United States or Cuba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επειδή όμως οι Μήλιοι, μολονότι ελεηλατείτο η χώρα των, δεν υπέκυπτον, αποπλεύσαντες οι Αθηναίοι εκ της Μήλου έπλευσαν προς τον Ωρωπόν κείμενον εις την άντικρυ στερεάν. Πλησιάσαντες εκεί νύκτα απεβίβασαν ευθύς τους οπλίτας, οίτινες επορεύθησαν πεζή προς την Τάναγραν της Βοιωτίας.

Επειδή δε ο Κουρτ πασάς βαρέως φέρων την ήτταν διέταξε τον Μούρτο Χούσον, ίνα διά νέων δυνάμεων επιπέση κατά του Μπουκουβάλλα, ειδοποιηθέντες οι αρματωλοί συνεξεστράτευσαν πάντες, και ταύτην την φοράν αναθέσαντες την αρχηγίαν εις τον Κοντογιάννην επορεύθησαν προς συνάντησιν των πολεμίων.

Αφικόμενοι δε εις Βέρροιαν και εκείθεν επιστρέφοντες αφού πρώτον προσεπάθησαν να την κυριεύσουν και απέτυχον, επορεύθησαν διά ξηράς προς την Ποτείδαιαν, αριθμούμενοι εις τρισχιλίους οπλίτας Αθηναίους, εκτός πολλών συμμάχων και εξακοσίων ιππέων Μακεδόνων των μετά του Φιλίππου και του Παυσανίου, και συγχρόνως παρέπλεον εβδομήκοντα πλοία.

Ο Απόστολος, η γραία και ο νεανίσκος επορεύθησαν κατά μήκος του ποταμού, ενώ ο μικρόσωμος γέρων, ο Ούρσος και η Λίγεια εισήρχοντο εις στενόν δρομίσκον, εισήρχοντο εις το προαύλιον οικίας, της οποίας το ισόγειον κατείχετο από τα καταστήματα ενός ελαιοπώλου και ενός ορνιθοπώλου.

Αλλ' εσιώπησεν, ως διστάζων πόθεν ν' αρχίση. Ο καθηγητής συστείλας τους ώμους και πάλιν, έστρεψε το βλέμμα προς τον ήλιον και είδεν ότι είχεν ήδη κρυφθή όπισθεν του βουνού. — Δεν τα λέγομεν καλλίτερα περιπατούντες; Ώρα να επιστρέψωμεν πλέον. Και ηγέρθη. Ηγέρθη και ο Λιάκος, και οι δυο φίλοι επορεύθησαν προς την πόλιν.

Τελευταίον «Οι ένδεκα μαθηταί επορεύθησαν» έως της συντελείας του αιώνος. Αμήν». Τέλος, ο παπάς επήρε το Αρτοφόριον, από την σανίδα του εικονοστασίου, όπου το είχεν αποθέσει, και μετέδωκεν εις το νήπιον το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.

Επορεύθησαν δε πεζή εις Απολλωνίαν, αποικίαν ούσαν των Κορινθίων, φοβούμενοι τους Κερκυραίους μήπως εμποδισθούν υπ' αυτών εάν μετέβαινον διά θαλάσσης. Επειδή δε οι Επιδάμνιοι εις ουδέν εκ τούτων υπήκουον, οι Κερκυραίοι εκστρατεύουσι κατ' αυτών μετά τεσσαράκοντα πλοίων, συνεπάγοντες τους φυγάδας διά να αποκαταστήσουν αυτούς και προσλαβόντες τους Ιλλυριούς ως επικούρους.

Ακολούθως επορεύθησαν προς την Αίγυπτον, και είχον ήδη εισέλθει εις την Συριακήν Παλαιστίνην, ότε ο βασιλεύς της Αιγύπτου Ψαμμίτιχος, ελθών εις απάντησίν των, τους έπεισε διά παρακλήσεων και δώρων να μη προχωρήσωσι περισσοτέρων αλλά να αναχωρήσωσιν. Εμακρύνθησαν λοιπόν και έφθασαν εις την πόλιν της Συρίας Ασκάλωνα.

Αλλ' εξ ενός μέρους ο Λιάκος, εξ άλλου ο σύζυγος της εξαδέλφης, συνενούντες τας προτροπάς και τας ενθαρρύνσεις των, συνώδευσαν τον δυστυχή γαμβρόν, μέχρις ου έφθασαν ενώπιον της οικίας, εκεί δε ανοιχθείσης της θύρας τον ώθησαν εντός αυτής, τραυλίζοντα εισέτι διαμαρτυρήσεις, και επορεύθησαν εκείνοι προς την λέσχην.