United States or Malaysia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' η γυνή είχε διασκελίσει ήδη τον φράκτην και έτρεχεν εις την οικίαν της. — Καλά έκαμεν, είπεν η γραία χαιρεκακούσα. Άλλη φορά να βάλη γνώσιν αυτή. Την τελευταίαν λέξιν επρόφερεν η Εφταλουτρού μετ' ανεκφράστου μίσους. Η δύστηνος Αϊμά είχε χάσει τοσούτον τας δυνάμεις της, ώστε τα πάντα τη εφαίνοντο όνειρον. Ούτε διά λόγου ούτε δι' έργου ηδύνατο να υπερασπισθή. Ησθάνετο πικρίαν, ησθάνετο πόνον.

Εάν δε δοκιμάση να τιμωρήση κανένα, ας βοηθήση ο καθείς τον αδικούμενον και ας τον υπερασπισθή εάν δε δεν βοηθήση όστις παρευρεθή, ας θεωρήται από τον νόμον ότι είναι δειλός και κακός πολίτης.

Αλλά τολμηρός ακόμη, προκειμένου να υπερασπισθή τη ζωή του, μπόρεσε γρήγωρα να βρη ωραία πονηρά λόγια. Διηγήθη ότι ήτανε τραγουδιστής, και ταξίδευε μ' ένα εμπορικό καράβι για την Ισπανία όπου ήθελε να μάθη να διαβάζη στ' αστέρια. Πειραταί είχαν προσβάλει το καράβι, κι' αυτός πληγωμένος ξέφυγε μ' αυτή τη βάρκα. Τον πίστεψαν.

Τα δε άλλα δικαστήρια ας είναι δυο, το έν μεν όταν ο ιδιώτης τον ιδιώτην κατηγορή ότι τον αδικεί, θέλη δε να αποφασισθή η υπόθεσις με την δίκην, το δε άλλο όταν νομίση κανείς ότι το δημόσιον αδικείται από κανένα πολίτην και θέλη να υπερασπισθή το κοινόν συμφέρον. Ας ειπούμεν δε ποίου είδους και ποίοι είναι οι κριταί.

Οι συγκροτούντες τούτο το σώμα ήρπασαν ικανόν μέρος σταφίδων ανήκον εις ιδιώτας Κορινθίους διά να πληρωθώσι μισθούς, χρεωστουμένους εις αυτούς παρά της Διοικήσεως ή παρά των αρχηγών των. Υποπτεύοντες δέ τινα καταδρομήν επρόβαλον εις τον Καραϊσκάκην να τον συνακολουθήσωσιν επί υποσχέσει του να υπερασπισθή τα οποία ενόμιζον ότι είχον δίκαια.

Εάν δε και εις άλλα μέρη οποιοσδήποτε πρώτος εκστομίζων ύβρεις ή προκαλούμενος δεν αποφεύγη τοιούτους λόγους, όστις τον επιτύχη, αν είναι γεροντότερός του, ας υπερασπισθή τον νόμον, με ξυλοκοπήματα εμποδίζων την έξαψιν αυτών των φιλοφρονήσεων, δηλαδή το έν κακόν με το άλλο, ειδεμή ας υποστή ο δράστης το ωρισμένον πρόστιμον.

Όστις δε δεν μετέχει μεν κανενός τοιούτου, κατέχει όμως ανώτερα αξιώματα εις την πόλιν και, είτε είναι εν γνώσει είτε εν αγνοία, δεν έχει το θάρρος να υπερασπισθή την πατρίδα του, αυτόν πρέπει να τον θεωρούμεν κατά δεύτερον λόγον κακόν πολίτην.

Πώς κατώρθωσες, άθλιε, να κακομεταχειρισθής τόσον αυτά τα χέρια; Ταύρον ή λέοντα ενόμιζες ότι δένεις; Ή μήπως εφοβήθης ότι θ' αρπάξη το ξίφος και θα υπερασπισθή; Έλα εις την αγκάλην μου, παιδί μου, και βοήθησε με να λύσωμεν τα δεσμά της μητέρας σου. Κ' εγώ θα σε αναθρέψω εις την Φθίαν, διά να γίνης αμείλικτος εχθρός αυτών εδώ.

Ο Άουλος έθεσε τελευταίαν φοράν την χείρα επί της κεφαλής της κόρης και οι στρατιώται προπεμπόμενοι υπό των κραυγών του μικρού Αούλου, όστις ήθελε να υπερασπισθή την αδελφήν του και ηπείλει τον εκατόνταρχον με τας ασθενείς πυγμάς του, απήγαγον την Λίγειαν εις την οικίαν του Καίσαρος.

Εάν δε με τας πληγάς που θα προξενήση κανείς εις άλλον δεν βλάπτη μόνον τον παθόντα αλλά και την πόλιν, διότι τον κατέστησε ανίκανον να υπερασπισθή την πατρίδα εναντίον των εχθρών, αυτός εκτός του άλλου προστίμου ας αναπληρώση και την βλάβην της πόλεως.