Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Ιουνίου 2025


Μέχρι τινός είχεν αποσπασθή εκ της διανοίας του Μάχτου η επί τη απουσία της Αϊμάς μέριμνα. Αλλ' άμα εξελθών, ανεμνήσθη ότι ώφειλε να φροντίση περί τούτου. Ήρχισε δρομαίως να βαδίζη επί της οδού της αγούσης εις την κώμην. Ότε προέβη πολλά βήματα, είδε συρροήν λαού, ανδρών, γυναικών και παίδων, αποφράττουσαν την δίοδον παρά τινα μάνδραν. Ετάχυνε το βήμα.

Εν τούτοις ο Μάχτος εξηκολούθει να ασπάζηται την χείρα της Αϊμάς, και ο Θευδάς προέβη εις δευτέραν απόπειραν: «Φίλε μου, θα έλθη τώρα ο φιλόσοφος, κάμε φρόνιμα», τω είπε. «Ποίος φιλόσοφος;» — «Ο αυθέντης μου». — «Τώρα δεν μου έλεγες να πάμε να τον βρούμε;» — «Αλήθεια», είπεν ο Θευδάς. «Αφού λοιπόν θα έλθη, διατί μου είπες να πάμε;» — «Αν θέλης πηγαίνομε», απήντησεν ο Θευδάς. «Αλλ' αφού θα έλθη», είπε ο Μάχτος. «Δεν ειξεύρω σίγουρα, αν θα έλθη». — «Λοιπόν τότε πήγαινε συ να μάθης, είπεν ο Μάχτος, και έλα να μου πης αν πρέπει να πάμε ή να περιμένουμε». — «Αλλ' εγώ είμαι κουρασμένος, απήντησεν ο Θευδάς· συ μ' εξεγλώσσασες, μ' αφάνισες 'στόν δρόμο». — «Και μήπως αν θα έλθω και εγώ μαζύ, δεν θα ήσαι κουρασμένος;» Ο Θευδάς δεν απήντησεν.

Προέβη δε ακουσίως σχεδόν προς το μέρος εκείνο, και δεν ηδυνήθη να μη εισέλθη. Την προτεραίαν είχε μάθει παρά του φρουρού πού είχον μεταφέρει την Αϊμάν, και προς τοις άλλοις σχεδίοις άτινα ανεκύκλου εν τω νω, ήτο και το σχέδιον μιας επιστολής, ην ώφειλεν αντί πάσης θυσίας να πέμψη προς την έγκλειστον.

Προέβη δε λίαν ατάραχος προς το θορυβώδες εκείνο σύμπλεγμα και αποτείνας τον λόγον προς τους παρόντας είπεν·Ησυχάσετε. Σας διατάττω εν ονόματι της εξουσίας. Και οι έξ στρατιώται, όπως υποστηρίξωσι το παράγγελμα τούτο, προέβησαν κατόπιν αυτού και έτειναν τας λόγχας προς τους παλαίοντας. Ο ξένος έκαμε νεύμα, αν δεν επέλθη ησυχία, να μετέλθωσι κατ' αυτών την βίαν. Αλλ' ήτο περιττή η πρόνοια αύτη.

Το έθηκεν εις την πήραν, χωρίς να το περιεργασθή, διότι το συμπαθές φορτίον όπερ εβάσταζε δεν επέτρεπε αυτώ τούτο. Ετάχυνε γενναίως το βήμα, και εισήλθεν εις την σύνδενδρον και σκιεράν οδόν, την άγουσαν εις το χωρίον. Ότε προέβη αρκετήν οδόν, ήκουσεν αίφνης ποδοβολητόν ίππων ερχομένων όπισθέν του. Τα σιδηρά πέταλα αντήχουν επί του εδάφους και αι φωναί των ιππέων ηκούοντο.

Η άμιλλα αύτη όπως παριστάνεται ο Χριστός όσον το δυνατόν δυσειδέστερος, προέβη μάλιστα και περαιτέρω. Τον εφαντάσθησαν και λεπρόν ακόμη, αυτόν τον τόσους θεραπεύσαντα λεπρούς.

Η ξένη προέβη εις τα έσω της καλύβης και περιειργάζετο μετά πολλού διαφέροντος πάντα όσα έβλεπεν. Ηρεμαία τις απόχρωσις λύπης και οίκτου εσκίασε την μορφήν της. Το λεπτόν τούτο νέφος παρετήρησεν η Αϊμά. Ησθάνθη δε ευθύς συμπάθειαν προς την ξένην, και ουδεμία κακή ιδέα διέβη διά της φαντασίας της. — Δος μοι έν κάθισμα, διότι είμαι πολύ κουρασμένη, Αϊμά,

Και άλλοτε πάλιν την ήκουσαν να δογματίζη ότι ο άνθρωπος δεν συμφέρει να κάμνη πολλά κορίτσια, και ότι το καλλίτερον είναι να μη 'πανδρεύεται κανείς. Η δε συνήθης ευχή της προς τα μικρά κοράσια ήτο «να μη σώσουν!. . να μην πάνε παραπάνωΚαι άλλοτε προέβη επί τοσούτον ώστε να είπη·Τι να σας πω! . . . Έτσι τούρχεται τ' ανθρώπου, την ώραν που γεννιώνται, να τα καρυδοπνίγη! . . .

Παρθένος μία περικαλλής φέρουσα ποδήρη χιτώνα ως ιερατικόν στιχάριον, σκεπασμένη δε την λυτήν κόμην της με πέπλον φαεινόν και αιγλήεντα, ως αραχνοΰφαντον βασιλικήν καλύπτραν, ιέρεια, θαρρείς, της αρχαιότητος, προέβη προς τας αγίας εικόνας ελαφρά και ταχεία ως άνεμος, χωρίς να πατή εις την γην. Εκεί σταθείσα, έκαμε σχήματα προσκυνήσεως. Ο ιερεύς έμεινεν άναυδος. Ο μπάρμπα-Γιωργός έτρεμεν ως φύλλον.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν