Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025


Βασιλέα μου, είπεν αυτή, καθώς με έρριξαν εις τον Νείλον έπεσα εις τα δίκτυα ενός ψαρά, που εκείνην την ώραν τα ετραβούσεν έξω· αυτός δε έμεινεν εκστατικός με το να κάμη ένα τέτοιο κυνήγι· και οπόταν αυτός εκατάλαβε πως εγώ ανάπνεα ακόμη, με επήρε και με έφερεν εις την βάρκαν του, εις την οποίαν με την σύντρεξίν του με ανάζησεν.

Απεκρίθη ο ψαράς· το πράγμα μου φαίνεται απίστευτον, πώς ήτον δυνατόν ένα τόσον μικρόν αγγείον που δεν χωρεί ούτε το ποδάρι σου, να χωρέση όλον σου το σώμα; Τότε το Τελώνιον, διά να τον βεβαιώση, διαλύεται εις ένα σύγνεφον, και ύστερα εις καπνόν, και έπειτα ολίγον κατ' ολίγον όλος εκείνος ο καπνός εμβήκεν μέσα εις το αγγείον χωρίς απομείνη τελείως έξω· και ευθύς βγήκε μία φωνή λέγουσα.

Η Φωτεινή ακούραστος έκαμνεν, όσα είχε παραγγείλει ο ιατρός. — Θα γίνης καλά, παππού, τον έλεγε, και μαζί θα συνάξωμε το βαμβάκι· αλλά πρέπει να παραγγείλης καινούρια υποδήματα, με τα παλιά δεν θα ημπορέσης να έβγης έξω· τώρα το φθινόπωρο κάμνει υγρασίαν . . . — Ούτε διά να διορθώσω παιδί μου, τα παλιά δεν μου μένουν πλέον χρήματα.

Τέτοια πράγματα δεν είναι εύκολον να τα κρατήση κανείς μυστικά· είναι σαν άμμος μέσα εις κόσκινον, και τρέχει έξω· μετ' ολίγον ήξευραν όλοι, ότι ο Ρούντυ, αν και ήτο καλό παλληκάρι, όμως έδινε φιλιά εις τον χορόν και μόλα ταύτα δεν είχε φιλήσει ίσα ίσα εκείνην, που θα εφιλούσε με όλην του την καρδιά.

Πάντα κατευόδιο! είπε ποιών το σημείον του σταυρού ο κυρ- Aλεξανδρής, όστις τότε εξεζαλίσθη κ' εστάθη εις τους πόδας του. Επήδησαν είς είς έξω· εξεφόρτωσαν τας αποσκευάς και ηλάφρυναν την βάρκαν.

Όταν ο γιατρός ήρθε στον δυστυχή, τον βρήκε χάμω χωρίς ελπίδα να σωθή· ο σφυγμός εκτυπούσε, τα μέλη του ήσαν όλα παραλυμένα. Είχε μια σφαίρα στο κεφάλι πάνω από το δεξί μάτι, τα μυαλά του ήσαν πεταμένα έξω· ως εκ περισσού του άνοιξε μια φλέβα στο βραχίονα, το αίμα έρρεε ανέπνεε ακόμη.

ΡΩΜΑΙΟΣ Εξορίαν! Λυπήσου με, και πρόφερε θανάτου καταδίκην! Μου είναι κι’ από θάνατον πλέον φρικτή και μαύρη η εξορία! Πάτερ μου, μη λέγης εξορίαν. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Εξορισμένος απ' εδώ, απ' την Βερώναν, είσαι. Υπομονή, υπομονή! Μεγάλος είν' ο κόσμος. ΡΩΜΑΙΟΣ Κόσμον δεν έχει δι’ εμέ απ' την Βερώναν έξω· δεν έχει παρά κόλασιν, και βάσανα και θρήνον!

Αίμα πύρινο κουφοδρομεί στις φλέβες του· ψυχή με άλλη ψυχή σταυρόνονται και γιγαντώνουν στα φυλλοκάρδια του· φτερά έκαμε να πετάξη στα επουράνια. Κουφάρι ήταν περιστέρι έγινε. — Μπρε! ξαναλέγει· έλα Χριστέ και Παναγιά κοντά μου! Τρέχει έξω· κράζει τους συντρόφους του. Γυρίζουν εκείνοι στις φωνές, κυτάζουν με απορία και σταυροκοπούνται. Άγγελος είνε άνθρωπος είνε, δεν ξεύρουν.

Κι ακαρτερούσε στη βάρκα κάτω. Να δειπνήσουμε κ' εμείς έξω· να βγη και το φεγγάρι πάνω στα βουνά· να κατέβουμε ενωρίς, να ξεβγούμε όπου ήξερε ο Καπτάν-Μιχάλης. ... Γιαλό, γιαλό το περιγιάλι εγλυστρούσαμε πάνω στο μαγεμένον του φεγγαριού καθρέφτη, κατά την ακροπελαγιά. Αργή, καμαρωμένη εκατέβαινε η βάρκα μας μες την ονειρεμένη σιγαλιά της νύχτας.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν