United States or Kuwait ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να θυμάσαι μια άχαρη κοπελιά, που σαγάπα και θα πάρη την αγάπη της και στον άλλον κόσμο. Γιαυτή μου την αγάπη δε θέλω και νάρχεσαι κοντά μου. Να περνάς πότε πότε να σε θωρώ απ' αλάργο, ναι· και μόνο τσι μέρες που θα πας στη χώρα νάρθης να μαποχαιρετήξης. Ποιος κατέει α θα ξαναδωθούμε;

Το ψωροχτήμα που σ' απόμεινε, μεγαλύτερη η λάτρα του και το έξοδο απ' το καλό του. Φασκέλωσέ το κ' έλα να φάμε μαζί ένα κομμάτι ψωμί που μας έδωκε ο Θεός. Τα παιδιά μεγαλώσανε. Ο Λεωνίδας έγινε παλληκάρι, ένα σκανδαλιάρικο, που πέτρα δεν αφίνει απάνω στην πέτρα. Θα περνάς την ώρα σου μαζί τους, θα σ' έχη και συντροφιά η παπαδιά». Τέτοια μου γράφει, που λες, και μου ξαναγράφει ο παπάς.

ΠΑΝ. Χαίρετε, ω Ερμή και Δικαιοσύνη. ΔΙΚ. Χαίρε και συ, Παν μουσικώτατε και χορευτικώτατε εξ όλων των Σατύρων, εις τας Αθήνας δε και πολεμικώτατε. ΠΑΝ. Και ποίος καιρός σας έφερεν εδώ, ω Ερμή; ΕΡΜ. Η Δικαιοσύνη θα σου διηγηθή τα πάντα• εγώ δε ανεβαίνω εις την Ακρόπολιν διά το διαλάλημα. ΔΙΚ. Ο Ζευς, ω Παν, με έστειλε να διεκπεραιώσω τας εκκρεμείς δίκας. Συ δε πώς τα περνάς εις τας Αθήνας;

Εις τον ανυπόμονον Κιαμήλ δεν επετρέψαμεν να συναπέλθη, τούτο μεν χάριν της επισφαλεστάτης υγείας του, τούτο δε όπως μη μείνωσιν αι δύο γραίαι όλως διόλου μόναι. — Και τώρα πια που εβάλαμε το νερό στ' αυλάκι, μας έλεγε μετά τινας ημέρας η μήτηρ μου, έρχου δα, παιδί μου, να περνάς την ημέρα μαζί μας. Εμείς είμεθα όλη μέρα στο σπίτι, γιατί ετελειώσαμε τους γύρους μας.

Τι χάσκεις από τα 'ψηλά, γλαυκώπις, σαν ζευζέκα, και βλέπεις τον Απόλλωνα γυμνό από τα πλάγια; Αν συ νομίζης πως περνάς για πάνσοφη γυναίκα, για 'μάς δεν είσαι τίποτα παρά μια κουκουβάγια. Κι' αν εγγαστρώθη άλλοτε θεού μυαλό μ' εσένα, τώρα 'μπορεί να γεννηθής ακόμη κι' από μένα.

Καλύτερα που ησύχασε- δεν είχε πια ζωή μέσα της. Αν θέλης αύριο περνάς για την άδεια- Καθώς σηκώθηκε ο Νίκος και ξανάρριξε μια ματιά απάνω στο νεκρό πρόσωπο της Βεργινίας και κατάλαβε πως όλα τέλειωσαν πια, τούρθε στρόφιλος και πήγε να πέση.

Νίκο ! Ψτ ! Νίκο ! του φώναξε ο ένας τους, ένα παιδί χοντρομπαλάδικο, άσπρο και κόκκινο με ξανθό μουστάκι σα χρυσαφένιο· και σαν είδε πως ο Νίκος τους ένοιωσε, τούκλεισε το μάτι κατά τη Λιόλια, σα να τούλεγε: «Πού την πέτυχες τη μικρούλα ; Καλά τα περνάς εσύ αυτού απάνωΕλάτ' απάνω τους φώναξε κι ο Νίκος, καταχαρούμενος.

ΦΙΝΤΗΣ Και ποιος μ' εξασφαλίζει εμένα, ανάμεσα σε τόσους άγριους. ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Η παρουσία σας εκεί, θα είναι ο μεγαλύτερος φύλακας και διαφεντευτής σας. Αν όμως δε θελήσετε ναρθήτε, η τέτοια περιφρόνηση σας προς αυτούς, θα σταθή ο μεγαλύτερος σας οχτρός. ΦΙΝΤΗΣ Έλα δω. Αύριο, μόλις ξημερώσει περνάς από δω με τους εργοδηγούς και τους κουβεντιάζω εγώ.

Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Θάκανες καλύτερα αν φρόντιζες να παντρέψης την κόρη σου, που περνάς ολοένα η ηλικία της. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Θα φροντίσω να παντρέψω την κόρη μου, όταν θα βρεθή ο κατάλληλος γαμβρός γι' αυτήν. Τώρα φροντίζω να μάθω τα ωραία πράγματα. ΝΙΚΟΛΕΤΑ Μου είπε ακόμα, κυρία, πως πήρε σήμερα κ' ένα δάσκαλο της φιλοσοφίας. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Μάλιστα.

Ημείς είμασθεν τρεις ντζοβαϊρτζήδες σύντροφοι· ένας από ημάς θέλει με γνώμην βεβαίαν, ότι εις τον κόσμον δεν ημπορεί να είναι άνθρωπος τελείως ευτυχισμένος και να μην έχη θλίψιν· εγώ είμαι εναντίας γνώμης· και δεν είνε καιρός που σε ήκουσα να ειπής, ότι περνάς μίαν τελείαν ευτυχίαν· ειπέ μας την αλήθειαν, σε παρακαλώ, αν είνε έτσι, ότι πολλά μας είνε αναγκαίον να μάθωμεν, και θέλεις μας κάμει μίαν μεγαλωτάτην χάριν.