United States or Poland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ξάναβε λες και μάζευε όσο αίμα της είχε απομείνει στις φλέβες της, τα στερνά της χρώματα όλα στα μάγουλά της και τα μάτια της γυάλιζαν υγρά και γινόταν πάλι όμορφη, σχεδόν όπως ήτον όταν τη στεφανώθηκεν, εδώ κι οχτώ μήνες. Στο σπιτάκι, πούχανε νοικιασμένα, είχανε μια μεγάλη κάμαρη στο ισόγειο και την κουζίνα στο υπόγειο. Είχανε δική τους αυλή με το πλυσταρειό κι όλα τα χρειαζούμενα.

Καλύβα!... Βακογιάννη!... Δέκα χιλιάδες με κρατούν... Σχωράτε με... πεθαίνω. Και δεν επρόφτασε να 'πή τον ύστερό του λόγο Πούχανε βγη τα δυο θεριά και τάχε αρπάξει η φλόγα. Κρύβεται ο ήλιοςτα βουνά. Τα πλάγια σκοτειδιάζουν Και μένουν έρμα τα Θερμιά... Νεκρύλα... βουβαμάρα.

Ο κορδελλιέρος, πριν τον κρεμάσουνε, μολόγησε, από πού τάχε κλέψει· υπέδειξε τα πρόσωπα και το δρόμο πούχανε πάρει. Η φυγή της Κυνεγόνδης και του Αγαθούλη έγινε πια γνωστή. Τους κυνήγησαν ως τα Γάδειρα· στείλανε, χωρίς να χάνουνε καιρό, ένα πλοίο κατόπι τους. Το πλοίο είχε φτάσει τώρα στο λιμάνι του Βουένος-Άυρες.

Επίσης διαβεβαιούσι πάντες ότι είχε τραυματισθή καιρίως κατά τον ώμον. Και δεν επρόφτασε να 'πή τον ύστερό του λόγο σ. 112 Πούχανε βγει τα δυο θεριά και τάχε αρπάξη η φλόγα. 0 Καλύβας και ο Βαχογιάννης αντέσχον σχεδόν μόνοι κατά πολυαρίθμων εχθρών ωχυρωμένοι εντός του μικρού ξενοδοχείου της Αλαμάνας. Αλλ' ότε είδον τον αρχηγόν αιχμάλωτον, τότε ξιφήρεις πεσόντες κατά των πολεμίων εθανατώθησαν.

Καθώς έκλεινε τα μάτια της, λίγες τρίχες απ' τα μαλλιά της, πούχανε ξεφύγει στα μελίγγια της, γυαλίσανε παράξενα στο φως της λάμπας. Ήτανε κάτασπρες σαν το ασήμι. Έσφιξε τα μάτια της περισσότερο. Μα και στο σκοτάδι των ματιών της δυο άσπρες κλωνές σαλέβανε ακόμα λυπητερά. Σηκώθηκε και πήγε να κοιμηθή. Πρώτη φορά έννοιωθε πως τα πόδια της δεν τη βαστούσανε καλά.

Ευλογητός ο Θεός! φώναξε· αφού είναι γερμανός, μπορώ να του μιλήσω. Ας τον φέρουνε στη φυλλωσιά μου. Αμέσως φέρνουνε τον Αγαθούλη σ' ένα κιόσκι με κολόννες από πράσινο και χρυσό μάρμαρο και με καφάσια, πούχανε μέσα παπαγάλους, κολύβρια, φραγκόκοττες κι' όλα τα σπανιώτερα πουλιά.

Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΉρθε να ρωτήση για την παράσταση .. . Πάει να πη δηλαδή πως ο αφέντης.... Η ψιλή κουβέντα πούχανε στήσει ψες το βράδυ κάτω στα μπάνια δε μου πολυάρεσε. Αμ' η άλλη; Τι θα γίνη με την άλλη; Ο Θεός να βάλη το χέρι του. Καλά έλεγα εγώ να φύγουμε μίαν ώραν αρχήτερα από δωπέρα. ΔΩΡΑΕσύ είσαι εδώ Μπάρμπ-Αργύρη; Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΕγώ, κοκώνα μου. ΔΩΡΑΠού είναι ο Μπαμπάς;