Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025
Μόλις ο καραβοκύρης ετελείωσε ταύτα τα λόγια, και ιδού βλέπομεν πλήθος από εκείνα τα ανθρωπόμορφα άγρια ζώα που τρέχουν κολυμβώντας, και περικυκλώνοντας το καράβι εκόλλησαν και ανέβησαν επάνω με τόσην ευκολίαν, ωσάν οι μαϊμούδες· μας ωμίλησαν βλέποντάς μας, αλλ' ημείς δεν εκαταλάβαμε την γλώσσαν και ομιλίαν των· εν τω άμα έκοψαν τα σχοινία του καραβιού, που το είχαμε δεμένον από την άγκυραν, και πλησιάζοντας το καράβι εις την ξηράν μας έβγαλαν έξω.
— Θα είχε πιαστή ο ήλιος· δεν είν' έτσι, καπετάν Δημήτρη; είπεν ο Σμυρνιός. — Πρέπει. Κατέχω κεγώ; απήντησεν ο Καπετάνιος. Εντεύθεν λαβόντες αφορμήν, ωμίλησαν και περί άλλων τοιούτων φυσικών φαινομένων και του μεγάλου σεισμού, όστις προ ολίγων ετών είχε κατερειπώσει το Ηράκλειον.
37. »Επειδή οι Κερκυραίοι ούτοι όχι μόνον διά να τους δεχθήτε ωμίλησαν αλλά και διά να δείξουν ότι ημείς τους αδικούμεν και αυτοί ουχί δίκαια πολεμούνται, νομίζομεν αναγκαίον και ημείς να εξετάσωμεν πρώτον αμφότερα ταύτα· και έπειτα να προβώμεν και εις τα λοιπά, ίνα και την εκ μέρους ημών δικαίαν απαίτησιν ασφαλέστερον γνωρίσετε, και την παράκλησιν αυτών ουχί απερισκέπτως αποκρούσητε.
Εκεί που επατούσαν αι δύο γυναίκες, εις το παρδαλόν σκότος, ήτο άκρα μοναξιά, δεν εφαίνετο ψυχή ζώσα. Ω, καλύτερον να μην ήτο ψυχή ζώσα την ώραν εκείνην, διά την Κουμπίναν, και διά την Λελούδαν — την τρομάρα που πήραν αι δύο γυναίκες! — εις το μέρος αυτό. Δύο άνθρωποι, κρυμμένοι όπισθεν βράχου, εις τον όχθον του δρόμου, ωμίλησαν ελληνιστί. — Σταθήτε! μη φοβάσθε... — Ωχ! τι είνε; Αχ!
Και ο μεν Αλκιβιάδης, ο οποίος ανέλαβε να διεξαγάγη τόσον σπουδαίας υποθέσεις, επεριποιείτο τον Τισσαφέρνην και εδείκνυε προς αυτόν ακραιφνή ζήλον. Οι δε μετά του Πεισάνδρου αποσταλέντες εκ της Σάμου πρέσβεις των Αθηναίων, άμα ήλθαν εις τας Αθήνας, ωμίλησαν προς την εκκλησίαν του δήμου.
Τοιαύτα περίπου, κατά τον Αριστόδημρν, είπεν ο Φαίδρος· έπειτα δε από τούτον ωμίλησαν και μερικοί άλλοι, των οποίων όμως τους λόγους επαράτρεξε μη ενθυμούμενος, διά να μου αφηγηθή τον λόγον του Παυσανίου, όστις ωμίλησεν ως εξής· Νομίζω, Φαίδρε, ότι η πρότασις όπως απλώς ετέθη, να εγκωμιάσωμεν δηλαδή τον Έρωτα, δεν ετέθη καλώς, θα είχε καλώς, εάν ο Έρως ήτον ένας.
Ομιλούν περί ιστορίας χωρίς να φέρουν ούτε μίαν μαρτυρίαν, περί συντάγματος και πολιτείας, εκβολάδων και θανατικής ποινής, ηθικότητος και φιλολογίας χωρίς ποτέ να καταδεχθούν να εξετάσουν αν ωμίλησαν και άλλοι διά τοιούτου είδους πράγματα.
Οι τρόποι μου τους έπεισαν τελείως. Ήμουν εξαιρετικώς ευδιάθετος. Εκάθησαν και ωμίλησαν διά διάφορα πράγματα, εις τα οποία απαντούσα. Αλλά δεν ήργησα να εννοήσω ότι εκιτρίνιζα και ότι επιθυμούσα να τους ίδω να φεύγουν. Είχα πονοκέφαλον και εφανταζόμην ότι ήκουα ένα ήχον εις τα αυτιά μου. Αλλά έμειναν καθισμένοι, και εξηκολούθουν να φλυαρούν.
Νέος Σωκράτης. Ομιλείς πολύ ορθά. Ξένος. Διότι, νομίζω, έξω από τους νόμους οι οποίοι ετέθησαν με πολλήν πείραν και με τας συμβουλάς μερικών συμβούλων οι οποίοι ωμίλησαν με χάριν και κατέπεισαν τον λαόν να τους νομοθετήση, όστις τολμά να πράξη παρανόμως κάμνει σφάλμα πολλαπλάσιον από άλλο σφάλμα, και ημπορεί να ανατρέψη πάσαν πράξιν πολύ περισσότερον παρά τα συγγράμματα. Νέος Σωκράτης.
Μόνον περί της νέας ειδήσεως ωμίλησαν ταπεινοφώνως, διότι όλοι οι ευρισκόμενοι εις την καφεταρίαν ήσαν χριστιανοί και είχον προς αλλήλους εμπιστοσύνην. Κατά τον αυτόν δε τρόπον την ανακοίνωσε και προς τον Σαϊτονικολήν ο δημογέρων Παπαδοσήφης, πλησίον του οποίου είχε καθήσει. — Δοξάζω σε, Θε μου, είπεν ο Σαϊτονικολής και εκοκκίνησεν εκ συγκινήσεως.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν