United States or Chile ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΦΙΛ. Β'. Αφού όμως μαστιγωθή πρώτα. ΦΙΛ. Γ'. Να του εξορυχθούν οι οφθαλμοί. ΦΙΛ. Δ'. Προηγουμένως όμως να του αποκόψωμεν την γλώσσαν. ΣΩΚΡ. Συ δε, Εμπεδοκλή, ποίαν γνώμην έχεις; ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ. Πρέπει να ριφθή εις τους κρατήρας της Αίτνας, διά να μάθη να μη υβρίζη τους καλλιτέρους του. ΠΛΑΤΩΝ. Και όμως το καλλίτερον θα ήτο, ως ο Πενθεύς ή ο Ορφεύς, λακιστόν εν πέτραισιν ευρέσθαι μόρον ,

Αυτός δε ο γεμάτος στάκτην, ως ψωμί που εψήθη εις την ανθρακιάν, και με φλυκταίνας εγκαυμάτων εις το δέρμα ποίος είνε; ΑΙΑΚ. Είνε ο Εμπεδοκλής, ω Μένιππε, ο οποίος μας ήλθε μισοψημένος από την Αίτναν. ΜΕΝ. Και τι σου ήλθε, λαμπρέ άνθρωπε με τα χάλκινα υποδήματα, κ' έπεσες μέσα εις τους κρατήρας του ηφαιστείου; ΕΜΠ. Έπαθα μίαν διατάραξιν, Μένιππε.

Φεγγοβολεί η πυρά εις την καθαράν της Κρατήρας οικίαν. Ξύλα μεγάλα αναδίδουσιν οφιοειδείς γλώσσας φλογός εν μέσω της παλλεύκου εστίας, και θερμαίνεται και φέγγει όλος ο οίκος.

Επειδή δε η γη των Σκυθών στερείται ξύλων εντελώς, ιδού τι επενόησαν προς έψησιν των κρεάτων· γυμνούντες τα οστά των εκδειρομένων θυμάτων, ρίπτουσι τα κρέατα εις λέβητας επιχωρίους, εάν τύχωσι να έχωσιν, οίτινες πολύ ομοιάζουσι με τους κρατήρας της Λέσβου, εκτός μόνον ότι είναι πολύ μεγαλείτεροι· συγχρόνως θέτουσι τα οστά υπό τους λέβητας, και καίοντες αυτά ψήνουσι τα κρέατα.

Ας σφάξωμεν άφθονα πρόβατα, και αφού τα μαγειρεύσωμεν, ας ετοιμάσωμεν δι' αυτούς τους ανθρώπους πλουσιοπάροχον γεύμα εις το στρατόπεδόν μας· ας εύρωσιν επίσης πολλούς κρατήρας με άκρατον οίνον και πολλήν ποικιλίαν φαγητών. Αφού ετοιμασθώσιν όλα, άφησον ως οπισθοφυλακήν ασθενές μέρος του στρατού και οι λοιποί ας επιστρέψωσι πάλιν προς τον ποταμόν.

Ο δε Γύγης, στερεωθείς επί του θρόνου, έπεμψεν εις τους Δελφούς πλούσια δώρα· διότι μεταξύ όλων των ευρισκομένων εκεί αργυρών αναθημάτων, τα πλειότερα επέμφθησαν παρ' αυτού. Αφιέρωσεν επίσης και άπειρα χρυσά, μεταξύ των οποίων έξ κρατήρας οίτινες προ πάντων είναι άξιοι μνείας. Σήμερον αποτελούσιν ούτοι μέρος του θησαυρού των Κορινθίων και έχουσι βάρος τριάκοντα ταλάντων.

Ο Πετρώνιος εμειδίασεν. Εν τω μεταξύ οι συνδαιτυμόνες θορυβωδώς συνεζήτουν περί διαφόρων ζητημάτων. Τα συμπόσιον εγίνετο ζωηρότερον. Εις πάσαν στιγμήν εξήγον κρατήρας οίνου από μεγάλα αγγεία πλήρη χιόνος και στεφανωμένα με κισσόν. Από τον θόλον έπιπτον ρόδα. Ο Πετρώνιος παρεκάλεσε τον Νέρωνα να ευαρεστηθή, πριν όλοι οι συνδαιτυμόνες εντελώς μεθυσθώσι, να λαμπρύνη το συμπόσιον διά του άσματός του.

Κι' απ' τη δουλειά σαν έπαυσαν, κ' ετοίμασαν τραπέζι, Έτρωγαν· τίποτ' η καρδιά φαγ' ίσιο δεν στερηούνταν. Λοιπόν αφού απ' το πιοτό, και φαγητό χορτάσαν, Κρασί κρατήρας γέμισαν οι νέοι ως τα χείλη· Και αρχινώντας μοίρασαν εις όλους με ποτήρια· Και τον θεόν ιλέωναν με ψάλσιμ' όλ' ημέρα, Παιάνα καλόν ψάλλοντας των Αχαιών οι νέοι· Με μελωδίαις, και χορούς τον Μακροχτύπ' υμνώντας.

Η Μονή της Φούλδας ωμοίαζε μάλλον φρουρίω ή μάνδρα μοναχών. Υψηλά ηφαίστεια, των οποίων τους κρατήρας είχε σβύσει ο Άγιος Στούρμης διά σταγόνων τινών ηγιασμένου ύδατος, περιέφρασσον αυτήν πανταχόθεν, το δε ρεύμα του ομωνύμου ρύακος εχρησίμευεν ως τάφρος του μοναστικού τούτου φρουρίου, στεφομένου διά πύργων και επάλξεων οδοντωτών.

Κυλίμια χρωματιστά εύμορφα είναι στρωμένα κάτω εις τον χθαμαλόν σοφάν, κατέναντι της εστίας, όπου ακκουμβισμένος επί μαλακού προσκεφαλαίου πεπληρωμένου πτίλων αναπαύει τα θερμανθέντα πλέον μέλη του ο Μπάρμπα Σταύρος, λευκόν φορών εσώβρακον, λευκόν σαν το χιόνι, λευκασμένον την άνοιξιντον Μέγαν Γιαλόν υπό της καθαράς και σεμνής νοικοκυράς Κρατήρας, και λευκόν ωσαύτως σκούφον μάλλινον εις την κεφαλήν κυρτούμενον και κλίνοντα όπισθεν και απολήγοντα εις μαλλίνην λευκήν ωσαύτως φούνταν.