United States or Latvia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ποίαν χάριν, σας παρακαλώ, ποίαν δύναμιν και πρωτοτυπίαν θα είχε το να λάβη τις τον κόπον να περιγράψη λεπτομερώς πώς χωρικός ιερεύς απήλθε να λειτουργήση εις εξωκκλήσιον, χάριν μικράς κοινότητος αγροίκων ή βοσκών, ποίοι και πόσοι μετέσχον της πανηγύρεως και ποία τινα ήσαν τα ήθη των πανηγυριστών; Τούτο θα ήτο όλως ευτελές κατά την γνώμην των κριτικών.

Τον τριών ωρών δρόμον από την πολίχνην εις το εξωκκλήσιον είχε διανύσει το πρωί, απολείτουργα, ο παπά Διανέλος, ακολουθούμενος από τας δύο νεωτέρας θυγατέρας του, κορασίδας δέκα και δώδεκα ετών, και από ομάδα επτά ή οκτώ γυναικών φιλεόρτων, προπορευομένου του όνου του, φορτωμένου το δισσάκιον με τα &ιερά& του παπά.

Η πούλια ήτο ήδη υψηλά, «τέσσαρες ώραις να φέξη», και ο μπάρμπ'- Αναγνώστης, αφού εξύπνισε τον ιερέα κατασκευάσας πρόχειρον σήμαντρον, εκ στερεού ξύλου καρυάς και πλήκτρον περιήρχετο τα καλύβια θορυβωδώς κρούων όπως εξεγείρη τους χωρικούς. Εισήλθον εις το μικρόν εξωκκλήσιον του Αγ. Δημητρίου. Είς μετά τον άλλον προσήρχοντο οι χωρικοί με τας χωρικάς των και με τα καλά των ενδύματα.

Κατ' αρχάς εδίσταζε να διέλθη εκείθεν φοβούμενος μήπως εξανάψη την θλίψιν του έτι μάλλον με τας αναμνήσεις που θα του έφερε το ερημικόν εξωκκλήσιον, το προσφιλές της Κουκκίτσας του προσκύνημα, και επέστρεφεν από τον ίδιον δρόμον του ερχομού, από τον Αηλιά.

Τωόντι η γραία, αντί να μείνη εις το χωρίον να κάμη Χριστούγεννα, μαθούσα ότι ο παππα-Κωσταντής ο Μπρικόλας έμελλε ν' ανέλθη το πρωί, κατά πρόσκλησιν ποιμένων και γεωργών τινων, εις το βουνόν να λειτουργήση το εξωκκλήσιον του Προφήτου Ηλία, επροτίμησε να υπάγη εις της Κεχρεάς το ρέμμα, να πειθαναγκάση την κόρην της και τα εγγονάκια της να σηκωθώσι το πρωί ν' ανέλθωσιν εις το εξωκκλήσιον, το οποίον ευρίσκετο εις το ήμισυ του δρόμου, επί οροπεδίου γείτονος της κορυφής του βουνού, μίαν ώραν από το χωρίον και μίαν ώραν από την Κεχρεάν, διά να λειτουργηθούν και μεταλάβουν, διά να τους ανθρωπέψη ολίγον, έλεγε, καθόσον έμενον επί μήνας αλειτούργητοι κάτω εις το βαθύ ρέμμα.

Απέρασαν αρκεταί ημέραι και η φήμη άναπτεν εις όλον το χωρίον θανατόνουσα όλην την πνευματικήν του παπά-Κονόμου γαλήνην, την οποίαν τόσον ωραία είχεν ανεύρει εις το ερημικόν του βουνού εξωκκλήσιον. Πώς ν' αντιμετωπίση κατά της μαύρης εκείνης δυσειδαιμονίας των αγραμμάτων νησιωτών.

Και του ήρχετο ηρέμα και γλυκά εις την ανάμνησιν η ωραία παπαδοπούλα, η οποία ζώσα επεριποιείτο το εξωκκλήσιον. Και παραδόξως ήρχισε να μη αισθάνεται πλέον την παλαιάν θλίψιν. Ο πόνος εις την καρδίαν του εγένετο γλυκύς και τα δάκρυα οπού εσχηματίζοντο εις τα μάτια του δεν ήσαν θολά πλέον, αλλά στιλπνά και λαμπρά ως αδάμαντες, εκείνα που ονομάζουν οι ασκηταί χαρμολύπης δάκρυα.

Είχε δε λάβει και άλλας διαστάσεις και στροφάς η τρέλλα των. Είχαν δεχθή εις την οικίαν μάντεις και τουρκόγυφτους, διά να ταις ειπούν την μοίραν. Είχον υπάγει εις μάγισσες, να κάμουν μάγια, διά να μαγεύσουν τον Τρικούπην, να έλθη να ζητήση την κόρην. Είχον απομακρυνθή από τα θεία και δεν επλησίαζον εις ναόν. Μίαν φοράν ηθέλησαν να κάμουν μίαν λειτουργίαν εις εξωκκλήσιον.