United States or Trinidad and Tobago ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκείνος πίστεψε πως με τη ζωή έσβυσε και κάθε ιχνάρι της. Εκείνη όμως όχι· τα φύλαξε στο πείσμα του και τώρα να, τα παραδίνει στον απόγονό του, όπως η Αίτνα τη φωνή του Εγκέλαδου. Τ' είνε τάχα η χλόη, τα δέντρα, οι καρποί μπροστά σε τούτα που βγαίνουν αμβροσία για το αίσθημα του ανθρώπου; Καν τίποτα!

Μα τα φθονερά κορίτσια λέγανε πως πέθανε κι' αυτή απ' την αγάπη, πως ένας κρυφός καϋμός την έφαγε για τον άσχημο άνθρωπο και πως όλα γίνονται στον κόσμο. Κανένας όμως δεν το πίστεψε.... Έτσι ο άσχημος άνθρωπος σε λίγο καιρό πήρε μαζή του την αγάπη του, και δεν την άφησε να την χαρή άλλος κανένας στον κόσμο.

Τρέμουν τα πόδια σου.» «Πρέπει να πηγαίνω.» «Έφις, άκουσέ με. Μην σου κακοφαίνεται για ό, τι σου είπα. Έτσι είναι, δεν μπορώ, πίστεψέ με. Ξέρω ότι αυτό σε δυσαρεστεί, αλλά δεν μπορώ. Μην πεις τίποτε στην Έστερ και πήγαινε, αφού θέλεις να φύγεις. Εάν όμως νοιώσεις άσχημα, γύρισε. Να θυμάσαι ότι αυτό είναι το σπίτι σουΈριξε το δισάκι επάνω στους ώμους του και βγήκε.

Ήτο τότε πολύ μικρός· επειδή δε κάθε φορά εζήτει να τον σηκώνουν για να παίζη την καμπάνα, τον εφοβέρισαν· του είπαν ότι μέσα στην καμπάνα ήτο μια γρηά που την εφοβείτο, κιαυτός το πίστεψε. Ο κόσμος εκείνος των πόθων του έγεινε ωραίον όνειρον, το οποίον έβλεπε ξυπνητός μέσα εις την αποθέωσιν μιας δύσεως, εις την γαλήνην της οποίας έσβυνεν η απήχησις της καμπάνας.

Αλλοίμονο! δυο ολόκληρες χρονιές, κανένα νέο δεν τούρθε από την Κορνουάλλη, ούτε καλό ούτε κακό. Τότε πίστεψε ότι η Ιζόλδη δεν τον αγαπούσε πεια και τον λησμονούσε. Λοιπόν συνέβηκε μια μέρα, καθώς εκάλπαζε με μόνο τον Γκορνεβάλη, να μπη στη χώρα της Βρεττάνης. Πέρασαν μια πεδιάδα λεηλατημένη.

Πού πας, Ασημίνα; φεύγεις; τη ρώτησε. Εκείνη τρόμαξε· πίστεψε πως έβλεπε φάντασμα. Στριμώχτηκε όσο μπόρεσε στον τοίχο για να μη την αγγίξη στο πέρασμά του. Όταν έφτασε στην πόρτα αναστέναξε, σα να κύλισε πέτρα απ' το στήθος της. Εγύρισε και είδε πίσω της στα σκοτεινά της σκάλας. Στο κεφαλόσκαλο σαν προύτζινα αγάλματα φαίνονταν οι κορμοστασιές του αξιωματικού και της κυρίας της.

ΦΕΡΔΙΝ. Το τραγούδι αναφέρει τον πνιγμό του πατρός μου· τούτο δεν είναι ανθρώπινο πράμμα, μήτε είναι ήχος της γης. Τώρα το ακούω αποπάνου μου. ΠΡΟΣΠ. Σήκωσε τα βλέφαρά σου, και λέγε, τι βλέπεις εκεί πέρα; ΜΙΡ. Τι είν' αυτό; ένα πνεύμα; Θεέ μου, πώς κυττάζει τριγύρω! Πίστεψε με, αφέντη, η μορφή του είναι καλή. — Αμμ' είναι πνεύμα!

Η Κατερίνα Κάρτα, επάγγελμα οικιακά, ζητούσε από την ευγένειά της την Έστερ Πιντόρ, μέσα σε πέντε μέρες από την κοινοποίηση της πράξης της διαμαρτύρησης της συναλλαγματικής υπογεγραμμένης υπό της ιδίας, την επιστροφή δυο χιλιάδων εξακοσίων λιρετών συμπεριλαμβανομένων των εξόδων. Στην αρχή και η Νοέμι πίστεψε, όπως ο Έφις, σε κάποια απερίσκεπτη ενέργεια της Έστερ.

Μωρέ! φώναξε ο Χαγάνος, ανατριχιάζοντας από κείνο το κύτταγμα. Πίστεψε πως βρέθηκε πίσω, σε καιρούς που έμαθε από παιδί να τους φοβάται.

Ό,τι οι άλλοι ονομάζουν το παρελθόν ενός ανθρώπου έχει αναμφιβόλως σχέση μ' αυτούς, αλλά δεν έχει τίποτε να κάνη μ' αυτόν. Όποιος λαμβάνει υπ' όψιν το παρελθόν του, είναι ανάξιος να έχη μέλλον μπροστά του. Όταν κανείς έδωκε έκφραση σε μια διάθεσή του, έκανε ό,τι είχε να κάνη μ' αυτή. Γελάς, μα πίστεψέ με πως έτσι είναι. Χθες ο Ρεαλισμός εγοήτευε τον καθένα.