United States or Bulgaria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ελέχθη μετά δηκτικής ειρωνείας ότι οι σημερινοί ιεραπόστολοι βάλλουσιν όλα τα δυνατά των, πρώτον διά ν' ανακαλύψωσιν όλας των λαών τας προλήψεις και τα έθιμα, και δεύτερον διά να προσβάλωσι και πολεμήσωσι ταύτα. Αναμφιβόλως τούτο οφείλεται εις ζήλον ου κατ' επίγνωσιν.

Sat. 2. «idcirco stolidam praebet tibi vellere barbamJupiterΕις τον εξής διάλογον η φράσις είναι επίτηδες αμφίβολος πότε χάριν ειρωνείας, πότε διά την αμάθειαν των προσώπων. Λουκίαν. Νεκρ. Διαλ. Ι. «παρ' ημίν ούτε η ξανθή κόμη ούτε τα χαροπά ή μέλανα όμματα ή ερύθημα επί του προσώπου έτι έστιν ή νεύρα εύτονα ή ώμοι καρτεροί, αλλά πάντα μία ημίν κόνις, φασί, κρανία γυμνά του κάλλους». Πρβ.

Το κατ' εμέ, άχολος ων εκ φύσεως, ήθελον θεωρήσει προθύμως ως αντιχριστιανικά τα σκώμματα και τους εμπαιγμούς, αν υπήρχεν άλλο όπλον πλην του γέλωτος κατά της ανοησίας. «Η π ρ ο ς τ ο ν π λ η σ ί ο ν α γ ά π η α ν α γ κ ά ζ ε ι η μ ά ς π ο λ λ ά κ ι ς ν α ε μ π α ί ζ ω μ ε ν τ α ς α ν ο η σ ί α ς τ ο υ, ί ν α τ α ς κ α τ α σ τ ή σ ω μ ε ν μ ι σ η τ ά ς κ α ι φ ε υ κ τ έ α ς» έγραφεν ο ιερός Αυγουστίνος, δικαιολογών τας ειρωνείας, τας οποίας μετεχειρίσθη κατά των εν Αφρική θεολόγων, ους ωνόμαζε σκωπτικώς κ ο μ ή τ α ς.

Επικίνδυνα βιβλία είναι, κ. εκδότα, τα εξάπτοντα και ουχί τα ψυχραίνοντα τα πάθη, εις δε την Ι ω ά ν ν α ν, από της πρώτης μέχρι της τελευταίας σελίδος υποβάλλονται τα πάθη εις παταγώδες ρεύμα σαρκασμού και ειρωνείας.

Αλλ' ούτος, δεν ήτο ο μόνος πάσχων όστις είχε δικαιώματα επί το έλεος του Σωτήρος· κ' επειδή δεν εξέφερε παράνομον, είνε προφανές ότι η λύπη δεν τον κατέστησεν ιδιοτελή και άδικον. Αλλά την στιγμήν ταύτην έφθασεν εις των οικείων του λέγων: «Η θυγάτηρ σου απέθανε· μη σκύλλε τον Διδάσκαλον». Ήτοι μη ενόχλει αδίκως Αυτόν. Τούτο δε φαίνεται ότι το είπε μετ' ειρωνείας.

Τοιουτοτρόπως εξετάζων και αναλύων την συγκίνησιν ο Τζέιμς παρέχει πρωτοτύπως και διαφωτιστικώς ιδίαν θεωρίαν φυσιολογικής ψυχολογίας. Δρ. 3 Fr. Paulhan Η ηθική της ειρωνείας Μετ. Χ. Δαραλέξη

Ανόητος που είμαι! ανέκραξα τότε, να μην το καταλάβω πως ήτον ο πατήρ σου! Πίστευσόν με, το όνομα μοι εφάνη γνωστόν, αλλά δεν εκατάλαβα πως έπρεπε να είναι ο πατήρ σου. Ήμην πολύ ανόητος, να μη σε αναζητήσω μεταξύ των δεσποινίδων. — Ανόητος δεν ήσθε, είπεν η κόρη, σύρουσα την φωνήν αυτής μετά τινος ειρωνείας, αλλά ήσθε πολύ ενασχολημένος με τας μεγάλας κυρίας. Μπαχ!

Εν αυταίς ο ένδοξος συγγραφεύς εκθέτει όλας τας αισχρότητας των ρασοφόρων εκείνων σκορπίων μετά τοσαύτης κωμικής απαθείας, ώστε ο αναγνώστης διστάζει πολλάκις αν συνήγορος ή διώκτης αυτών είναι ο Πασχάλ· η δε αγανάκτησις αυτού συναυξάνει ανά πάσαν σελίδα μετά της φλεγματικής ειρωνείας του συγγραφέως εις βαθμόν τοιούτον, ώστε ήθελε ραπίσει πολλάκις μετά των Ιησουίτών και τον απαθή αυτών ιστοριογράφον . Η σκωπτική αυτή μετριοπάθεια, η εσκεμμένη αυτή αποχή από πάσης αποδοκιμασίας, η κορυφούσα την προς το κακόν αποστροφήν εν τη συνειδήσει του αγνώστου, εθεωρήθη υφ' όλων των κριτικών ως το αριστούργημα της ηθικής και υγιούς ειρωνείας.

Είναι γνωστόν ότι και ο τελευταίος αστοιχείωτος αναγνώστης όταν πάρη να αναγνώση μίαν κωμωδίαν, αμέσως ζωογονείται ο τόνος της φωνής του και απαγγέλλει με έξαψιν χαράς, λύπης, οργής, ειρωνείας, γελώτων κτλ και εν γένει με σύμπραξιν των χειρών και των ποδών και της φωνής και των μορφασμών του.

Και πλαντασμός! . . . προσέθηκε μετ' ειρωνείας η Φραγκογιαννού. Η λεχώνα εξαφνίσθη μέσα στον ύπνο της, ακούσασα ίσως τον βήχα του μικρού, και άμα τον αλλόκοτον βραχύν διάλογον, όστις διημείφθη μέσω του ξυλοτοίχου, μεταξύ του κοιμωμένου και της αγρυπνούσης. — Τ' είναι, μάνα, είπεν ανασηκωθείσα η Δελχαρώ. Δεν είναι καλά το παιδί; Η γραία εμειδίασε στρυφνώς εις το τρομώδες φως του μικρού λύχνου.