' εκείνη, με μάτια δακρυσμένα, μ' όψιν χαλασμένην, με κομμένην φωνήν, με κάθε κίνησίν του σύμφωνην, 'ς ταις μορφαίς, μ' όλο το νόημά του! Και όλα διά τίποτε!

Εχύθη το νερόν. Συ η ζωγραφιστή και ποικιλόχρωμος έχεις τον λόγον. ΣΤΟΑ. Δεν αγνοώ, άνδρες δικασταί, ότι η αντίδικός μου έχει το πλεονέκτημα του κάλλους, βλέπω δε ότι και πολλοί εξ υμών στρέφετε προς αυτήν τα βλέμματα και της μειδιάτε, εμέ δε καταφρονείτε, διότι έχω την κόμην σύρριζα κομμένην και το βλέμμα μου είνε αρρενωπόν και φαίνομαι σκυθρωπή.

Η Μανιά εξύπνησε την γειτόνισσάν της πρόωρα, με επικλήσεις και φωνάς πόνου. Εκείνη εξύπνησε, την ελυπήθη, και ήνοιξε το παράθυρόν της. Η γραία της εζήτησε με κομμένην φωνήν «ένα κόμπο ρακί» να βάλη στο στόμα της, διά «να πιασθή η ψυχή της», επειδή της είχε «λυθή ο αφαλός της» από ένα «σφάχτην», δριμύν πόνον που την έπιασεν έξαφνα σ' όλα τα σωθικά της, από το «χουλιαράκι» της και κάτω.

Βλέπω, απήντησεν η παιδίσκη, ένα καράβι. Βλέπω σύννεφα πολλά, θολά, τρεχούμενα, ανακατωμένα, φουσκοθαλασσιά, τρικυμία, θεώρατα κύματα, που χτυπούν επάνω στους βράχους, στο κάβο, στην ακρογιαλιά. — Και πώς το βλέπεις το καράβι; ηρώτησε με κομμένην φωνήν η Αρχόντω.

Βίρα, παιδιά, διέταξε μετ' ενθουσιασμού ο καπετάν-Γιάννης, ιδών τα καλά του καιρού προμηνύματα. Πάραυτα οι ναύται ευρέθησαν εις τας θέσεις των. — Να ξεμουδιάσουμε λιγάκι, παιδιά! προσέθηκεν αμέσως. — Αλέστα! εφώναξε με την κομμένην μύτην του ο κοντός ο Καπότας, πεθαίνων για το τιμόνι, «να κάμνη τον καπετάνιο».