United States or Comoros ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εφώναξε και πάλιν, αλλά απόκρισιν δεν έλαβε, και επί τέλους τον επήρεν ο θυμός, και πετά το ποτήρι εις την κεφαλήν της γραίας, η οποία έπεσεν αμέσως ανάσκελα, μουσκεμένην από το νερόν. — Μωρέ! εφώναξεν ο μικρός Κλώσος από την θύραν του ξενοδοχείου. Μου εσκότωσες την νόναν μου. Και αρπάζει τον ξενοδόχον απο τον λαιμόν. — Ιδέ, της ετρύπησες το μέτωπον.

ΒΕΡΑΕίναι ανάγκη να τον γνωρίζη κανείς; Φτάνει ότι είναι ένας ασθενής. Επιθυμεί τίποτε ο κύριος; Όχι, ευχαριστώ. Ο υπηρέτης μαζεύει τα πράματα και φεύγει προς το μέρος του ξενοδοχείου. ΒΕΡΑΓια πού μπάρμπ-Αργύρη; Δε μας χαιρετάς; Καλησπέρα σας. Με συμπαθάτε. Κατεβαίνω ως στο γιαλό. Δε με κολλάει ύπνος απόψε. Δεν ξέρω τι έχω και δε με κολλάει ύπνος. Πάω να καμαρώσω τη θάλασσα με το φεγγάρι.

Και ποιος είναι λοιπόν ο πρώτος; Εκείνος, νομίζω, που αποβλέπει εις τους άλλους και έχει αρκετή δύναμι, ή εξυπνάδα, ώστε να μεταχειρισθή τας δυνάμεις των και τα πάθη των εις την εκτέλεσιν των σχεδίων των. 28 Ιανουαρίου. Πρέπει να σας γράψω, αγαπητή Καρολίνα, εδώ εις το δωμάτιον ενός μικρού ξενοδοχείου ενός χωρίου, εις το οποίον κατέφυγα ένεκα μεγάλης καταιγίδος.

Τι κάνεις, θα πω, Θωμαή; Και απώθει προς τα οπίσω ακόμη την γυναίκα, μετ' ευλαβείας δεικνύων μακρόθεν τα ανθοστόλιστα του ξενοδοχείου προπύλαια, όπου ένθεν και ένθεν της εισόδου, επί πρασίνων εδράνων, εκάθητο μαυροφορεμένον, με κάτασπρα υποκάμισα, το πολυάριθμον υπηρετικόν. — Νά, εκεί-δα καθόντανε ο Λαλεμήτρος, εδείκνυε μετά σεβασμού ο μπάρμπ'- Αναγνώστης, ομιλών με χθαμαλήν φωνήν.

Πλήρωσα και βγήκα στην είσοδο του ξενοδοχείου και περπατούσα πέρα δώθε· μου είταν αδύνατο να σταθώ σε μια θέση, αδύνατο να συγκεντρώσω τη σκέψη μου. «Το παιδί μου πεθαίνει», είπα του πορτιέρη· «γι' αυτό είμαι τόσο νευρικόςΔοκίμασα να του χαμογελάσω για να του δώσω να εννοήση πως το έβλεπα κι ο ίδιος πως ο τρόπος μου είταν παράλογος.

Τα γκαρσόνια κ' οι κοπέλλες του ξενοδοχείου τους κερνούσανε διάφορα λικέρ φκιασμένα από ζαχαροκάλαμο. Οι συμπότες ήσαν οι περισσότεροι έμποροι κι' αμαξάδες, όλοι τους ασύγκριτα ευγενικοί, που κάνανε μερικές ερωτήσεις στον Κακαμπό με την πιο μεγάλη διάκριση κι' απαντήσανε στις δικές τους με τρόπο ικανοποιητικό.

Σ ε ι σ ο υ ρ ά δ α ήτον ο Γάλλος υπηρέτης του επί τον Βόσπορον ξενοδοχείου, εν ώ η μήτηρ μου ήλθε να με συναντήση, μόλις αφικόμενον εκ της Εσπερίας. Το πρωτοφανές δια την επαρχιώτιδα σχήμα του φ ρ ά κ ο υ, αι συνεχείς του καταξυρίστου Γάλλου υποκλίσεις, ενέπνευσαν εις αυτήν ευθύς ες αρχής ακατάληπτον αντιπάθειαν.

Κυττάζοντας εχθές τα ονόματα των ξένων στην είσοδο του άλλου ξενοδοχείου αντίκρυσα άξαφνα τόνομά της. Φαντάζεσαι την ταραχή μου . . . ΜΙΣΤΡΑΣΈνας λόγος νάφευγες το ταχύτερο. . . . ΦΛΕΡΗΣ — Α! όχι. Δεν μπόρεσα, γιατρέ. Όλη η περασμένη μου ζωή ξανάζησε μπροστά μου. Το χέρι μιας Μοίρας μου φάνηκε πως ανάστησε μπροστά μου έναν πεθαμένο κόσμο. Ένα χέρι μυστικό με κάρφωσε στη θέση μου.

Κατ' εκείνην την στιγμήν ο κώδων της Μεταμορφώσεως εσήμανε τας δώδεκα, και ο καθηγητής ενθυμήθη πρώτον μεν ότι τον επερίμενε το πρόγευμα εις την οικίαν του, δεύτερον δε ότι ο Λιάκος έτρωγε συνήθως εις ξενοδοχείον όπισθεν της πλατείας κείμενον. Επορεύθη λοιπόν προς το ξενοδοχείον και πράγματι συνηντήθη προ της θύρας του ξενοδοχείου με τον πρωτοδίκην. — Ω αδελφέ, ανεφώνησεν, ω αδελφέ!

Επανέλαβα δειλώς τους περί ξενοδοχείου ή καφενείου υπαινιγμούς, ζητών συγγνώμην διά το ακατάλληλον της ώρας κατά την οποίαν εμφανιζόμεθα, αλλ' εκείνος, χωρίς καν να με αποκριθή, εξήλθεν εις την οδόν προς ανεύρεσιν του αγωγιάτου. — Ποίος είν' εκεί; ηρώτησεν εις τα σκοτεινάΕγώ, αφέντη. — Εσύ Γεώργη, επανέλαβεν ο Κ. Μελέτης, αναγνωρίσας τον αγωγιάτην εκ της φωνής.