United States or Gabon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η βασίλισσα και κυρία μου, κλεισμένη εις τον τάφον της, το μόνον κτήμα το οποίον απέμεινεν εις αυτήν επί της γης, επιθυμεί να μάθη τους σκοπούς σου, διά να διαθέση εαυτήν προς ό,τι μέλλεις να τη επιβάλης. ΚΑΙΣΑΡ. Ειπέ εις αυτήν να λάβη θάρρος· θα μάθη μετ' ολίγον δι' ενός των ημετέρων, πόσον εντίμως και ευμενώς απεφασίσαμεν να την μεταχειρισθώμεν, διότι ο Καίσαρ είναι πάντοτε γενναιόφρων.

Έχε θάρρος· μη θορυβήσαι υπό των περιστάσεων, αίτινες διαταράσσουν εξ ανάγκης την ευτυχίαν σου, και άφες τα υπό της μοίρας αποφασισθέντα να ακολουθήσουν αγογγύστως την πορείαν των. Καλώς ήλθες εις Ρώμην. Ουδέν σου προσφιλέστερον. Εξυβρίσθης πλειότερον παρ' όσον ήτο δυνατόν να φαντασθή τις, οι δε δίκαιοι θεοί εξέλεξαν ημάς και πάντας τους σε αγαπώντας, όπως σε εκδικήσωσι.

Δεν πρέπει όμως να είμαι γι' αυτό λυπημένη· αυτό δεν ωφελεί τίποτα!» — Αλλ' όμως υπάρχει μόλα ταύτα ακόμη και κάποια ελπίς είπεν η γάτα του μαγειρείου. Κάτω από το μονοπάτι του βράχου αντηχούσε ο λαρυγγισμός εύθυμος και ισχυρός· εσήμαινεν εύθυμον διάθεσιν και ακμαίον θάρρος· ήτο ο Ρούντυ· ήλθε να αναζητήση τον φίλον του Φεζινάνδον.

Μόνον ο ιερεύς ανησύχει και ήτο άγρυπνος. — Τα ξέρω εγώ απ' όξου τα πλειότερα τα γράμματα, παπά, του έλεγεν η θειά το Μαθηνώ, διά να του δώση θάρρος· τα κανοναρχώ κειδά στ' αυτί του γέρο-Φιλιππή, κι' ο γέρο-Φιλιππής, οπούν θεοφοβούμενος άνθρωπος, θα τα λέη κειδά όπως-όπως... — Να δα η ώρα να σε κάμουμε και ψάλτη, Μαθηνώ! απήντησε γελάσας ο ιερεύς. — Ψάλτης δε θα γίνω, μόνε κανονάρχος.

Βρε παιδί μου τι έπαθες· μου λέγει με θλιμμένη φωνή. Το σκέφθηκες καλά τι θέλεις να κάμης; Πρώτη φορά εγνώριζα τη γλύκα της πατρικής φωνής. Δεν εσάστισα όμως. — Πατέρα, του είπα με θάρρος· το σκέφθηκα. Κακό και ψυχρό μπορεί να είνε το κίνημά μου· μα δεν δύναμαι να κάμω αλλοιώς. Δεν μπορώ να ζήσω αλλοιώτικα. Με κράζ' η θάλασσα. Μη θες να μ' εμποδίσης.

Και στάθηκε η Αμάχη ομπρός στα πλοία του Δυσσέα, πούταν στη μέση κι' άκουγες καλά απ' τα διο τα μέρη, 5 δεξά απ' τα ξυλοκάλυβα του Αία, και ζερβά σου απ' τ' Αχιλέα, πούσυραν τα τρεχαντήρια οι διο τους στις διο άκρες της απλογιαλιάς απ' αφοβιά και θάρρος· εκεί η Αμάχη στάθηκε και σκούζει και στριγγλίζει 10 άγρια, και σ' όλων την καρδιά των Αχαιών πυρώνει το θάρρος, για να πολεμάν κι' ακούραστοι να σφάζουν.

Τέλος πάντων και τετάρτην φοράν ηθέλησε να φάγη ακόμη, και ημείς του εδώσαμεν καθώς και τες άλλες τρεις φορές· και έπειτα εστάθη δύο ώρες χωρίς να φάγη άλλο. Βαστώντας ετούτο το ολίγον διάστημα μας ωμίλησε με πολύ θάρρος· μας εξέταζε τον έναν ύστερα από τον άλλον διά τους τόπους μας, διά τες συνήθειες και τα συμβάντα μας.

Όσον καιρόν έβλεπεν από μακρυά το αποχαιρέτημα με το μαντίλι των δύο γερόντων επροσπαθούσεν η Μηλιά να κάμη θάρρος· όταν όμως έπαυσε να το βλέπη κ' εκείνο, αισθάνθηκε πρώτη φορά ότι ήτο μονάχη εις τον κόσμο^ την επήρε το παράπονο και άρχισαν πάλι τα μάτια της να τρέχουν. Επερπάτησεν όλην την ημέρα χωρίς να σταθή ούτε την πήττα της να δαγκάση.

Και τότε κατ' αρχάς μου εφάνη πολύ παράξενος η απόκρισις, και ακόμη περισσότερον παράξενος μου εφάνη, αφ' ου εξήτασα αυτά τα πράγματα μαζί σας. Τον ηρώτησα λοιπόν εάν τους ανδρείους τους θεωρή ανθρώπους με θάρρος· εκείνος δε είπεν ότι τους θεωρεί και ορμητικούς. Ενθυμείσαι, είπον εγώ, Πρωταγόρα, ότι απεκρίθης αυτά; — Εβεβαίωσεν ότι το ενθυμείται.

Μα εκείνη η κυρά μας, όντας πολλά επιτήδεια εις την τέχνην της, εύρισκε τον τρόπον διά να μας εβγάζη, και να μας ελευθερώνη από αυτόν τον φόβον· και από ολίγον κατ' ολίγον μας έκαμε που να μη βλέπωμεν το σφάλμα μας πλέον, αλλά να το ακολουθούμεν με θάρρος· μα αυτό το πολύ θάρρος μας επροξένησε την δυστυχίαν που κατά το παρόν εσύ θαυμάζεις.