United States or Falkland Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν τον βοηθούμεν; και εδείκνυε πάλιν τον καταβεβλημένον υπό του Τρέκλα άνθρωπον. — Να τον βοηθήσωμεν; είπε μετά ψυχρού σαρκασμού ο μυστηριώδης άνθρωπος. Έλα στο νου σου, Αϊμά. Δεν ήτο δε ίσως και επίκουρος η τοιαύτη βοήθεια. Ο Σκούντας ήτο άδηλον αν έζη εισέτι. Η μανιώδης περίσφιγξις του Τρέκλα, και τα δήγματα του Χόμο, τον είχαν καταβάλει.

Τρέμων όλος, με δάκρυα πύρινα εις τους οφθαλμούς, ήρχισε να διηγήται έν προς έν τα παθήματά του, αφ' ης ημέρας το επιτίμιον ανεγνώσθη εις την κωμόπολιν, την περιφρόνησιν των συγχωρικών του, τους πικρούς και καυστικούς λόγους των, τα μειδιάματά των, τα πλήρη αναιδούς σαρκασμού, τα βλέμματά των τα σουβλερά· να λέγη την πτωχείαν και αθλιότητα του, την παίδευσιν του σώματος και την ακοίμητον βάσανον της ψυχής επί τόσας ημέρας!. . .

Τέλος οι Φαρισαίοι έλαβον θάρρος να Τον ερωτήσωσι, «Πότε έρχεται η βασιλεία του ΘεούΥπήρχεν ανυπομονησία και υλοφροσύγη τις, ίσως και δόσις σαρκασμού, εις το ερώτημα, ωσανεί έλεγον, «Πότε όλον το κήρυγμα και η προπαρασκευή αύτη λαμβάνει πέρας, και ο καιρός της ενεργείας έρχεται;» Η απόκρισίς Του, ως συνήθως, υπεδείκνυεν ότι η άποψίς των ήτο όλως σφαλερά.

Κατά την λογικωτέραν τότε φανείσαν εξήγησιν, αύτος ο άρχων του σκότους είχε τολμήσει να προβάλη το άσχημον ρύγχος του από καμμίαν θυρίδα του ζοφερού αγνώστου, μέσα εις το υγρόν εκείνο έρεβος, και μη δυνάμενος να κρύψη την μαύρην χαιρεκακίαν του, διότι έβλεπε τους ανθρώπους να πλέουν ως να είχον μεταμορφωθή εις το γένος των νησσών, έρρηξε την κραυγήν εκείνην του πικρού σαρκασμού προς την ταλαίπωρον ανθρωπότητα.

Εκράτει εις την αριστεράν χείρα οζώδη ράβδον, και φυτευθείσα ακίνητος επί του εδάφους εθεώρει την Αϊμάν μετά σατανικού σαρκασμού και φαρμακερού μίσους. Τέλος όλοι οι χαρακτήρες της ωμοίαζον με τους της Εφταλουτρούς, της στυγεράς εκείνης γραίας.

Ο Λαλεμήτρος είνε μεγαλέμπορας, και πάειτην Σύρα, να ψωνίση. Αλλ' οι γείτονες είνε οχληροί πάντοτε, όταν δ' εσχημάτισαν την πεποίθησιν ότι ο Λαλεμήτρος δεν θα επανέλθη, έγειναν αυθάδεις· ήρχισαν να διαδίδωσι πολλά, ότι εμάλωσε με την πενθεράν του, ότι εμουφλούζεψεν, ότι άφησε την γυναίκα του, ότι πάγει πάλιν εις την Αμερική και έλεγον προς την γραίαν μετά σαρκασμού: — Πες αλεύρι;

Κύμα αγανακτήσεως πλημμυρήσαν έπνιγε την φωνήν εν τω λάγυγγι αυτής. Την φοράν ταύτην ο Πρωτόγυφτος ηναγκάσθη ν' απολογηθή, αλλ' όπως συμβαίνει εις πάντας τους μη κατέχοντας την τέχνην του ήττονος λόγου, τους ανεπιτηδείους, έμελλε να καταστήση τα πράγματα χείρονα διά της απολογίας του. — Και τι σου φταίω εγώ, αφού συ αγαπάς τον ύπνον, είπε μετά σαρκασμού.

Επικίνδυνα βιβλία είναι, κ. εκδότα, τα εξάπτοντα και ουχί τα ψυχραίνοντα τα πάθη, εις δε την Ι ω ά ν ν α ν, από της πρώτης μέχρι της τελευταίας σελίδος υποβάλλονται τα πάθη εις παταγώδες ρεύμα σαρκασμού και ειρωνείας.

Μας φωνάζει, μα εμείς δεν τον δεχόμαστε. Χαιρόμαστε όταν ακούμε τη φωνή του τη γεμάτη αγωνία κι ο Βιργίλιος μας επαινεί για την πίκρα του σαρκασμού μας. Πατούμε 'πάνω στο κρύο κρύσταλλο του Κωκυτού, όπου μέσα οι προδόται ξυλιασμένοι κολλάνε σαν τάχυρα 'πάνω στο γυαλί. Το πόδι μας σκοντάφτει στο κεφάλι του Bocca.