Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025


Εις τούτο το φαινόμενον εγώ φοβηθείς έμεινα εκστατικός, τόσον μάλιστα που εκατάλαβα πώς εκείνο το σκότος επροξένησεν ένα μέγιστον όρνεον, το οποίον πετώντας εις τον αέρα επλησίαζε προς εμένα.

Έλαβα τόσην αγαλλίασιν εις το να ακούσω ότι η Ρετζία δεν ήτον υπανδρευμένη, και από την χαράν μου εφώναξα. Αχ, βασίλισσά μου, δεν ηξεύρω πώς να ευχαριστήσω τον ουρανόν, που μου έδωσε την χάριν να σε απολαύσω, καθώς επιθυμούσα· εγώ δεν είμαι άξιος να ανταμείψω την ευεργεσίαν του Αβικένα, που μου έκαμεν. Αυτά και άλλα παρόμοια λέγοντας εκατάλαβα την Ρετζίαν, που έκλινεν εις την αγάπην μου.

Τότε ενθυμήθηκα δι' ένα όρνεον ονομαζόμενον Ροκ, περί του οποίου ήκουσα πολλάκις τους ναύτας να ομιλούσι και εκατάλαβα ότι η μεγάλη εκείνη, αυγοειδής σφαίρα ήτο το αυγό εκείνου του Ροκ, το οποίον εχαμήλωσε τόσον που εκάθησε σκεπάζοντας το αυγόν ωσάν να το κλωσήση, και εσκέπασε με τα πτερά του και εμένα που ήμουν περισυμμαζεμένος κάτω εις το αυγόν.

Ο μεν Πρωταγόρας, αφ' ου τόσα και τόσον εύμορφα ωμίλησεν, ετελείωσε την ομιλίαν του. Και εγώ διά πολλήν μεν ώραν μαγευμένος τον εκύτταζα ακόμη μήπως είπη και τίποτε άλλο, επειδή επεθύμουν να τον ακούω· όταν δε πλέον εκατάλαβα ότι πραγματικώς είχε παύσει, κάπως μετά δυσκολίας αφ' ου συνεκέντρωσα τρόπον τινά τον εαυτόν μου, εκύτταξα τον Ιπποκράτην και είπον·

Η αραπίνα εμειδίασε φιλαρέσκως, ο Έλλην προσεπάθει να εύρη ισορροπίαν διά να μ' εναγκαλισθή, το βρέφος έκλαιεν αγγλιστί, οι σκύλοι εγαύγιζαν δεν ενθυμούμαι εις ποίαν γλώσσαν και ο νέος Έδισων μου είπεν: — Εκαταλάβατε τώρα, κόρνελ, διατί τρέχουν οι Αμερικανοί; — Δεν εκατάλαβα. — Διατί; — Διότι δεν εννοώ αγγλικά. Τρέχω τώρα, τρέχω μανιωδώς, με την γλώσσαν έξω, με κρουνούς ιδρώτος.

Ανόητος που είμαι! ανέκραξα τότε, να μην το καταλάβω πως ήτον ο πατήρ σου! Πίστευσόν με, το όνομα μοι εφάνη γνωστόν, αλλά δεν εκατάλαβα πως έπρεπε να είναι ο πατήρ σου. Ήμην πολύ ανόητος, να μη σε αναζητήσω μεταξύ των δεσποινίδων. — Ανόητος δεν ήσθε, είπεν η κόρη, σύρουσα την φωνήν αυτής μετά τινος ειρωνείας, αλλά ήσθε πολύ ενασχολημένος με τας μεγάλας κυρίας. Μπαχ!

Διότι αυτός λέγει ότι εγώ είμαι κατασκευαστής θεών και με καταγγέλλει, χάριν αυτής της νεολαίας, καθώς λέγει, ότι κατασκευάζω καινούργιους θεούς, τους δε παλαιούς θεούς μας δεν πιστεύω. Ευθύφρων. Εκατάλαβα, ω Σώκρατες.

Μου επέρασεν έν σχοινάκι εις την τρύπαν μου, και με εκρέμασεν εις τον λαιμόν τον μικρόν υιού της γειτόνισσας, ωσάν να ήμην στολίδι και όχι νόμισμα. Το παιδάκι εχαμογέλασε και με εφίλησε, και την νύκτα εκοιμήθηκα επάνω εις τον ζεστόν λαιμόν του. Την αυγήν η μάνα του παιδιού με επήρεν εις τα δάκτυλά της και με εξέταζεν. Αμέσως εκατάλαβα ότι είχε κακούς σκοπούς.

Εγώ τα επείραξα; Και τι είχα εγώ να κάμω με αυτά; Όχι μόνον δεν τα επείραξα, αλλ' ουδέ είπα εις τον αδελφόν μου να τα πειράξη, ενώ αν το έλεγα, τότε δεν θα είχα ανάγκην να σας παρακαλέσω διά τίποτε. Αλλά θέλω με το καλόν. — Δεν εκατάλαβα τι είπες, είπεν η αγρότις. — Είπα ότι, αν το έλεγα του Μάχτου τι τρέχει, ο Μάχτος δεν χωρατεύει, και θα τα έδερνε.

Εις ποίον δε άλλον καιρόν χάνομεν αυτάς; Διότι βέβαια δεν γεννώμεθα έχοντες αυτάς, καθώς παρεδέχθημεν προ ολίγου. Η μήπως χάνομεν αυτάς κατά τούτον τον καιρόν, κατά τον οποίον και τας λαμβάνομεν; Ή δύνασαι να είπης κανένα άλλον καιρόν κατά τον οποίον τας χάνομεν; Διόλου, ω Σώκρατες, είπεν ο Σιμμίας, αλλά δεν εκατάλαβα ότι τίποτε δεν έλεγα.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν