Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025
Έλα να σου δείξω το μαγερειό, να το καμαρώσης. Αρχίσανε ν' ανάβουν τα φώτα. Αστράφτει το μαγερειό με τα καθάρια τα πιατικά, με τα γανωμένα χαλκώματα. Οι κάτασπρες οι φουβούδες μήτε κουκκί στάχτη ή κάρβουνο δεν έχουνε γύρω τους. Εδώ είναι τ' αργαστήρι που δουλεύεται το καλό το φαεί, μην τύχη και πεθάνη ο Δημογέροντας από την πείνα, και χάση τ' αντιστύλι του, ο Τόπος.
Φοβόταν, αλλά για τίποτε στον κόσμο δεν θα εγκατέλειπε τον τυφλό. Έμεινε εκεί μια ώρα, δυο, τρεις. Ο τόπος ήταν έρημος: ο κόσμος ήταν κάτω, στο πανηγύρι, και το χωριό σ’ εκείνη τη γωνιά έμοιαζε ακατοίκητο. Ο ήλιος έπεφτε επάνω στις στέγες από σχίζες των μικρών, χαμηλών και φτωχικών σπιτιών που έμοιαζαν με καλύβες.
Είταν πια βράδυ βράδυ σα γύριζε η Ασήμω στο φτωχικό της, όξω κι όξω του χωριού δίπλα σε θολή ρεματιά, — καταδεχάμενος τόπος για γουρουνάκια, για χήνες και για ορνίθια. Την ηύρε τη θεια της και συμμάζωνε τη φτερουγιαστή φαμελιά της, να καταλαγιάσουνε πρι να σκοτεινιάση. Στέκουνταν καταμεσής χωραφιού και τα φώναζε, το κάθε είδος στη γλώσσα του, — τα έρμα της, καθώς τάλεγε.
Λούζουνε τ' άσπρα τους κορμιά στο ρέμμα το καθάριο, Κι' απ' την πολλή την ωμορφιά κι' απ' τη μοσχοβολιά τους Μοσχοβολάει το νερό και λάμπει ο τόπος γύρα. Απλώνουν τα μαντήλια τους σταις πέτραις να στεγνώσουν, Και 'ς το σιαδάκι σταίνουνε χορό και τραγουδάνε. Η Κάλλω σέρνει το χορό, η πρώτη των Νεράιδων, Και τραγουδάει η δεύτερη κι' ακολουθάν η άλλαις.
Αν το ύφος οπού ηκολούθησε είναι το αρμοδιότερον μέσον, ή όχι, αυτός δεν είναι ο αρ- μόδιος τόπος ν' αποδειχθή, επειδή είναι υποκείμενον οπού έδειξεν ως τώρα, ότι ολίγα λόγια δεν το τελειώ- νουν.
Και την μεν χρήσιν της θαλάσσης απηγόρευσαν εις τους Μυτιληναίους, ούτοι όμως και οι άλλοι Λεσβίοι, οι οποίοι είχον ήδη ελθή προς βοήθειάν των, ήσαν κύριοι της επιλοίπου χώρας· οι Αθηναίοι δεν κατείχον πολύ διάστημα γύρω των στρατοπέδων, και η Μαλέα εχρησίμευε μάλλον εις αυτούς ως τόπος αγκυροβολήσεως των πλοίων και αγοράς. Τοιαύτα υπήρξαν τα πρώτα έργα της πολιορκίας της Μυτιλήνης.
Κι' η δουλιά τους η πολλή Το υποστατικό ωφελεί, Που καινούργια αγγιά αγοράζουν· Τα κρασιά τους εισοδιάζουν. Αφοντότες αρχινούν, Μ' άλλα μέτρα κι' άλλο νουν,, Τη δουλιά να προτιμήσουν, Κι' ευτυχή ζωή να ζήσουν. Όποιος οκνεύει Και δε δουλεύει, Αυτός γυρεύει Να δυστυχάη. Ο κόπος φέρει Με πλούσιο χέρι Ό,τι συμφέρει Να ευτυχάη· Δεν είναι ο τόπος, Δεν είναι ο τρόπος, Μόν είν' ο κόπος, Ο θησαυρός.
Πλην της κενώσεως φιαλών καμπανίτου εις την εορτήν του πιθήκου η αιφνιδία αύτη πρόσκλησις ουδέν είχε το αλλόκοτον ή το παράτυπον. Το Λιβόρνον είνε ή τουλάχιστον ήτο μικρός τόπος και όλοι εγνωρίζοντο ως καλόγηροι του αυτού μοναστηρίου.
Τον πήραν όμως καταπόδι και τρύπωσε στο τέλος σε μια κλινική χειρούργου, που η πόρτα της έτυχε νάναι ανοικτή κ' εξήγησε στο βοηθό, που ήταν εκείνη την ώρα μέσα, τι ακριβώς είχε συμβή. Ο όχλος των φιλανθρωπιστών, αφού έλαβε λίγα χρήματα, πείσθηκε να γυρίση πίσω και μόλις άδειασε τελείως ο τόπος έφυγε κ' εκείνος. Όταν έβγαιν' έξω κτύπησε στο μάτι του τόνομα στη μπρούντζινη επιγραφή πάνω στην πόρτα.
Κ' η Πρόνοια που λες και πάντα μας αγαπούσε, που καθώς θα δούμε, όχι μια και δυο, παρά κάμποσες φορές, ύστερ' από σειρά ανωφέλευτους Αυτοκρατόρους μας έφερνε κ' έναν της ανθρωπιάς άμα καταντούσε το κράτος στο μη παρακείθε, το τέλεσε και τώρα το θάμα της, πλημμυρισμένος καθώς είταν ο τόπος με Γότθους από τη μια, παραζαλισμένος με τον Αρειανισμό από την άλλη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν