United States or Cyprus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σωκράτης Τώρα λοιπόν ειμπορείς να εννοήσης εκ τούτων εκείνο, το οποίον ονομάζω σχήμα. Διότι, διά παν σχήμα λέγω αυτό, ότι εκείνο που τελειώνει το στερεόν, αυτό είναι σχήμα· το οποίον αφού ήθελον αντιληφθή ήθελον είπει, ότι το πέρας του στερεού είναι σχήμα. Μένων Το δε χρώμα πώς ονομάζεις, Σωκράτη; Μένων Άμα μου ειπής και τούτο, Σωκράτη, θα σου ειπώ. Μένων Διατί; Μένων Μα κάμε μου την χάριν.

Αλλά και εις το τρέξιμον τους γυμνάζομεν, ούτως ώστε και εις τον πολύν δρόμον ν' αντέχουν και εις τον ολίγον να είνε ταχύτατοι και ελαφροί. Και δεν τρέχουν επί στερεού εδάφους, το οποίον να παρέχη αντίστασιν, αλλ' εις άμμον βαθείαν, όπου το πόδι δεν ευρίσκει στερεάν βάσιν, αλλά βυθίζεται, διότι η άμμος φεύγει υπό την πίεσίν του.

Και δεν έχουσι το όργανον τούτο, διότι δεν δύνανται να εισπνεύσωσι και να αναπνεύσωσι τον αέρα. Διατί δε ταύτα, αλλαχού θα εξετάσωμεν. * Του αέρος. Ίνα ούτω αντιτάξη αντίστασιν σώματος στερεού κατά του πλήττοντος σώματος και ούτω παραχθή ήχος. Όστις αποτελεί σώμα έν και συνεχές εξ αιτίας των ορίων του αγγείου. Ήτις αναπηδά ή αναρρίπτεται• ή ως σφαίρα, εξ ης ουδαμόθεν δύναται να εκφύγη ο αήρ.

Προσέτι δε λέγει κατ' άλλην έποψιν, ότι ο νους μεν είναι το έν επιστήμη δε τα δύο, διότι αφ' ενός τινος κινουμένη φθάνει εις την ενότητα• δόξα δε είναι ο αριθμός του επιπέδου, και αίσθησις ο αριθμός του στερεού. Διότι έλεγεν, ότι οι αριθμοί είναι αυταί αι ιδέαι και αι αρχαί των πραγμάτων, και ότι αποτελούνται εκ των στοιχείων.

Η πούλια ήτο ήδη υψηλά, «τέσσαρες ώραις να φέξη», και ο μπάρμπ'- Αναγνώστης, αφού εξύπνισε τον ιερέα κατασκευάσας πρόχειρον σήμαντρον, εκ στερεού ξύλου καρυάς και πλήκτρον περιήρχετο τα καλύβια θορυβωδώς κρούων όπως εξεγείρη τους χωρικούς. Εισήλθον εις το μικρόν εξωκκλήσιον του Αγ. Δημητρίου. Είς μετά τον άλλον προσήρχοντο οι χωρικοί με τας χωρικάς των και με τα καλά των ενδύματα.

Η χιών είχε συνενώσει όλα αυτά εις μίαν επιφάνειαν· και ότε ο Μπάρμπα-Σταύρος εγένετο άφαντος, είχε πατήσει επί της χιονώδους επιφανείας της συνενούσης την άκραν του βράχου μετά της κατωφερείας, χωρίς να επακκουμβά αύτη επί του στερεού εδάφους της γης· εξείχε δηλαδή από της άκρας του βράχου η χιών κλίνουσα ως κλίνει εν ταις στέγαις των οικιών, αστήρικτος.

Και ανοιγείσης της θύρας, εισήλθε συγκεκινημένος ο καπετάν Νικολάκης, ανήρ έως 45 ετών, ισχυράς κράσεως, ψημένος εις τους ήλιους του Ισημερινού και της θαλάσσης την άλμην, ροδοκόκκινος ναύτης, κυρτός ολίγον περί τους ώμους, με λαιμόν κοντόν, ξυρισμένος τους μύστακας, κομμένην έχων την υπόλευκον κόμην, φέρων πίλον χαμηλόν, κασκέτον, και ιμάτια καινουργή αγγλικού στερεού υφάσματος.

Ο τοίχος ο καλόκτιστος ψηλόν είχε αντιθύρι, και κάτω απ' το κατώφλιο του στερεού μεγάρουτον δρόμο πέρασμ' έβγαινε, κλειστό με καλαίς θύραις. κείν' ο Οδυσσέας είχε ειπεί του θείου χοιροτρόφου να το προσέχη από σιμά' κ' έν' έμβασμ' είχε μόνον. 130 ο Αγέλαος τότε ωμίλησε κ' εμπρός εις όλους είπε· «Ω φίλοι, δεν θ' ανέβαινε κανείς εις τ' αντιθύρι φωνή να ρίξη του λαού κ' ευθύς βοή να γείνη; τούτος να μάθ' ότ' έρριξε το υστερινό του βέλος».

Αυτά 'πε, και, ως παράγγειλε, μ' ορμήν όλοι ακοντίσαν 255 κ' η Αθηνά κατώρθωσε χαμέν' όλα να πέσουν· άλλος τον στύλον κτύπησε του στερεού μεγάρου, άλλος την θύρα με πυκναίς σανίδαις αρμοσμένη, και άλλουτον τοίχον έπεσε το φράξο χαλκοφόρο. και άμ' όλοι κείνοι ξέφυγαν τ' ακόντια των μνηστήρων, 260 τους είπεν ο πολύπαθος ο θείος Οδυσσέας· «Ω φίλοι, κ' εγώ θα 'λεγα κ' εμείς εις των μνηστήρων το πλήθος ν' ακοντίσουμεν, αφού σιμάτα πρώτα, όσα μας έκαμαν κακά, διψούν να μας φονεύσουν».