United States or India ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι εγίνικαν η ημέραι, Ότε εις τας κορυφάς Του Κερκετέως δενδρόεντος Εχόρευον η τέχναι Στεφανωμέναι. Έρχονται, ω μακαρία Νήσος, έρχονται πάλιν· Το προμηνύουσι τ' άντρα σου Φλογώδη, εξ ων μυρίαι Μάχαιραι εκβαίνουν. Ως η σφήκες μαζόνονται Επί τα ολίγα λείψανα Σπαραγμένης ελάφου, Ή ταύρου οπού εκατάντησε Δείπνον λεαίνης·

Τι μάντις είναι αυτός, αφού κατά το πλείστον μαντεύει ψευδώς και, οσάκις αποτύχουν αι προρρήσεις του, διεκφεύγει εντέχνως ; Δεν λέγω ταύτα, διά να λάβω την θυγατέρα σου εις σύζυγον. Μυρίαι κόραι θηρεύουν γάμον μετ εμού. Τα λέγω, διότι ο Αγαμέμνωνμε προσέβαλε δεινώς. Εάν ήθελε να κάμη χρήσιν του ονόματός μου, ίνα φέρη την κόρην εδώ, ώφειλε πρώτον να ζητήση τούτο παρ' εμού.

Ο Λιάκος δοκιμάζει την πικρίαν του χωρισμού, προτού γευθή την γλυκύτητα της συζυγικής ευδαιμονίας του Έκτορος! Ο Κ. Πλατέας έκλεισε το βιβλίον και ηγέρθη εκ νέου. Μυρίαι σκέψεις τον εβασάνιζον, ενώ επεριπάτει από την τράπεζαν εις την κλίνην και από την κλίνην εις την τράπεζαν. — Διατί, ανεφώνησε, διατί να μη πιστεύσω τον Λιάκον ότι δεν εσκέφθη ποτέ να με νυμφεύση; Ανόητος εγώ να το υποθέσω!

Μυρίαι όψεις τον περιεκύκλωσανούτω διηγείτο κατόπινόψεις παραδόξως ωραίαι και παραδόξως δυσειδείς, κράμα τερατώδες νεάνιδος και γραίας, οφθαλμοί γλυκείς και άγριοι, λαμπροί κ' εσβεσμένοι, στόματα με οδόντας και χωρίς οδόντας, κεφαλαί με πτερά ταώνων, με λοφιάς τσαλαπετεινών, με παντοία κέρατα, σώματα ως γυναικών και σώματα ως κυνών, σατανάδες ανθρώπινοι, ενεδρεύοντες εν στιγμή τινι του βίου να συλλάβωσι την δύσποτμον λείαν των, την ριπτομένην υπό της τύχης εν τω μέσω του ορχουμένου θιάσου αυτών.

Ούτω τα μεν θηκάρια Σορηδόν ερριμμένα Κρύπτουν την γην, τους βράχους· Ο δε σιδηροχάρμης Άφοβος Άρης, Κινεί την νήσον. Χίλια Πολέμου χάλκεα όργανα Βροντούν· εις τον αέρα Των ξίφων μύριαι γλώσσαι λάμπουν, κλονούνται. Μία βοή σηκόνεται, Μία μόνη επιθυμία, Και ωσάν ακτίνα ουράνιος, Ως φλόγα ες δάση ευάνεμα Καίει τας καρδίας.

Αλλά δεν εφώναξε μόνον αυτή. Μύριαι φωναί φρενήρεις και πυροβολισμοί ισάριθμοι ανέβρασαν από του τείχους, χαιρετώντες τον θρίαμβον του αρματωλού. Ο Ζάχος ήδη επέστρεφε μετά των συντρόφων του εις την πόλιν, φέρων το καρυοφύλλι του αρματωλού, το παλλάδιον τούτο της οικογενείας του και ως λάφυρον τα τσαπράζια του Ταχίρ Γιάτση.

Κατόπιν της κυρίας ταύτης διαιρέσεως, ήρχοντο άλλαι μυρίαι υποδιαιρέσεις. Η μία συνοικία εκήρυττε πόλεμον κατά της άλλης συνοικίας. Πάσα οικογένεια πόλεμον κατά της άλλης οικογενείας. Παν άτομον πόλεμον κατά του άλλου ατόμου. Ο γείτων δεν έλεγε μίαν καλημέραν, που είνε του Θεού, εις τον γείτονα. Έκαστος έχαιρε να βλέπη τον άλλον δυστυχούντα.