United States or Togo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ανοησίαις! ηθικόν! τόσος καλός κόσμος που πηγαίνει . . . — Ναι, δεν σου λέγω, αλλά τι τα θέλεις! θα είχα καλλίτερα να μην επήγαινεν η Ασπασία τόσον συχνά. Εγώ μίαν φοράν επήγα όλην όλην, και αυτήν διά το χατήρι σου, και εντράπηκα, σε βεβαιόνω. Έπειτα είνε και το έξοδο! το Φάληρον τώρα ακρίβηνε. Κάθε φοράν που πηγαίνουν κάτω τα παιδιά, θα θέλουν είκοσι φράγκα το ελάχιστον. — Αι, καλά τώρα!

Τα δέντρα ζερβόδεξα, λες κ' ένοιωθαν μια μυστική πνοή να τα δροσίζη, τίναζαν απάνω της τ' άνθια και τα φύλλα τους. Κάτου το πράσινο χορτάρι με το χιονάτο χαμομήλι χάδευαν τ' αρμονικά ποδάρια της. Γιατί το πάτημά τους ήταν τόσο καλόβουλο που τάκανε να μοσκοβολούν. Έν' αηδόνι απόπερα έστελνε το παιγνιδιάρικο λάλημά του, σαν εμβατήριο στην έξοδο θεϊκής συντροφιάς.

ΚΥΡΙΕΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΙ που παραθερίζουν στα λουτρά. Η σκηνή σύγχρονη σε μια Ελληνική λουτρόπολη. Παραστάθηκε για πρώτη φορά στη «Νέα Σκηνή» 11 Αυγούστου 1909. Σάλα του ξενοδοχείου των λουτρών. Επίπλωση με ανοιχτά χρώματα από ξύλο λακέ και ψάθα. Λουλούδια απάνω στα τραπέζια. Τα παράθυρα ανοιχτά. Θύρες δεξιά και αριστερά που φέρνουν σε δωμάτια. Στο βάθος δύο μεγάλες θύρες που φέρνουν στην έξοδο.

Αφού εμισοστράβωσε τον κόσμο άρχισεν ο επιστήμονας να εξηγή πώς αυτά τ' ακτινοβόλα αχλάδια είνε νέο σύστημα φωτισμού, και με το μισό έξοδο θα δίδουν φως δεκαπλάσιο από το λάδι, που θα ξεπέση τότες η τιμή του εις το δέκατο, αφού δε θα χρησιμεύη πλεια παρά μόνο για το τηγάνισμα και τη σαλάτα.

Αυτή η αρρώστεια της γυναίκας μου μ' έκαμε να εξοδέψω πολλά χρήματα εις αμάξια, θέατρα, γεύματα εις την Μεγάλην Βρεττανίαν και εκδρομάς με φίλους μου εις την Κηφισσιάν και την Πεντέλην. Το μεγαλείτερον όμως έξοδο ήτο ότι τας ημέρας που η γυναίκα μου δεν εφαίνετο διόλου καλά, η ανησυχία και η λύπη μου ήτο τόσον μεγάλη, ώστε ηναγκάσθηκα να πάρω διά παρηγότριαν μίαν Γαλλίδα του Φαλήρου.

Ως τώρα δα θωρούσαν Την &έξοδο& απ' τα τείχηα του κ' έκαναν το σταυρό τους· Ύστερα, 'σάν τα Τούρκικα τ' ασκέρια, τον οχτρό τους, Είδαν 'σάν κύμα να χυθούν 'ςταίς θύραις τους, 'στά τείχηα, Και 'σάν αγρίμια να πηδούν, να κρέμωνται απ' τα 'νύχια, Τρέχουν κατά τη θάλασσα, καιτου πελάου την άκρη Μέσα σε πύργο πούχανε μπαρούτη σωρειασμένη Κλειούνται με μιας και σταίνουνε χορό, 'σάν ανδρειωμένοι, Σαν νάτανετα νειάτα τους, δίχως καϋμό και δάκρυ, Του απελπισμένου αυτού χορού είνε ο Καψάλης πρώτος.

Ας έρθουν τώρα να σε βρουν οι Τούρκαι έρμο, κρύο, Και ας γλυτώση ο Θεός τα έρμα τα παιδιά σου. Αχ! γιατί ακόμα μια φορά, γιατί να μη 'μπορώ Να σε γλυτώσω ο άμοιρος! Αστέρι μου λαμπρό, Γιατί να σβύση σήμερατα νέφια των οχτρών σου! Γιατί να μη βρεθώ κ' εγώ απόψετων παιδιών σου Την ένδοξη την &έξοδο&, οπού θα να ξυπνήση Απόψε από τον ύπνο της Ανατολή και Δύσι!

Κι όμως πρώτος απ’ όλους, μόλις βαρούσε η καμπάνα, τα βροντούσε όλα χάμω κ’ έτρεχε σπίτι, κόβοντας δρόμο απ' την Πλάκα και την Άγια Αικατερίνη κ' έπειτα πίσω απ' το Στρατιωτικό Νοσοκομείο, για να οικονομήση και το καθημερινό έξοδο του τροχιόδρομου καθώς έλεγε στον εαυτό του.

Το ψωροχτήμα που σ' απόμεινε, μεγαλύτερη η λάτρα του και το έξοδο απ' το καλό του. Φασκέλωσέ το κ' έλα να φάμε μαζί ένα κομμάτι ψωμί που μας έδωκε ο Θεός. Τα παιδιά μεγαλώσανε. Ο Λεωνίδας έγινε παλληκάρι, ένα σκανδαλιάρικο, που πέτρα δεν αφίνει απάνω στην πέτρα. Θα περνάς την ώρα σου μαζί τους, θα σ' έχη και συντροφιά η παπαδιά». Τέτοια μου γράφει, που λες, και μου ξαναγράφει ο παπάς.

Κύριοι, το εκκλησάκι δεν έχει άλλη έξοδο απ' αυτή. Καθένας σας κρατάει το σπαθί του στα χέρια. Ξέρετε καλά ότι μόνον απ' αυτήν την πόρτα μπορώ να περάσω, κι' άμα παρακαλέσω το Θεό, θέλοντας και μη θα ξαναπέσω πάλι στα χέρια σας!» «Μπορούμε να τον αφήσουμεείπεν ένας από τους φύλακες. Τον αφήκαν να μπη.