United States or Faroe Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και πιο γλυκιά άξαφνα ολωνών τους ήρθε τότε η μάχη παρά να παν στην ποθητή πατρίδα με τα πλοία. Κι' ο γιος τ' Ατριά σηκώθηκε και πρόσταξε στα όπλα 15 τους άντρες, κι' έβαλε κι' αφτός το θαμπωτή χαλκό του. Έβαλε πρώτα τα γερά τουσλούκια στα καλάμια, πανώρια, πούταν μ' αργυρά θηλύκια αρμοδεμένα.

Μα τους λυπήθηκε ο γερός Μενέλας σαν τους είδε πεσμένους, κι' όξω ρήχτηκε απ' τη γραμμή των πρώτων, αστράφτοντας μες στο χαλκό και παίζοντας το φράξο· κι' ο Άρης με τη γνώμη αυτή του πλήθαινε την τόλμη, για ναν τον σφάξει τ' άσπλαχνο κοντάρι του Αινεία.

Δέξου χαλκό και μάλαμα που πλήθος θα σου φέρει 340 να μ' αγοράσει η μάννα μου κι' ο δύστυχος πατέρας, και σπίτι πίσω δώσ' τους το το λείψανο, που μέσα να μου το κάψουν στο καστρί οι Τρώισσες κι' οι Τρώες

Μα κι' απ' αντίκρυ ο Έχτορας πηδά οχ τ' αμάξι χάμου, 755 και τότε αρχίζουν πόλεμο για τον Κεβριόνη οι διο τους, σα λέοντες που έτσι κι' οι διο λεβέντες, πεινασμένοι, σκίζουνται σε βουνού κορφή για σκοτωμένο αλάφι· έτσι για τον Κεβριόνη οι διο της μάχης κατεχάροι, ο Πάτροκλος κι' ο Έχτορας, τ' ατρόμητα λιοντάρια, 760 διψούσαν μ' άσπλαχνο χαλκό να πετσοκοπηθούνε.

Μα αν των θεώνε πάλι 185 μας δώκει η χάρη το καστρί να πάρουμε των Τρώων, ας μπει και πλοίο με χαλκό και μάλαμα ας φορτώσει γιομάτα, σα μοιράζουμε το πράμα, και γυναίκες όπιες τ' αρέσουν Τρώισσες ως είκοσι ας διαλέξει, απ' τη Λενιό ύστερα τις πιο λαχταριστές στα κάλλη. 140 Κι' αν τ' Άργος, τον αφρό της γης, δούμε ξανά, τον κάνω γαμπρό μου· την αγάπη μου σαν τον Ορέστη θάχει, τ' αγόρι που μες στ' αγαθά μ' αντρώνεται και χάδια.

Αν τόχει η μοίρα μου δεινά να με σπαράζουν πάντα. 290 Τον άντρα η μάννα μου η γλυκιά που μούδωκε κι' ο κύρης τον είδα απ' άσπλαχνο χαλκό σφαγμένο ομπρός στο κάστρο, και τρία αδέρφια μου που μια μας γέννησε μητέρα, κι' αφτοί οι καημένοι χάθηκαν, κι' οι τρεις την ίδια μέρα Όμως εσύ δε μ' άφινεςσα μούσφαξε τον άντρα 295 ο Αχιλέας κι' έκαψε το γονικό μας πύργονα κλαίω, μον πάντα μούταζες πως τέρι του κατόπι θα γίνω εγώ, και θα με πας στη Φτιά με τα καράβια να κάνεις τις χαρές μου εκεί.

Ψηλοί όμως τοίχοι, καπνισμένοι, με κόκκινες κηλίδες από χαλκό, με έναν πάγκο στο βάθος, περιέβαλαν πάντα τον ορίζοντα. Δεν μπορούσε κανείς να περάσει από την άλλη μεριά, εκείνος όμως ήταν ανάγκη να περάσει από την άλλη, για να ελευθερωθεί από το βάρος του, για να γιατρευτεί από τον πόνο του. Δυο φορές η Νοέμι τον βρήκε όρθιο, να προσπαθεί να βγει έξω από την αυλή. Πήραν το κλειδί από την εξώπορτα.

Και τότε εκεί τον Πάτροκλο ο Έχτορας στον κάμπο 125 τον έσερνε, αφού τούβγαλε τα θαμπερά άρματά του, για ναν του κόψει με χαλκό την κεφαλή απ' τους ώμους και ρήξει το κορμί στης Τριάς τους σκύλους ντροπιασμένο.