Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025


Ο Χίλων, αφού διέκρινεν εις την γωνίαν του θαλάμου κλίνην, και επί της κλίνης ταύτης τον Βινίκιον, διηυθύνθη προς τον τριβούνον, χωρίς να παρατηρήση κανένα, πεπεισμένος ότι πλησίον εκείνου ήτο περισσότερον ασφαλής ή πλησίον άλλου. — Ω! αυθέντα, διατί δεν ηκολούθησες τας συμβουλάς μου; ανέκραξε σταυρώσας τας χείρας. — Σιώπα, είπεν ο Βινίκιος, και άκουσον.

Όταν ενύκτωσε, επήγεν ο Βασιλεύς εις την κλίνην του μαζί με την βασίλισσαν Χαλιμάν διά να αναπαυθούν.

Χορός δε από δεκαπέντε παιδιά και από άλλας τόσας κόρας να περικυκλώνη την κλίνην και να ψάλλουν ως ύμνον έν εγκώμιον εις τους ιερείς έκαστος χορός, και να τον μακαρίζουν με το άσμα ολόκληρον την ημέραν.

Ανεπαύετο λοιπόν εις την συνεχομένην μετά της ιδικής μου κλίνην, εις την οποίαν και είχε δειπνήσει, κανείς δε άλλος δεν εκοιμάτο εις το οίκημα, παρά μόνον ημείς.

Και άρχιζε κιθαρίζοντας καλό τραγούδι εκείνος, ο Άρης πώς την εύμορφην αγάπησε Αφροδίτη, όταν πρωτόσμιξαν κρυφάτου Ηφαίστου τον κοιτώνα. πολλά 'δωσε και ατίμασε το νυμφικά κρεββάτι του Ηφαίστου• κ' ήλθε μηνυτής και αμέσως το 'πε κείνου, 270 ο Ήλιος, 'πουτον έρωτα τους είδε αγκαλιασμένους. και ως τ' άκουσεν ο Ήφαιστος, κατάκαρδα επληγώθη• επήγε εις το χαλκείο του και ολέθριαν είχε γνώμη. και εις μέγ' αμόνι, 'πώστησε, δεσμά να κόπτη αρχίζει, άσπαστ' αδιάλυτ', ώστ' αυτού άσειστ' οι δυο να μένουν. 275 και αφού τον δόλον έπλασε να εκδικηθή τον Άρη, προς τον κοιτώνα εκίνησε, 'που ήτο η γλυκειά του κλίνη, κ' έχυσε γύρω τα δεσμά παντούτα κλινοπόδια• ήσαν πολλά και απ' την σκεπή χυμένα ωσάν αράχνια, λεπτά, 'που δεν θα τα 'βλεπεν ουδέ των μακαρίων 280 θεών το μάτι, επίβουλα ως ήσαν μορφωμένα. και γύρω άμ' όλον άπλωσε τον δόλον εις την κλίνη, 'ς την Λήμνο τάχα εκίνησε, καλοκτισμένην πόλι, 'που αυτήνόλαις ανάμεσα ταις χώραις αγαπάει. και άμ' είδε τον καλότεχνον θεόν 'που αναχωρούσε, 285 Άρης ο χρυσοχάλινος τυφλός σκοπός δεν ήταν, και προς το δώμα εκίνησε του δοξασμένου Ηφαίστου, την αγκαλιά της εύμορφης ποθώντας Κυθερείας. εκείνη μέσα εκάθιζε και μόλις είχε φθάσει απ' τον μεγαλοδύναμον πατέρα της Κρονίδη. 290 εμπήκε αυτός, της έσφιξε το χέρι και της είπε• «'Σ την κλίνην έλ', αγαπητή, να γλυκοκοιμηθούμε• ο Ήφαιστος δεν είν' εδώ, και θα 'ναι ήδη φθασμένοςτην Λήμνο, 'ς τ' αγριόφωνο το γένος των Σιντίων».

Ο Λιάκος δοκιμάζει την πικρίαν του χωρισμού, προτού γευθή την γλυκύτητα της συζυγικής ευδαιμονίας του Έκτορος! Ο Κ. Πλατέας έκλεισε το βιβλίον και ηγέρθη εκ νέου. Μυρίαι σκέψεις τον εβασάνιζον, ενώ επεριπάτει από την τράπεζαν εις την κλίνην και από την κλίνην εις την τράπεζαν. — Διατί, ανεφώνησε, διατί να μη πιστεύσω τον Λιάκον ότι δεν εσκέφθη ποτέ να με νυμφεύση; Ανόητος εγώ να το υποθέσω!

Μετά τόσας κακουχίας και ψυχικάς συγκινήσεις, ευρούσα στέγην φιλικήν και μαλακήν κλίνην, απεκοιμήθη βαθέως, μόλις έκλεισε τους οφθαλμούς.

Και ο Νίκος δε επέμεινε ν' αναβώμεν εις το Κάστρον, διατεινόμενος ότι δήθεν είχε ανάγκην να καλοκοιμηθή εις κλίνην ανθρωπινήν, ενώ βεβαίως μόνον και μόνον τας συστάσεις της μητρός μου είχε κατά νουν.

Καθώς επλησίασε το τέλος της, και μου είπε: Φέρε μου τα επάνω, και καθώς τα επήγα μέσα, τα μικρότερα, τα οποία δεν ήξευραν, και τα μεγαλύτερα, τα οποία ήσαν αναίσθητα καθώς εστέκοντο γύρω εις την κλίνην, και εκείνη ανύψωσε τα χέρια της, και εδεήθη επάνω των, και τα εφίλησε το έν μετά το άλλο και τα απέπεμψε, τότε δα μου είπε: να είσαι η μητέρα των! Της έδωκα τον λόγον μου.

Ταύτα ειπούσα, εξηντλημένη εκ της συγκινήσεως, αφήκε να καταπέσωσιν οι λευκοί της βραχίονες και επέστρεψεν εις την νεκρικήν της κλίνην.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν